Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

Μητροπούλου Α. , «Οι λόγοι της αναστολής της εξέλιξης των αγροτικών συνεταιρισμών στην Ελλάδα. Πως προδιαγράφεται το μέλλον τους», Αγρότικα 2020


Οι λόγοι της  αναστολής   της εξέλιξης των αγροτικών συνεταιρισμών στην Ελλάδα. Πως προδιαγράφεται το μέλλον τους

Ομιλία στο πλαίσιο της ΑΓΡΟΤΙΚΑ 2020  : «ΝΕΑ ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ»
Ανδριανή-Άννα Μητροπούλου, Δικηγόρος, τ. Νομικός Σύμβουλος ΠΑΣΕΓΕΣ, Μέλος Δ.Σ Ινστιτούτου Συνεταιριστικών Ερευνών και Μελετών (ΙΣΕΜ)

Κυρίες και Κύριοι,
«Θα μου επιτρέψετε, να εκφράσω την άποψή μου, για την σημερινή κατάσταση των αγροτικών συνεταιρισμών στην χώρα, επιλέγοντας με προσοχή  δυο χαρακτηρισμούς, οι οποίοι δεν αποτελούν ούτε γενίκευση, ούτε αφορισμό. Στρεβλή λειτουργία του θεσμού  - τάση εξαφάνισης.  Αντλώ τους δυο αυτούς χαρακτηρισμούς , όπως αναδείχθηκαν από την εφαρμογή , ενός κατά τα λοιπά πολύ κακού νόμου, του  ν.4015/2011. Και επειδή δεν ωφελεί η θεωρητική ανάλυση , η οποία κατά την άποψή μου είναι χρήσιμη, μόνο όταν οι θεσμοί λειτουργούν σε σταθερή βάση και εξελίσσονται, θα αναφέρω δυο παραδείγματα, τα οποία έπρεπε να ταρακουνήσουν όλους, τους ενδιαφερόμενους για τον θεσμό.
 Το πρώτο είναι ότι ο ν.4015/11 υποχρέωνε τις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνεταιριστικές οργανώσεις να μετατραπούν σε πρωτοβάθμιους συνεταιρισμούς   με μέλη κυρίως φυσικά πρόσωπα. Έτσι μια Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών, ενώ  εμφανιζόταν με μέλη μεταξύ 20 και 150 , πρωτοβάθμιους  συνεταιρισμούς , οι οποίοι  αριθμούσαν από 500 έως 1500 φυσικά πρόσωπα μέλη περίπου ,  με την συγχώνευσή τους, ο αριθμός αυτός, κατά κανόνα,  μειωνόταν στα 200 ή 300 φυσικά πρόσωπα  μέλη, εκ των οποίων ουσιαστική συναλλακτική σχέση με τον συνεταιρισμό τους είχαν λιγότερα από 100.  Ο αριθμός των 200 ή 300 μελών προκύπτει, διότι οι υπόλοιποι συνεταιρισμοί ουσιαστικά δεν υφίσταντο, αφού ένα μεγάλο μέρος τους  δεν είχε ούτε αριθμό φορολογικού μητρώου,  συνεπώς δεν εξεδήλωναν ενδιαφέρον να συγχωνευθούν με τους υπόλοιπους, αδιαφορώντας έτσι , και αυτό είναι το αξιοπρόσεχτο,  για την περιουσία, που είχαν δημιουργήσει οι Ενώσεις Συνεταιρισμών, η οποία στην πραγματικότητα με την συγχώνευση περιήρχετο στους αγρότες-μέλη. Δηλαδή  τα μέλη των συνεταιρισμών αποποιούνται την διαχείριση μιας περιουσίας, η οποία δημιουργήθηκε από  τους προκατόχους τους συνεταιριστές  από το μακρινό παρελθόν  και η οποία βρίσκεται στην διάθεσή τους ,για να την διαχειριστούν και να την παραδώσουν στις επόμενες γενιές συνεταιριστών, που μπορεί να είναι τα παιδιά τους.
