Οι
Συνεταιρισμοί ως Επιταχυντές της Βιώσιμης Ανάπτυξης
Φίλιππος
Ι. Καρυπίδης,
Ομότιμος
Καθηγητής Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Με
αφορμή τη Διεθνή Ημέρα Συνεταιρισμών (1η Ιουλίου), η παγκόσμια Επιτροπή
Προώθησης και Ανάπτυξης των Συνεταιρισμών (COPAC), υπογραμμίζει
την ανάγκη να επιταχύνουμε τις προσπάθειες για να επιτύχουμε τους στόχους
Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών
με συνεργατικό τρόπο που εμπνέεται από τις συνεταιριστικές αξίες και αρχές.
Βασικός σκοπός της σχετικής διακήρυξης είναι να εξαλειφθεί η φτώχεια και οι
άλλες στερήσεις, με στρατηγικές που βελτιώνουν υγεία και εκπαίδευση, μειώνουν
τις ανισότητες, δίνουν ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη, πάντοτε με φροντίδα να
αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή και να προστατεύονται οι ωκεανοί και τα δάση.
Με
τον εορτασμό της 29ης επετείου από την αναγνώριση εκ μέρους των Ηνωμένων Εθνών
της Διεθνούς Ημέρας Συνεταιρισμών, παίρνοντας υπόψη το χαμηλό βαθμό ανάπτυξης
των συνεταιριστικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα, σκοπός του άρθρου είναι να
σκιαγραφηθεί συνοπτικά, η παγκόσμια συνεταιριστική πραγματικότητα και να
αναδειχθεί η δυνατότητα συνεισφοράς των συνεταιρισμών στην επίτευξη των στόχων
βιώσιμης ανάπτυξης, σήμερα και στο μέλλον.
ΓΙΑΤΙ
ΟΙ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ;
Η
απάντηση βρίσκεται στην ίδια τη φύση του συνεταιρισμού αφού είναι “αυτόνομη
ένωση προσώπων που συμμετέχουν εθελοντικά για να καλύψουν τις κοινές
οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές ανάγκες και επιδιώξεις τους, με μια
συνιδιόκτητη και δημοκρατικά διοικούμενη επιχείρηση”.
Δεν είναι φιλανθρωπική οργάνωση, ούτε καρτέλ. Οι συνεταιρισμοί λειτουργούν σε
συνθήκες ελεύθερης οικονομίας και, συνήθως, ιδρύονται για να διορθωθούν
στρεβλώσεις της αγοράς.
Συμπεριλαμβάνονται στους φορείς Κοινωνικής Οικονομίας
και διαφέρουν από τις άλλες επιχειρήσεις (επενδυτών) στο ότι καθοδηγούνται από
τις ανάγκες των μελών,
αντί από τις ανάγκες των επενδυτών.
Από
τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα, οι συνεταιρισμοί έχουν να επιδείξουν πολλά
επιτεύγματα, σε πολλούς τομείς δραστηριοτήτων όπως: τομέας γεωργίας και
τροφίμων (αγροτών), τραπεζικός τομέας (δανειζόμενοι – καταθέτες), οικιακή
κατανάλωση (καταναλωτών), άλλες (βιομηχανίες και υπηρεσίες), μεταξύ των οποίων
επικοινωνία και μεταφορές, ενέργεια και ασφάλιση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη,
εκπαίδευση και κοινωνική φροντίδα. Με καταγραφή του 2016, λειτουργούν τρία
εκατομμύρια συνεταιρισμοί στον κόσμο, προσφέροντας απασχόληση σε 280
εκατομμύρια πρόσωπα – περίπου 10% των απασχολούμενων. Στην Ευρώπη, λειτουργούν
131 χιλιάδες συνεταιρισμοί με 3,4 εκατομμύρια εργαζόμενους και ετήσιο κύκλο
εργασιών, περίπου 1 τρισεκατομμύριο
ευρώ.
ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ:
Σύμφωνα
με πρόσφατη έκθεση της Διεθνούς Συνεταιριστικής Ένωσης,
από τους 300 μεγαλύτερους συνεταιρισμούς, με βάση τον ετήσιο τζίρο, 71 είναι
στις ΗΠΑ, 42 στη Γαλλία, 31 στην Γερμανία, 22 στην Ιαπωνία, 17 στην Ολλανδία.
Από αυτούς, οι 101 είναι στη γεωργία και τα τρόφιμα,
οι 85 στην ασφάλιση, οι 57 στο χονδρεμπόριο και λιανεμπόριο, οι 41 στις χρηματοπιστωτικές
υπηρεσίες, οι 9 στην εκπαίδευση, υγεία και κοινωνικές υπηρεσίες.
