Τετάρτη 29 Μαΐου 2019

Αποστολόπουλος Κ., "H αδήριτη αναγκαιότητα του συνεργατισμού, για την επιτυχή λειτουργία και ανάπτυξη ανταγωνιστικών εκμεταλλέυσεων στον αγροτικό τομέα", Ημερίδα Γεωπονικό Πανεπιστήμιο


H αδήριτη αναγκαιότητα του συνεργατισμού, για την επιτυχή λειτουργία και ανάπτυξη ανταγωνιστικών εκμεταλλέυσεων στον αγροτικό τομέα *

Κωνσταντίνου Δ. Αποστολόπουλου
Ομοτ. Καθηγητή , Προέδρου του Ι.Σ.Ε.Μ.
*Το κείμενο αυτό αποτελέι εισήγηση του Προέδρου του ΙΣΕΜ στην Ημερίδα της 21ης Φεβρουαρίου τρεχ. Έτους, που πραγματοποίησε στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών ο Σύλλογος των Αποφοίτων του, με θέμα «Προβλήματα διαχείρισης της Γεωργίας μα και Προτάσεις για την αντιμετώπισή τους.

1.Εννοιολογική Προσέγγιση στο θέμα της Εισήγησης
Ο συνεργατισμός γενικά αποτελεί μια ομαδική κίνηση, η οποία στηρίζεται στην αλληλοβοήθεια των μελών των μικρών οικονομικών μονάδων (παραγωγών, καταναλωτών) για την επίτευξη οικονομικής δύναμης, με σκοπό την αντιμετώπιση ισχυρών οικονομικών ή και εμπορικών δομών (Γ.Μπαμπινιώτης, Μέγα Ελληνικό Λεξικό).
Και ενώ ο Συνεργατισμός αποτελεί βασική έννοια προς υλοποίηση, ο θεσμός που δίδει την υλοποίηση της μεγαλειώδους αυτής έννοιας είναι ο Συνεταιρισμός. Άρα, ο Συνεταιρισμός είναι η θεσμική οργάνωση των προσώπων που επιθυμούν την υλοποίηση του Συνεργατισμού. Ως εκ τούτου, “Συνεταιρισμός είναι η αυτόνομη ένωση προσώπων, η οποία συγκροτείται εθελοντικά για την αντιμετώπιση κοινών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτισμικών αναγκών και επιδιώξεων και μάλιστα ως συνιδιόκτητη και δημοκρατική επιχείρηση” (βλπ.   κ. Κ.Λ. Παπαγεωργίου, Βιώσιμη Συνεταιριστική Οικονομία) . Κάθε συνεταιριστική προσπάθεια –επιχείρηση στον αγροτικό χώρο, τα μέλη της οποίας είναι γεωργοί-κτηνοτρόφοι (ή άλλως αγρότες), αποτελεί αγροτικό συνεταιρισμό. Στους αγροτικούς συνεταιρισμούς ανήκουν όλοι οι συνεταιρισμοί των Ελλήνων αγροτών, καθώς και οι Ομάδες Παραγωγών, όπως ισχύει σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Για την καθαρή κατανόηση του θεσμού του Συνεταιρισμού επισημαίνεται ότι ο θεσμός αυτός αποδέχεται όλες τις βασικές συνεταιριστικές αρχές, σύμφωνα με τις οποίες κινείται και ενεργεί. Επομένως, κάθε συνεταιρισμός διέπεται από τις αρχές αυτές, οι οποίες είναι:
α. Εθελοντική και ελεύθερη συμμετοχή
β. Δημοκρατική διοίκηση
γ. Οικονομική συμμετοχή των μελών
δ. Αυτονομία, ανεξαρτησία
ε. Εκπαίδευση- άκσηση-πληροφόρηση (των μελών)
στ. Διασυνεταιριστική συνεργασία
ζ. Ενδιαφέρον για τον κοινοτικό σύνολο.