 Το δεύτερο είναι ακόμη χειρότερο, διότι με τροπολογία του ν.4015/2011,το έτος 2014 ,η  οποία κατατέθηκε από άξιο     Αναπληρωτή Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης , επανέρχεται το αφορολόγητο στα πλεονάσματα, που σχηματίζουν οι συνεταιρισμοί, εφόσον βεβαίως τα μέλη τους συναλλάσσονται με τους συνεταιρισμούς τους, ώστε να προκύψει πλεόνασμα   και δεν παραδίδουν την παραγωγή τους σε τρίτους. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι η  διάταξη του αφορολόγητου στο πλεόνασμα  καταργήθηκε  με τον ν. 4072/2012, με την αιτιολογία στην εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού,  ότι ο όρος πλεόνασμα στους συνεταιρισμούς είναι αδόκιμος. Ουδέν σχόλιο επ΄ αυτού.
Με την επαναφορά της εξαιρετικά σημαντικής αυτής διάταξης, διαπιστώνεται ότι, από την πρώτη ισχύ  της  το έτος 2000  με τον ν.2810 /2000, ουδείς συνεταιρισμός την εφάρμοζε, με εξαίρεση ίσως τους αναγκαστικούς συνεταιρισμούς , σε βαθμό μάλιστα, που  ελεγκτές και οικονομικά υπεύθυνοι ,   των αγροτικών συνεταιρισμών , φαίνεται  να  αγνοούσαν την ύπαρξή της.
Και βεβαίως τίθεται το ερώτημα : Ποιος φταίει για την απόκλιση αυτή; Προδήλως η κατάργηση της συνεταιριστικής εκπαίδευσης.  Ο μεγάλος συνεταιριστής Όουεν είχε γράψει : Αν η εκπαίδευση είναι χρήσιμη για τον άνθρωπο, για τον συνεταιριστή είναι ανάγκη. Η θέση αυτή του Όουεν δεν είναι θεωρητική. Βρίσκει ουσιαστική και πρακτική εφαρμογή στα μέλη των συνεταιρισμών.  Διότι :
Ο εκπαιδευμένος συνεταιριστής, δεν εγκαταλείπει την επιχείρησή του και μάλιστα όταν είναι κερδοφόρα. Το κάνει όταν αισθάνεται ξένος προς αυτή, διότι οι διοικήσεις των συνεταιρισμών άλλοτε από άγνοια άλλοτε από άγνοια και ιδιοτέλεια, καλλιέργησαν την εντύπωση ότι ο συνεταιρισμός ανήκει στους Διοικούντες, οι οποίοι αποφασίζουν ανέλεγκτα για την διαχείριση του προϊόντος του μέλους,  ερήμην  του μέλους. Είμαι απόλυτα πεπεισμένη ότι δεν θα βρείτε σήμερα, ούτε ένα συνεταιριστή ο οποίος να αισθάνεται ότι ο συνεταιρισμός είναι η δική του επιχείρηση. Διότι αν αυτό συνέβαινε , δεν θα έκανε την ερώτηση στον Πρόεδρο του συνεταιρισμού, πόσο μου δίνεις για το προϊόν μου, που θα φέρω στον συνεταιρισμό; Στα δικά μου τα αυτιά, αυτό ακούγεται εξωφρενικό.
Ο  εκπαιδευμένος συνεταιριστής δεν πρέπει να πληρώνει φόρους, όταν το κράτος εφαρμόζοντας την  συνταγματική του υποχρέωση για προσφορά στην ανάπτυξη των συνεταιρισμών, απαλλάσσει της φορολογίας την επιχείρησή του (εδώ αναφέρομαι στο πλεόνασμα).
Ο εκπαιδευμένος συνεταιριστής δεν ανέχεται το Δ.Σ και οι Μάνατζερ-ς να τον υποκαθιστούν σε θέματα, που ανήκουν στην δικαιοδοσία του. Δεν ανέχεται να μη αποφασίζει ο ίδιος δια του οργάνου του, που είναι η γενική συνέλευση, για την διαχείριση του προϊόντος του, για την διανομή ή όχι των συνεταιριστικών πλεονασμάτων , που αποτελούν μέρος του λαβείν του, από την πώληση του προϊόντος του, για την επένδυση των  φορολογούμενων και μη διανεμόμενων κερδών,  για την χρηματοδότηση της εκπαίδευσής του , για  την δημιουργία ενός περιβάλλοντος  αναγκαίου  για την διαβίωση των μελών του συνεταιρισμών και εν τέλει για τον αυστηρό έλεγχο των πεπραγμένων των διοικήσεων και των μάνατζερς , με έμφαση στον ρόλο των οργάνων εσωτερικού ελέγχου και εποπτείας , τα οποία, για να επιτελέσουν το έργο τους χρειάζεται να τύχουν ειδικής εκπαίδευσης τα ίδια, ανεξάρτητα από την πρόσληψη εξειδικευμένων  συμβούλων.