Αναφορικά
με τον τύπο τους, οι περισσότεροι συνεταιρισμοί είναι παραγωγικοί - κυρίως
αγροτικοί και λιανοπωλητών (127), ακολουθούν οι αλληλασφαλιστικοί (84), οι
καταναλωτικοί/χρηστών (71), ενώ 5 είναι συνεταιρισμοί εργατών και 2
πολυμετοχικοί συνεταιρισμοί. Παραδείγματα μεγάλης ανάπτυξης συνεταιρισμών είναι
αυτά των αγροτικών συνεταιρισμών της Ολλανδίας που κατέχουν το 83% της
αγοράς, των δασικών συνεταιρισμών της
Σουηδίας που κατέχουν το 60% της αγοράς, της τραπεζικής αγοράς στη Γαλλία όπου
κατέχουν το 50%, του λιανεμπορίου στη Φιλανδία όπου κατέχουν το 31% της αγοράς,
της αγοράς φαρμακευτικών προϊόντων και ιατρικής φροντίδας στην Ισπανία, όπου
κατέχουν το 21%.
ΠΩΣ
ΣΥΝΕΙΣΦΕΡΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ στην επίτευξη των στόχων
Μελέτη
της Διεθνούς Συνεταιριστικής Ένωσης δείχνει το σπουδαίο ρόλο των συνεταιρισμών
στην υλοποίηση των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) σε παγκόσμιο, εθνικό,
τοπικό επίπεδο[11].
Αυτό, επειδή είναι επιχειρήσεις δεσμευμένες στη βιώσιμη ανάπτυξη, και έχουν
διττή φύση – οικονομική και κοινωνική . Πιο συγκεκριμένα, τα άυλα περιουσιακά
στοιχεία των συνεταιρισμών εμπλέκονται στην περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και
αλληλεπιδρούν με τη βιώσιμη ανάπτυξη. Έτσι, θεωρούνται
συλλογικοί λύτες προβλημάτων, οι οποίοι
λόγω του ότι αναπτύσσονται τοπικά, έχουν τοπικούς ιδιοκτήτες και ελέγχονται
τοπικά, οι συνεταιρισμοί στηρίζονται στο ανθρώπινο, κοινωνικό και
χρηματοοικονομικό κεφάλαιο των τοπικών κοινωνιών. Αυτά τα κεφάλαια είναι οι
κύριοι παράγοντες για τη βιώσιμη ανάπτυξη των περιοχών όπου είναι ενταγμένοι οι
συνεταιρισμοί.
Οι
αρχές και αξίες των συνεταιρισμών
είναι πηγή μιας έμφυτης “κοινωνικής υπευθυνότητας”, δηλαδή μέριμνας για τα
κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα, διαμορφώνοντας τόσο επιχειρηματικούς,
όσο και κοινωνικούς στόχους.
Αυτό επιβεβαιώνεται από έρευνες που έγιναν σε διάφορες χώρες οι οποίες δείχνουν
ότι οι στρατηγικές τους ευθυγραμμίζονται προς τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης,
ακόμη και πριν να καθοριστούν οι στόχοι αυτοί από τα κράτη - μέλη των Ηνωμένων
Εθνών.
Έτσι, οι συνεταιρισμοί θεωρούνται σπουδαία οχήματα για τη βιώσιμη ανάπτυξη
και οργανισμοί κατάλληλοι για να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα της φτώχειας και
του αποκλεισμού.
Εκτός από αυτά, οι συνεταιρισμοί αναγνωρίζονται ως σημαντικοί παράγοντες της διεθνούς
αναπτυξιακής συνεργασίας.Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εκτιμάται ιδιαίτερα ο ρόλος τους
στην ενίσχυση του τοπικού ιδιωτικού τομέα και η συμβολή τους στους στόχους βιώσιμης
ανάπτυξης. Tο
επιχειρηματικό μοντέλο τους θεωρείται επίσης πολύτιμο για πρόληψη των
συγκρούσεων και μείωση της βίας, ενώ μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα μεταξύ
ανάπτυξης και βιώσιμης ειρήνης, μεταξύ μελών συνεταιρισμών και άλλων
ενδιαφερομένων μερών.
Πολλοί
συνεταιρισμοί ανταποκρίνονται στις κοινωνικοοικονομικές και
κοινωνικοοικολογικές προκλήσεις, μετατρέποντας τον ρόλο που βασίζεται σε μια
κυρίαρχη λογική της αγοράς, σε μια σχέση συνεργασίας ως συντονιστικού
μηχανισμού προς όφελος της κοινότητας και του περιβάλλοντος.
Εξισορροπούν οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές διαστάσεις, έτσι ώστε,
να μην είναι κυρίαρχες, ούτε οι αγοραίες ούτε οι μη αγοραίες λογικές. Αυτή η
ικανότητά τους να ανταποκρίνονται σε ένα ευρύ φάσμα αναγκών και προκλήσεων, των
μελών τους και της κοινότητας, οδηγεί στη μακροζωία τους.