Από την παραπάνω παράθεση των βασικών αρχών του Συνεταιρισμού προκύπτει ότι ο συνεταιριστικός θεσμός (ως επιχείρηση) αποδέχεται τις προκλήσεις του διαρκούς ανταγωνισμού , αλλά τηρεί πάντοτε τις απαράμιλες αξίες (αυτές που πολλοί ονομάζουν πανανθρώπινες , διαχρονκές, σταθερές , ηθικές). Γι’ αυτό, κατά τις τελευταίες δεκαετίες , ο Συνεταιρισμός αποτέλεσε τον κεντρικό κορμό της λεγόμενης Κοινωνικής Οικονομίας, η οποία προέκυψε και λειτουργεί ως τρίτος τομέας της οικονομίας (πέραν των δύο βασικών, ήτοι της Δημόσιας και της Ιδιωτικής). Η Κοινωνική Οικονομία, ως εφαρμοσμένος κλάδος των Οικονομικών Επιστημών παρέχει στα οικονομκά δρώμενα των φυσικών προσώπων , όλες τις απαραίτητες “ασφαλιστικές δικλείδες” , οι οποίες πρέπει να λειτουργούν στο σύστημα της ελεύθερης οικονομίας και της ανοιχτής αγοράς. Και φυσικά ο συνεργατισμός, που υλοποιείται μέσω του συνεταιριστικού θεσμού (και με την αυστηρή τήρηση των παραπάνω αρχών) αποτελεί μία από τις βασικότερες ασφαλιστικές δικλείδες της Κοινωνικής Οικονομίας (αν όχι και τη βασικότερη), προκειμένου να προστατεύονται τα πιο αδύναμα φυσικά πρόσωπα που επιχειρούν μέσα σ’ένα πολύ “άγριο” και ιδιαίτερα δύσκολο ανταγωνιστικό περιβάλλον.

2. Το αγροτοσυνεταιριστικό κίνημα στην Ελλάδα
Η αφετηρία του κινήματος αυτού εντάσσεται στις αρχές του 20ου αιώνα, παρά το γεγονός ότι εφαρμογές του αγροτικού συνεργατισμού (και όχι μόνον) έχουμε και στον 19ο αιώνα και ακόμα παλαιότερα. Φυσικά, προεξέχουσα θέση στον αιώνα αυτόν καταλαμβάνει η γνωστή “Συντροφία” των Αμπελακίων της Θεσσαλίας (αρχές 19ου αιώνα)και με ρίζες στον 18ο αιώνα. Αλλά, η όμορφη αυτή ιστορία δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας εισήγησης.
Άλλωστε, στην παρούσα εισήγηση τονίζεται, ως έναρξη του αγροτοσυνεταιριστικού κινήματος, η αρχή του 20ου αιώνα, καθώς το 1914 συντάχθηκε ο περίφημος Νόμος 602, ο οποίος ψηφίστηκε και άρχισε να εφαρμόζεται από το 1915. Η νομική κάλυψη και οργάνωση του αγροτικού συνεργατισμού , με βάση το Ν.602/2015, έδωσε γρήγορα απτά αποτελέσματα στη χώρα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το 1930 , ήτοι δεκαπέντε χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου αυτού , λειτουργούσαν στην Ελλάδα 7.500 αγροτικοί συνεταιρισμοί. Η επιτυχημένη αυτή συνεταιριστική οργάνωση των Ελλήνων αγροτών είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση και λειτουργία της ΠΑΣΕΓΕΣ (1935) , η οποία αποτέλεσε και την κορυφή της συνεταιριστικής πυραμίδας στη χώρα. Και ακόμα, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Ελλάδα αριθμούσε 750.000 μέλη στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, ενώ λειτουργούσαν ήδη 100 γεωργικές ενώσεις (ως δευτεροβάθμια συνεταιριστικά όργανα).Επομένως, η εργώδης αυτή συνεταιριστική προσπάθεια είχε σημαντικό μερίδιο στην αύξηση του αγροτικού εισοδήματος, την ανάπτυξη της ελληνικής περιφέρειας και την απορρόφηση, από τους Έλληνες παραγωγούς , καινοτομιών που έφερνε διαρκώς η εκμηχάνιση της γεωργίας και του πρωτογενή τομέα γενικότερα, σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο (φυσικά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο).
Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 70’ τα όποια προβλήματα προέκυπταν, πάντοτε αντιμετωπίζονταν με σύνεση και φυσικά με την ουσιαστική συνδρομή της σχετικής υπηρεσίας της Αγροτικής Τράπεζας Ελλάδας (Α.Τ.Ε.) . Η “κατάρρευση” του όλου συνεταιριστικού και παραγωγικού οικοδομήματος εμφανίστηκε μέσα στη δεκαετία του 80’ ! Και βέβαια, συνεχίστηκε και κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν. Έτσι επήλθε η αμαύρωση του συνεργατισμού στη χώρα με υπεύθυνους, κατά βάση, τους Έλληνες πολιτικούς. Η κακοδαιμονία του κομματισμού και η κρατικοδίαιτη κομματοκρατία διέλυσαν το αγροτοσυνεταιριστικό οικοδόμημα σχεδόν συθέμελα.
Μετά όμως τη μεγάλη οικονομική κρίση, η οποία είχε ξεκινήσει από τις αρχές της νέας χιλιετίας και φάνηκε κατά τρόπο οδυνηρό στις αρχές της δεκαετίας που διανύουμε, προκύπτει η αναγκαία αντιστροφή της οικτρής (πλέον) αγροτοσυνεταιριστικής πραγματικότητας.
Πρέπει όμως να τονιστεί ότι, παρά την κατάρρευση του υγιούς αγροτοσυνεταιριστικού κινήματος που γέννησε ο 20ος αιώνας μέχρι την δεκαετία του 80’, παρέμειναν στη χώρα ορισμένα φωτεινά παραδείγματα αγροτικού συνεργατισμού. Και παρέμειναν τα παραδείγματα αυτά μέσα στο σκότος και στο έρεβος που γέννησε η διαφθορά αρκετών συνεταιριστικών παραγόντων της ελληνικής κομματοκρατίας. Αυτής που έφερε στη χώρα και τη μεγάλη κρίση, όχι μόνον την οικονομική, αλλά και την κοινωνική, ηθική και πολιτισμική. Επιβάλλεται όμως να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι τα φωτεινά αυτά παραδείγματα, επιτυχημένου και υγιούς αγροτικού συνεργατισμού, έχουν ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, η επιτυχία είναι έργο ορισμένων έντιμων ανθρώπων που ηγούνται κάθε συνεταιριστικής προσπάθειας με γνώμονα, πυξίδα (και Ευαγγέλιο!) τις, απαράμιλλης αξίας, συνεταιριστικές αρχές!
Πρέπει οπωσδήποτε να φύγουμε τελείως και μάλιστα το συντομότερο δυνατόν από αυτόν τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα των επιτυχημένων περιπτώσεων αγροτικών συνεταιρισμών. Και να περάσουμε με νηφαλιότητα στον επιτυχημένο ομαδικό και κοινωνικό χαρακτήρα, ο οποίος θα δώσει ξανά νέα ώθηση στο αγροτοσυνεταιριστικό κίνημα. Πρέπει ο αγροτικός συνεργατισμός να μην είναι έργο ενός ή ελαχίστων μελών ( φυσικών προσώπων) των επιτυχημένων συνεταιρισμών, αλλά οπωσδήποτε των πολλών. Έχουμε ανάγκη από μαζική κινητοποίηση δραστήριων και έντιμων συνεταιριστών για να επιτύχουμε την αναγκαία αντιστροφή της οικτρής και οδυνηρής πραγματικότητας που αναφέραμε παραπάνω.