Είναι αυτονόητο, και δεν χρειάζεται να το αναφέρω, ότι είναι  αναγκαία η συμμετοχή και ο ρόλος των μάνατζερ-ς στην συνεταιριστική επιχείρηση, υπό τον όρο βεβαίως ότι έχουν λάβει συνεταιριστική εκπαίδευση.
 Ο εκπαιδευμένος συνεταιριστής θα προβληματισθεί για την χρηματοδότηση του συνεταιρισμού του, αν πρέπει να γίνει από εξωτερικές πηγές δανεισμού (πχ τράπεζες) ή από τα ίδια τα μέλη. Η απόφαση αυτή βρίσκει πρακτική εφαρμογή στην συνεταιριστική αρχή της αυτοβοήθειας και της αυτονομίας. Οι συνεταιριστές στηρίζονται στις δυνάμεις τους και καταφεύγουν στον εξωτερικό δανεισμό σε έσχατη ανάγκη, και τούτο, για  να μη χάσουν οι συνεταιρισμοί τους την αυτονομία τους.
Ο εκπαιδευμένος συνεταιριστής δεν ανέχεται νομοθετικές διατάξεις , αντίθετες στις συνεταιριστικές αρχές. Διότι οι συνεταιριστικές αρχές δεν είναι μια θεωρητική κατασκευή. Είναι η λειτουργία της συνεταιριστικής επιχείρησης  στην πράξη.
Ο εκπαιδευμένος συνεταιριστής του παρελθόντος, με την βοήθεια βέβαια της εκπαιδευμένης πολιτικής ηγεσίας, και της κατά γενική αποδοχή,   αξιοζήλευτης ηγεσίας του συνεταιριστικού κινήματος, δημιούργησε τα  μεγάλα συνεταιριστικά επιχειρηματικά σχήματα των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών των Κεντρικών Συνεταιριστικών Ενώσεων  και των Συνεταιριστικών Εταιρειών , που αριθμούσαν το έτος 1980 750.000 συνεταιρισμένους αγρότες, και 22 μεγάλες  συνεταιριστικές επιχειρήσεις διαφόρων βαθμίδων συνεταιριστικής συνεργασίας , όπως  6   συνεταιριστικές επιχειρήσεις γεωργικών εφοδίων (μηχανήματα , βελτιωμένες φυλές ζώων, συμπυκνωμένες ζωοτροφές, κτηνοτροφικά δημητριακά, λιπάσματα)  11 διαχείρισης αγροτικών προϊόντων (Δημητριακά, σταφίδα σουλτανίνα, καπνός σε φύλλα, ελαιόλαδο ελιές, οίνος, σύκα, γάλα, προϊόντα γάλακτος ,οπωροκηπευτικά, επεξεργασία οπωροκηπευτικών και  6 παροχής υπηρεσιών εκπαίδευση-κατάρτιση στελεχών, εκτυπώσεις εκδόσεις , διανομές, ασφάλειες, διεθνείς μεταφορές, διαφημίσεις , δημόσιες σχέσεις.
Η μεγάλη ανατροπή-καταστροφή ,  άρχισε το έτος 1981 και μέσα σε λιγότερο  από μια δεκαετία ολοκληρώθηκε.
Σήμερα το σύνολο σχεδόν των άνω επιχειρήσεων έχει τεθεί σε εκκαθάριση, οι δε συνεταιρισμένοι αγρότες δεν πρέπει να ξεπερνούν τις 130.000. Ο αριθμός των συνεταιρισμών , που λειτουργούν με κριτήρια συνεταιριστικά  είναι πολύ μικρός.  Η ύπαρξη  μεμονωμένων μικρών ή μεγαλύτερων αγροτικών συνεταιρισμών, που λειτουργούν με σχετική επιτυχία, θα μπορούσαν να πολλαπλασιάσουν τα θετικά τους αποτελέσματα, αν λειτουργούσαν με αμιγώς συνεταιριστικούς όρους. Διότι στόχος του συνεταιρισμού, δεν είναι ο μεγάλος κύκλος εργασιών, αν το μέγεθος αυτό δεν έχει άμεση ανταποδοτικότητα  στο μέλος.