Οι
δεσμοί μεταξύ της επιχειρηματικής ευθύνης και των φορέων κοινωνικής οικονομίας,
εμπνέουν τη σκέψη για το συνεταιριστικό μοντέλο στη διαδικασία μετάβασης προς
μια κοινωνία με λιγότερους αποκλεισμούς και καλύτερη βιωσιμότητα.
Πιο συγκεκριμένα, η συνεισφορά τους στην επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης
αυξάνεται, προωθώντας την χωρίς αποκλεισμούς, βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, την
απασχόληση, τηναξιοπρεπή εργασία για όλους, τη μείωση των ανισοτήτων. Έτσι, αποσαφηνίζονται
οι σχέσεις μεταξύ της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, της εταιρικής
κοινωνικής ευθύνης και της υπεύθυνης επιχειρηματικής συμπεριφοράς.
ΤΟ
ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ
Από
τους ερευνητές που εστιάζουν στο μέλλον των συνεταιρισμών, άλλοι υπογραμμίζουν
την αναγκαιότητά τους, άλλοι εντοπίζουν τους κρίσιμους τομείς δραστηριοτήτων
είτε αναφέρουν τρόπους ενδυνάμωσης των συνεταιριστικών πρωτοβουλιών, ενώ άλλοι
εκφράζουν ανησυχίες.
Πάντως, πολλοί πολιτικοί και νομοθέτες επεξεργάζονται σχέδια για να
δημιουργηθούν όροι που θα επιτρέψουν στους συνεταιρισμούς να ανταγωνίζονται τις
επιχειρήσεις επενδυτών, χωρίς να εγκαταλείψουν τον κοινωνικό και πολιτιστικό
προσανατολισμό τους. Ορισμένες κυβερνήσεις μάλιστα σχεδιάζουν να αυξήσουν τη
χρηματοδότηση για ανάπτυξη των συνεταιρισμών,
συμπεριλαμβανομένου του κεφαλαίου κίνησης. Όλες όμως οι κυβερνήσεις, εκ της
θέσεώς τους, έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν πολύτιμες συμβουλές και να
διευκολύνουν την ίδρυση συνεταιρισμών. Εκτός από την συμβουλευτική και την
άμεση οικονομική βοήθεια, ορισμένες κυβερνήσεις σχεδιάζουν φορολογικά και άλλα
οικονομικά κίνητρα.
Κάθε
“συνεταιριστική περίπτωση” όμως είναι διαφορετική. Για παράδειγμα, ενώ οι
μικροί και νέοι συνεταιρισμοί χρειάζονται στοχευμένη χρηματοδότηση και βοήθεια
για την ανάπτυξη ικανοτήτων και τις οργανωτικές πτυχές, οι μεγαλύτεροι
συνεταιρισμοί χρειάζονται περισσότερη υποστήριξη σε διεθνές, υπερεθνικό και
εθνικό επίπεδο, για να επιτύχουν τους στόχους τους σε ότι αφορά τον
“επαγγελματισμό”. Σε αυτό θα βοηθούσε ένα αποτελεσματικό καταστατικό του
Ευρωπαϊκού Συνεταιρισμού, καθώς και η αντιμετώπιση προβλημάτων που οφείλονται
σε διασυνοριακά ζητήματα, στην ελάχιστη κεφαλαιακή απαίτηση, σε περίπλοκες
γραφειοκρατικές διαδικασίες εθνικών
νομοθεσιών.
Ανεξάρτητα
από την αναγκαιότητα των συνεταιρισμών που την αναδεικνύουν οι παγκόσμιες,
περιφερειακές και τοπικές οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες,
το μέλλον τους σε κάποιες περιπτώσεις, είναι απρόβλεπτο καθώς υπάρχει τάση
μείωσης εγγραφών νέων μελών αλλά και κεφαλαίων.
Σε γενικές γραμμές, το μέλλον των συνεταιρισμών είναι πιθανό να υποσκάπτεται
από εσωτερικά εμπόδια όπως η ανικανότητα διοίκησης, η “ύβρις” (κακή χρήση,
διαφθορά, αλαζονεία) αλλά και από ορισμένες μορφές αυτο-διαχείρισης (radicalself-management).
Τα εξωτερικά εμπόδια περιλαμβάνουν τις κυρίαρχες καπιταλιστικές δυνάμεις, την
πλήρη περιθωριοποίηση της συνεταιριστικής εκπαίδευσης από την εκμάθηση
οικονομικών και διοίκησης επιχειρήσεων, ενώ νέες μορφές απασχόλησης, όπως π.χ.
η gig economy, αποτελούν μια νέα πρόκληση αλλά και απειλή.