3. Η αδήριτη αναγκαιότητα του συνεργατισμού για την Ελλάδα της Ε.Ε. και του σήμερα
Υφίστανται στη χώρα μας ορισμένες διαρκείς αδυναμίες του πρωτογενή τομέα, τόσο ενδογενείς όσο και εξωγενείς συνάμα. Αναλυτικότερα επισημαίνονται τα εξής:
α. Στην Ελλάδα κυριαρχεί εσαεί ένα διαρκές και μόνιμο εγγειοδιαρθρωτικό πρόβλημα το οποίο μεταφράζεται:
·         στη μικρή (κατά κανόνα) γεωργική εκμετάλλευση, και
·         στον πολυτεμαχισμό των εκμεταλλεύσεων.
β. Σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης το εγγειοδιαρθωτικό πρόβλημα διαρκώς διογκώνεται, λόγω του έντονου ανταγωνισμού που επικρατεί διεθνώς. Μάλιστα, ο ανταγωνισμός αυτός εντείνεται περαιτέρω και διαρκώς κατά φρενήρη τρόπο, ώστε πολύ εύκολα να “καταπίνει” τις μικρές και αδύναμες – πολυτεμαχισμένες ελληνικές εκμεταλλεύσεις. Με βάση τα παραπάνω προκύπτει η αδήριτη αναγκαιότητα του αγροτικού συνεργατισμού στην Ελλάδα του σήμερα και μάλιστα όσο ποτέ άλλοτε! Και εδώ πρέπει να τονιστεί ότι η έννοια “του αδήριτου” δείχνει οπωσδήποτε μονόδρομο, δηλαδή, για να παραφράσω ανάλογες πολιτικές εκφράσεις του σύγχρονου πολιτικού κόσμου της χώρας “ή συνεταιριζόμαστε ή τελειώνουμε”! Mε άλλα λόγια, μικρή αγροτική εκμετάλλευση συνεπάγεται οπωσδήποτε συνεργατισμό και κατ’ επέκταση αγροτικό συνεταιρισμό. Άλλη λύση δεν μπορεί να υπάρξει. Aυτός είναι και ο λόγος που χρησιμοποιείται στον τίτλο αυτής της σύντομης εισήγησης ο όρος “αδήριτη αναγκαιότητα”, δεδομένου ότι αδήριτη είναι η ακαταμάxητη ή και αλλιώς αναπόφευκτη (βλ. και Γ. Μπαμπινιώτη, Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας). Άλλωστε, ο διεθνής ανταγωνισμός των αγορών των αγροτικών προϊόντων, ο οποίος καθημερινά λειτουργεί ανελέητα για τους παραγωγούς όλου του κόσμου, ενισχύει αυτή την τοποθέτηση.