Τα αίτια της πτώσης  είναι γνωστά : είσοδος του κομματισμού στους συνεταιρισμούς για τον έλεγχο-άλωση του χώρου , υπερ-δανεισμός αλόγιστος από την ΑΤΕ, ως αποτέλεσμα του πελατειακού κράτους.  Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρω ένα σχόλιο, που διάβασα σε άρθρο  νομικού περιοδικού (Νομικό Βήμα 1999) ,  το οποίο αναφερόταν στο έλλειμμα των δικαστικών αποφάσεων λόγω άγνοιας των συνεταιριστικών αρχών, γεγονός που οφείλεται στην απουσία εκπαίδευσης, όπως διαπιστώνει ο αρθρογράφος (Καθηγητής Σ. Κιντής) και ήταν το εξής : Μετά το πυρηνικό ατύχημα του Τσέρνομπιλ και την μόλυνση των ελληνικών σιτηρών από ραδιενέργεια η ελληνική πολιτεία υποχρέωσε τους αγροτικούς συνεταιρισμούς της χώρας να συγκεντρώσουν από τους αγρότες ,αφού βέβαια τους πληρώσουν, το μολυσμένο σιτάρι και να  το πουλήσουν, παρά την αντίθετη έκθεση του «Δημόκριτου», ο οποίος είχε πιστοποιήσει ότι αυτό το σιτάρι  έχει δέκα φορές περισσότερη ραδιενέργεια από την καθορισθείσα ανεκτή, από την τότε ευρωπαϊκή κοινότητα. Το μολυσμένο σιτάρι, όπως ήταν επόμενο , ουδείς το αγόρασε, μάλιστα οι Ιταλοί εισαγγελείς απαγόρευαν  την εκφόρτωση . Αντί λοιπόν το Ελληνικό κράτος να καταστρέψει το μολυσμένο σιτάρι και να αποζημιώσει τους αγρότες, αν η χώρα ήθελε να έχει σοβαρή αγροτική οικονομία , καταδίκασε σε χρεωκοπία τους συνεταιρισμούς. Αν οι συνεταιρισμοί λειτουργούσαν σωστά και οι διοικήσεις τους δεν εξυπηρετούσαν κομματικά συμφέροντα, έπρεπε να αρνηθούν κατηγορηματικά να αγοράσουν σιτάρι μη μελών τους μολυσμένο, γεγονός αυτονόητο για μια επιχείρηση και έπρεπε να ενημερώσουν το κράτος ότι, ο κοινωνικός ρόλος του συνεταιρισμού δεν έχει καμία σχέση με την φιλανθρωπία. Διότι αυτό επικαλέστηκαν οι κρατούντες για να δικαιολογήσουν το αμάρτημά τους.  Τον κακώς εννοούμενο από τους ίδιους βεβαίως,  κοινωνικό χαρακτήρα του συνεταιρισμού. Η επίκληση αυτή  έγινε  λόγω έλλειψης συνεταιριστικής εκπαίδευσης και ειδικά άγνοιας ερμηνείας των συνεταιριστικών αρχών.    
Ίσως προκαλέσει  εντύπωση, που  δεν δίδω ιδιαίτερη σημασία στην πολυνομία και την κακονομία, που για πολλά χρόνια ταλάνισε τον θεσμό  και συνεχίζεται στην χειρότερη μορφή του ακόμη και σήμερα  και τούτο , διότι εξακολουθώ  να θεωρώ  μείζον όλων την εκπαίδευση.
Ο ενημερωμένος αγρότης και εκπαιδευμένος συνεταιριστής, θα αντισταθεί, διαφορετικά όσο καλός και να είναι ο νόμος,  δεν θα του είναι χρήσιμος . Και επειδή σήμερα επέλεξα να μιλήσω με παραδείγματα, θα αναφέρω ότι ο ν.2810/2000, ο οποίος με ελάχιστες παρεκκλίσεις κινήθηκε στο πλαίσιο των συνεταιριστικών αρχών, δεν έφερε τα προσδοκόμενα αποτελέσματα.