Συχνά,
οι συνεταιρισμοί αντιμετωπίζουν αβεβαιότητα από τη νομοθεσία και τις αποφάσεις
περί ανταγωνισμού, ενώ οι αποκλίνουσες
εθνικές νομοθεσίες περιπλέκουν τα πράγματα. Επίσης, πολλές αποφάσεις για την
επιχειρηματικότητα, δεν λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες του συνεταιριστικού
επιχειρηματικού μοντέλου (π.χ. όσον αφορά τη χρηματοδότηση ή την εκπαίδευση).
Μέσα σε ένα δαιδαλώδες οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, ορισμένοι
ισχυρίζονται ότι η οργανωτική μορφή των συνεταιρισμών καλείται να αλλάξει, π.χ.
προς την κατεύθυνση πιο υβριδικών δομών.
Για
να είναι πιο ανταγωνιστικοί και εξωστρεφείς, πολλοί συνεταιρισμοί εισάγουν την
“επιχειρηματική” διοίκηση. Επίσης, τείνουν να βασίζονται περισσότερο σε
προϊόντα και λιγότερο σε περιοχές, πράγμα που έχει αρνητικό αντίκτυπο στην
εκπροσώπηση των μελών τους. Επί πλέον, τείνουν να αλλάξουν τις ιδιοκτησιακές
τους δομές προκειμένου να προσελκύσουν περισσότερα κεφάλαια. Στον αγροτικό
τομέα, για παράδειγμα, οι ομοσπονδιακοί συνεταιρισμοί τείνουν να εξαφανιστούν ή
να γίνουν ιδιοκτησία των αγροτών αντί των χρηστών. Οι επιπτώσεις που
προκαλούνται από αλλαγές στις πολιτικές, στους ρυθμιστικούς φορείς, στα
ιδρύματα συνεταιριστικής υποστήριξης και στις κοινωνικές πολιτιστικές
συμπεριφορές, επηρεάζουν την τήρηση των συνεταιριστικών αρχών.
Καταληκτικά,
θα μπορούσε να επισημανθεί ότι στην εποχή μας, διευρύνονται τα πεδία για τις
συλλογικές δραστηριότητες και πρωτοβουλίες. Τα πεδία αυτά σχετίζονται με την
προστασία του περιβάλλοντος και την αειφορική διαχείριση των φυσικών πόρων, τις
εναλλακτικές μορφές ενέργειας, τις ψηφιακές και φιλοπεριβαλλοντικές
τεχνολογίες, την απασχόληση, την φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, τον
μαρασμό της υπαίθρου, την εξωστρέφεια, ιδιαίτερα σπουδαία για τις περιπτώσεις
προϊόντων και υπηρεσιών που η ποιότητά τους “συνθλίβεται” στη μικρή αγορά του
εσωτερικού και δεν ανταμείβεται επαρκώς, όπως συμβαίνει με πολλά τρόφιμα και
καλλιτεχνικά δημιουργήματα. Πεδία επίσης στα οποία το δημόσιο αδυνατεί ενώ το
υψηλό κόστος ή η χαμηλή ζήτηση δεν προσελκύει το ενδιαφέρον επιχειρηματιών. Ως
ενδεικτικές περιπτώσεις, θα μπορούσαν να αναφερθούν η αντιμετώπιση της
απομόνωσης και του κοινωνικού αποκλεισμού, η εκπαίδευση και κατάρτιση, οι
υπηρεσίας υγείας - πρωτοβάθμιας φροντίδας, οι κοινωνικές υπηρεσίες, κ.λπ.
ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΗ
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Μέσα
από τις πολλές παγκόσμιες απειλές, οι διεθνείς εξελίξεις αναδεικνύουν νέες
ανάγκες και νέες ευκαιρίες για τους συνεταιρισμούς, ενώ εμφανίζονται νέα
εργαλεία συλλογικής δράσης. Υιοθετώντας τη θεωρία της δημιουργικής καταστροφής,
τολμούμε να ισχυρισθούμε ότι το κλείσιμο μεγάλου αριθμού “αποτυχημένων”
συνεταιρισμών στην Ελλάδα, ιδιαίτερα αγροτικών, εξ αιτίας εσωτερικών και
εξωτερικών παραγόντων, μπορεί να οδηγήσει σε εκ νέου σύσταση, αναζωογόνηση,
επανίδρυση, επανεφεύρεση των συνεταιρισμών, απαλλαγμένων όμως από τα λάθη και
τις “ασθένειες” που τους κατέστρεψαν. Σε αυτό βοηθά η παρουσία συνεταιρισμών
που λειτουργούν υποδειγματικά, με αξιοζήλευτη αποτελεσματικότητα, και μπορούν
να μεταδώσουν την πολύτιμη εμπειρία τους.