4. Τα σωτήρια αποτελέσματα του αγροτικού συνεργατισμού
Συνοπτικά, τα αποτελέσματα αυτά έχουν ως εξής:
α. Μέσω του αγροτικού συνεργατισμού οι μικρές αγροτικές εκμεταλλεύσεις μπορούν να καθετοποιηθούν, δηλαδή οι μικροί συνεταιρισμένοι παραγωγοί δύνανται να συμμετάσχουν στην καθετοποίηση της παραγωγής τους, ήτοι στη μεταποίηση και στην εμπορία του τελικού προϊόντος. Η συσσωρευμένη παραγωγή του συνεταιρισμού δίδει όλες τις αναγκαίες  “οικονομίες κλίμακας” για επεξεργασία του πρωτογενούς προϊόντος και για την εμπορία του τελικού , που καταλήγει στον καταναλωτή.
β. Τα παραπάνω αναφερθέντα οδηγούν στην προστιθέμενη αξία του τελικού προϊόντος στον μικρό παραγωγό, καθώς παρακάμπτεται κάθε μεσάζουσα επιχείρηση μεταποίησης και εμπορίας. Άρα, ο συνεταιρισμένος αγρότης καρπούται ο ίδιος (μέσω του συνεταιρισμού του) το σύνολο της προστιθέμενης αξίας και , ως εκ τούτου, βελτιώνεται σημαντικά το αγροτικό οικογενειακό εισόδημα (καθώς στο αρχικό “γεωργικό” εισόδημα προστίθεται και το “εξωγεωργικό” του δευτερογενή και του τριτογενή τομέα).
γ. Μέσα από την προαναφερθείσα συνεταιριστική οργάνωση προκύπτει ακόμα η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών αγροτικών προϊόντων, επειδή επιτυγχάνεται ασύγκριτα καλύτερη ποιότητα και χαμηλότερο κόστος παραγωγής του τελικού προϊόντος. Ως εκ τούτου, προκύπτει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα (ποιότητα – κόστος), το οποίο σε καμία άλλη περίπτωση δεν θα μπορούσε να προκύψει για ελληνικά προϊόντα μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων, με όλα τα μειονεκτήματά τους, τα οποία αναφέρθηκαν παραπάνω,και μάλιστα σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης!
δ. Όλα τα προηγούμενα επιβεβαιώνουν οπωσδήποτε την επίτευξη “οικονομιών κλίμακας”, οι οποίες αποφέρουν φθηνότερα παραγωγικά μέσα για τους Έλληνες μικρούς παραγωγούς (άρα χαμηλότερο κόστος) και ασύγκριτα καλύτερες τιμές για τα ποιοτικότερα τελικά τους προϊόντα.
Επομένως η σύνδεση από τη μία πλευρά:
·         της καθετοποίησης της παραγωγής,
·         της ανταγωνιστκότητας των αγορών των προιόντων και
·         των οικονομιών κλίμακας.
με (από την άλλη πλευρά):
·         την παγκοσμιοποιημένη αγορά
·         την ψηφιακή τεχνολογία
·         το σύγχρονο μάρκετινγκ και
·         το Smart Farming (των καινοτόμων προϊόντων),
μπορεί να οδηγήσει (η σύνδεση αυτή) στην επιτυχή λειτουργία των μικρών ελληνικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων και φυσικά αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τον αγροτικό συνεργατισμό.

5. Ανακεφαλαίωση – Συμπεράσματα
α. Ο αγροτικός συνεργατισμός αποτελεί μονόδρομο για τη βιωσιμότητα των ελληνικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων (μικρού μεγέθους), σε συνθήκες Ε.Ε., παγκοσμιοποίησης, ψηφιακής τεχνολογίας και παραγωγής καινοτόμων προϊόντων
β. Ο αγροτικός συνεργατισμός μπορεί να επιτύχει ανάπτυξη και λειτουργία μικρών αγροτικών μονάδων σύγχρονης μορφής (από τον αγρό και τον στάβλο μέχρι τον καταναλωτή)
γ. Ο αγροτικός συνεργατισμός μπορεί να κρατήσει τις αγροτικές οικογένειες των μικρών εκμεταλλεύσεων στις εστίες τους και να ενισχύσει τη χειμαζόμενη ελληνική περιφέρεια.