Διότι δόθηκε ένα βιολί Στραντιβάριους, το οποίο στα χέρια ενός βιρτουόζου , δίνει ουράνιες μελωδίες, στα χέρια όμως  ενός  ερασιτέχνη γρυλίζει σαν  το μαραμπού.  Αυτό ακριβώς συνέβη με τον ν.2810/2000.
Πολύ φοβούμαι ότι το ίδιο συμβαίνει  με την εφαρμογή των συνεταιριστικών αρχών , από τους  συντάκτες  του νέου  σχεδίου νόμου,  για τους αγροτικούς   συνεταιρισμούς.
Και επειδή όπως ανέφερα, οι καιροί επιβάλουν να μιλάμε με παραδείγματα, αναφέρω το άρθρο 1 του προτεινόμενου νομοσχεδίου , όπου αναφέρεται ότι τα τυχόν κενά του συνεταιριστικού νόμου, συμπληρώνονται από τον νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες.
Αγαπητοί κύριοι , ο συνεταιρισμός αποτελεί ένωση προσώπων, η ανώνυμη εταιρεία αποτελεί ένωση κεφαλαίων. Η κρίση δική Σας.
Και επειδή ακούγονται κάποια σχόλια, ότι δηλαδή η εφαρμογή των συνεταιριστικών αρχών στους  συνεταιρισμούς είναι αναχρονιστική, ανεξάρτητα από την νομική αβασιμότητα των  σχολίων, θα ήθελα να παραπέμψω σε μια μελέτη της ΚΟΠΑ-ΚΟΖΕΚΑ, που αναφέρεται σε αγροτικούς συνεταιρισμούς, που προσπάθησαν να αντλήσουν κεφάλαια από τα χρηματιστήρια. Οι μελετητές καταλήγουν στην διαπίστωση ότι ασφαλής δρόμος για τους συνεταιριστές είναι η αυτοχρηματοδότηση των επιχειρήσεών τους.   Συνεπώς εφαρμογή της αρχής της αυτοβοήθειας .
Οι συνεταιρισμοί αποτελούν επιχειρήσεις, που δρουν στον ελεύθερο ανταγωνισμό, συνεπώς διέπονται από τους κανόνες της αγοράς και οφείλουν να ανταποκρίνονται σε αυτούς. Η ευημερία τους, και η πλεονεκτική  τους θέση βρίσκεται  στις αρχές τους. Οι νομοθέτες, πρέπει να κατανοήσουν ότι θα πρέπει να σταματήσουν να τους βάζουν εμπόδια στην εξέλιξή τους. Αν , οι νομοθέτες, περιοριστούν στον ρόλο,που τους παρέχει  το Σύνταγμα, που είναι φοροελαφρύνσεις στην συνεταιριστική  επιχείρηση και χρηματοδότηση στην εκπαίδευση, τότε μπορεί να είναι αισιόδοξοι για την ευημερία τους.
Συμπερασματικά, πίστη μου είναι ότι,  αν επιλέξουμε να οργανώσουμε την γεωργία μας μέσα από το συνεταιριστικό μοντέλο, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι χωρίς συστηματική εκπαίδευση , που σημαίνει χωρίς γνώση της οικονομικής κυρίως λειτουργίας του συνεταιριστικού μοντέλου, θα οδηγηθούμε σε εξαφάνιση του θεσμού, ή σε ένα μόρφωμα που δεν θα είναι συνεταιρισμός, όπως επιχειρεί το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, κατά την άποψή μου . Ειδικά αναφέρομαι   στην κατάργηση του διεθνούς ορισμού του συνεταιρισμού , που εισάγει το νομοσχέδιο, και  στην διανομή των κερδών, τα αποτελέσματα της υλοποίησης των οποίων, θα  αποβούν μοιραία  για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, διότι  σχετίζονται με παραβίαση την κανόνων του ανταγωνισμού και των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων. Η γνώση των συνεταιριστών αρχών και η ερμηνεία τους από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, θα βοηθήσει τους νομοθετούντες να αποτρέψουν τις μοιραίες συνέπειες. 

Σας Ευχαριστώ.