Δευτέρα 4 Απριλίου 2016

Μέρος Δ' - Hagen Henrÿ, Κατευθυντήριες γραμμές για την Συνεταιριστική Νομοθεσία

Μέρος 4:

Κατάρτιση νόμου για τους Συνεταιρισμούς



1. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ


Η κατάρτιση νόμου απαιτεί τον εντοπισμό των πραγματικών νομοθετών στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο κόσμο, όπου η έννοια του δικαίου αλλάζει ριζικά και όπου η κατάρτιση νόμου μεταβάλλεται ταχέως1 και απαιτεί να ληφθεί υπόψη μια ευρεία έννοια του δικαίου (βλέπε Πλαίσιο 2). Επί πλέον, η διαφορά μεταξύ της κατάρτισης νόμου για τους φορείς που συγκροτούνται από μέλη, όπως οι συνεταιρισμοί, και της κατάρτισης νόμου για άλλους φορείς πρέπει να ληφθεί υπόψη.

Δεδομένου ότι η ίδια η ιδέα της συνεργασίας βασίζεται στη συμμετοχή, συνιστάται να υιοθετηθεί μια συμμετοχική προσέγγιση στην κατάρτιση νόμου για συνεταιρισμούς. Αυτή η μέθοδος αποτελεί την οργανική σύνδεση μεταξύ της κατάρτισης, διάδοσης και εφαρμογής του νόμου. Το δικαίωμα συμμετοχής στον ορισμό και το σχεδιασμό του νόμου, το δικαίωμα συμμετοχής στις ιδέες της δικαιοσύνης, κατά τη δημιουργία νομικών δομών, και το δικαίωμα να χρησιμοποιείται νόμος για την αλλαγή νόμου είναι ανθρώπινα δικαιώματα.2 Στην κατάρτιση νόμου για συνεταιρισμούς, τα δικαιώματα αυτά δεν περιορίζονται στους συνεταιριστές. Κάθε νόμος πρέπει να συμβιβάσει τα γενικά συμφέροντα με τα ιδιαίτερα συμφέροντα των συγκεκριμένων ενδιαφερόμενων μερών.

Αυτή η συμμετοχική προσέγγιση πρέπει να ενταχθεί στο πλαίσιο των διαδικασιών που προβλέπονται στο αντίστοιχο εθνικό Σύνταγμα, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι το κείμενο εντάσσεται στο νομικό σύστημα και είναι επίσης σεβαστό από μη συνεταιριστές.

2. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ


Ο συνεταιριστικός νόμος, από μόνος του, δεν αλλάζει τίποτα. Για να αναδυθεί και / ή να ευημερήσει μια αποτελεσματική και αποδοτική συνεταιριστική κίνηση, ο νόμος πρέπει να εφαρμοστεί. Προκειμένου να εφαρμοστεί ο νόμος πρέπει να γίνει κατανοητός. Είναι γνωστό ότι σε πολλές χώρες η επίσημη γλώσσα και, ειδικότερα, το νομικό λεξιλόγιο, δεν έχει αφομοιωθεί από τους αποδέκτες του νόμου, οι οποίοι είναι συχνά ακόμα και αγράμματοι. Αν και δεν υπονοείται ότι οι δυσκολίες που σχετίζονται με την εφαρμογή του νόμου περιορίζονται σε ζητήματα γλώσσας, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η μέγιστη προσοχή πρέπει να επικεντρωθεί στη διάδοση του συνεταιριστικού νόμου. Αυτός ο ρόλος ανήκει τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην συνεταιριστική κίνηση.3

Ορισμένες χώρες έχουν οδηγούς κατανόησης της κύριας καθομιλούμενης γλώσσας και οργανώνουν εκστρατείες εκλαΐκευσης σε εθνικό επίπεδο. Σε μια παρόμοια κίνηση, συνεταιριστικές οργανώσεις ανωτέρου επιπέδου έχουν ετοιμάσει οδηγούς ή σχολιασμένες εκδοχές της νομοθεσίας, και το διαδίκτυο χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο για να διαδώσει και να εξηγήσει νομοθετικές διατάξεις. Για τα υπόλοιπα, η επιτυχής εφαρμογή του νόμου εξαρτάται κυρίως από την κατάλληλη θεσμική υποστήριξη, όπως η αποτελεσματική καταχώρηση, ο έλεγχος, οι υπηρεσίες παρακολούθησης και προώθησης με τα απαραίτητα οικονομικά μέσα και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό.

3. ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ


Η Σύσταση 193 της ΔΟΕ, Παράγραφος 18. (δ), αναφέρει ότι «η διεθνής συνεργασία θα πρέπει να διευκολύνεται μέσω: [...] της ανάπτυξης, όπου είναι δικαιολογημένη και εφικτή, και μέσω διαβούλευσης με τους συνεταιρισμούς, τις ενδιαφερόμενες εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις, κοινές περιφερειακές και διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές και νομοθεσία για την υποστήριξη των συνεταιρισμών». Η παγκοσμιοποίηση και η κατάλληλη αξιολόγηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων των τύπων επιχειρήσεων διευκολύνονται από την εναρμόνιση των συνεταιριστικών νόμων. Η εναρμόνιση απαιτεί διασυνοριακή σύγκριση, όχι μόνο των υφιστάμενων νομικών κανόνων, αλλά και των αρχών που τις διέπουν.4 Επίσης εθνικές και περιφερειακές μεταρρυθμίσεις νόμων απαιτούν συγκρίσεις, καθώς οι νομοθέτες δεν μπορεί να πειραματίζονται και ως εκ τούτου πρέπει να βασίζονται σε ξένη εμπειρία. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να αποφεύγονται λάθη του παρελθόντος, τα οποία συχνά αποτελούνταν από απερίσκεπτες μεταφορές νομοθετικής τεχνογνωσίας. Περισσότερο από ό,τι πριν, η τέχνη των νομοθετών θα συνίσταται στην εναρμόνιση των νομοθεσιών, χωρίς να συγχέονται οι νόμοι με το δίκαιο και χωρίς να συγχέεται νόμος με νόμο.5

Η αναζήτηση συνεταιριστικών νόμων, που αντικατοπτρίζουν καλύτερα την πολιτιστική πολυμορφία στο πλαίσιο μιας χώρας ή μεταξύ χωρών, είναι μια πρόκληση. Είναι ένα ευαίσθητο έργο, επειδή θα μπορούσε να νοηθεί ότι πηγαίνει ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και θα μπορούσε να διατρέχει τον κίνδυνο να προκαλέσει τη διάλυση συνεταιριστικών κινήσεων, λόγω εγκατάλειψης πάρα πολλών από τα κοινά χαρακτηριστικά τους. Όμως, η επιλογή δεν είναι μεταξύ ενός ενιαίου συστήματος και της πολιτιστικής πολυμορφίας. Η επιλογή είναι πολιτιστική ποικιλομορφία στην ανθρώπινη ενότητα.

Σ

υμπέρασμα


Η στροφή προς την θεώρηση των συνεταιρισμών ως ιδιωτικών επιχειρήσεων ειδικού τύπου, που οι άνθρωποι επιλέγουν για να οργανώσουν τις δραστηριότητές τους, και όχι την οποία οι άνθρωποι αναγκάζονται να "επιλέξουν", διότι είναι η μόνη διαθέσιμη μορφή επιχείρησης, αντιμετωπίζει δύο μεγάλες προκλήσεις, μια πολιτική και μια νομική. Η πολιτική συνίσταται στην αποτελεσματική "απαγόρευση" της εργαλειοποίησης των συνεταιρισμών όπως στο παρελθόν. Πολλοί είναι εκείνοι που συνεχίζουν να προτείνουν το σχηματισμό ή / και την προώθηση των συνεταιρισμών ως πανάκειας. Πολλοί είναι εκείνοι που θα ήθελαν αυτή την πανάκεια, που θα εφαρμόζεται μόνο όταν επέλθει η κρίση, όταν οι κυβερνήσεις δεν ενδιαφέρονται για κοινωνική δικαιοσύνη ή, σε ένα πιο σύγχρονο πλαίσιο, όταν η οικονομία δεν είναι αρκετά πράσινη, ή όταν ο πλημμελής σχεδιασμός ιδιωτικοποιήσεων των δημόσιων υπηρεσιών αφήνει ένα αυξανόμενο αριθμό των ανθρώπων που δεν έχουν πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, κλπ. Η νομική συνίσταται στο ξεθώριασμα της ιδιαιτερότητας των συνεταιρισμών στη νομοθεσία. Η αντιστροφή αυτής της τάσης απαιτεί συγκεκριμένες επιλογές πολιτικής, για τις οποίες οι επιστημονικές συμβουλές δεν είναι άμεσα διαθέσιμες. Η συνεταιριστική έρευνα, γενικά, και η συγκριτική έρευνα για την συνεταιριστική νομοθεσία ειδικότερα, δεν καταλαμβάνουν υψηλή θέση στο πρόγραμμα έρευνας και εκπαίδευσης.

Παράρτημα 1:

Δήλωση της Διεθνούς Συνεταιριστικής Ένωσης (ICA)

για την συνεταιριστική ταυτότητα



Ορισμός

Συνεταιρισμός είναι μια αυτόνομη ένωση προσώπων η οποία συγκροτείται εθελοντικά για την αντιμετώπιση των κοινών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αναγκών και επιδιώξεών τους διά μέσου μιας συνιδιόκτητης και δημοκρατικά ελεγχόμενης επιχείρησης.

Αξίες

Οι συνεταιρισμοί διέπονται στις αξίες της αυτοβοήθειας, της αυτευθύνης, της δημοκρατίας, της ισότητας, της ισοτιμίας και της αλληλεγγύης. Ακολουθώντας την παράδοση των πρωτεργατών τα μέλη των συνεταιρισμών στηρίζονται στις ηθικές αξίες της εντιμότητας, της διαφάνειας, της κοινωνικής υπευθυνότητας και της μέριμνας για τους άλλους.

ΑΡΧΕΣ: Οι συνεταιριστικές αρχές αποτελούν τις κατευθυντήριες γραμμές με τις οποίες οι συνεταιρισμοί θέτουν σε εφαρμογή τις αξίες τους.

1η Αρχή: Εθελοντική και ελεύθερη συμμετοχή.
Οι συνεταιρισμοί είναι εθελοντικές οργανώσεις, ανοικτές σε όλα τα πρόσωπα που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες τους και επιθυμούν να αποδεχθούν τις ευθύνες του μέλους, χωρίς διακρίσεις φύλου, κοινωνικού επιπέδου, φυλής, πολιτικών πεποιθήσεων ή θρησκείας.

2η Αρχή: Δημοκρατική διοίκηση εκ μέρους των μελών.
Οι συνεταιρισμοί είναι δημοκρατικές οργανώσεις ελεγχόμενες από τα μέλη τους, τα οποία συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση της πολιτικής τους και στη λήψη των αποφάσεων. Άνδρες και γυναίκες που προσφέρουν υπηρεσίες ως αιρετοί εκπρόσωποι είναι υπόλογοι στα μέλη. Στους πρωτοβάθμιους συνεταιρισμούς τα μέλη έχουν ίσα δικαιώματα ψήφου (κάθε μέλος μία ψήφο) και στους συνεταιρισμούς ανωτέρου βαθμού οργανώνονται επίσης με δημοκρατικό τρόπο.

3η Αρχή: Οικονομική συμμετοχή των μελών.
Τα μέλη συμμετέχουν ισότιμα και διαχειρίζονται δημοκρατικά το κεφάλαιο του συνεταιρισμού. Ένα μέρος τουλάχιστον από το κεφάλαιο αυτό αποτελεί συνήθως την κοινή περιουσία του συνεταιρισμού. Τα μέλη συνήθως απολαμβάνουν περιορισμένη αποζημίωση ή καθόλου για το κεφάλαιο που καταθέτουν για να γίνουν μέλη. Τα μέλη διαθέτουν τα πλεονάσματα για οποιονδήποτε ή για όλους από τους ακόλουθους σκοπούς: α) Ανάπτυξη του συνεταιρισμού, ενδεχομένως με τη δημιυργία αποθεματικών, από τα οποία μέρος τουλάχιστον θα είναι αδιανέμητα, β) Απόδοση στα μέλη ανάλογα με τις συναλλαγές τους με τον συνεταιρισμό και γ) Υποστήριξη άλλων δραστηριοτήτων που εγκρίνονται από τα μέλη.

4η Αρχή: Αυτονομία και ανεξαρτησία.
Οι συνεταιρισμοί είναι αυτόνομες οργανώσεις αυτοβοήθειας, διοικούμενες από τα μέλη τους. Εάν συνάπτουν συμφωνίες με άλλους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων, ή αντλούν κεφάλαια από εξωτερικές πηγές, είναι σ’ αυτό ελεύθεροι, ακολουθώντας κανόνες που διασφαλίζουν τη δημοκρατική διοίκηση από τα μέλη και διατηρούν τη συνεταιριστική αυτονομία.

5η Αρχή: Εκπαίδευση, κατάρτιση και πληροφόρηση.
Οι συνεταιρισμοί παρέχουν εκπαίδευση και κατάρτιση στα μέλη τους, στα αιρετά μέλη της διοίκησης, στα διευθυντικά στελέχη και στους υπαλλήλους, ώστε να μπορούν να συμβάλλουν αποτελεσματικά στην ανάπτυξη των συνεταιρισμών τους. Παρέχουν πληροφόρηση στο κοινό - ιδιαίτερα στους νέους και στους διαμορφωτές της κοινής γνώμης - σχετικά με τη φύση και τα οφέλη της συνεργασίας.

6η Αρχή: Συνεργασία μεταξύ συνεταιρισμών.
Οι συνεταιρισμοί υπηρετούν με τη μέγιστη αποτελεσματικότητα τα μέλη τους και ισχυροποιούν τη συνεταιριστική κίνηση όταν συνεργάζονται μεταξύ τους δια μέσου οργανώσεων τοπικού, εθνικού, περιφερειακού και διεθνούς επιπέδου.

7η Αρχή: Ενδιαφέρον για την κοινότητα.
Οι συνεταιρισμοί εργάζονται για τη βιώσιμη ανάπτυξη των κοινοτήτων τους, με πολιτικές που εγκρίνονται από τα μέλη τους.


(Εγκρίθηκε στο Μάντσεστερ (Ηνωμένο Βασίλειο) στις 23 Σεπτεμβρίου του 1995)



Παράρτημα 2:

Κατευθυντήριες γραμμές

των Ηνωμένων Εθνών

που στοχεύουν στη δημιουργία υποστηρικτικού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών (2001)



Στόχοι
1. Τόσο στη Γενική Συνέλευση και στο Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο όσο και στις μεγαλύτερες πρόσφατες διεθνείς συνδιασκέψεις, οι Κυβερνήσεις έχουν αναφερθεί στη σημασία των συνεταιρισμών ως συλλόγων και ως επιχειρήσεων μέσω των οποίων οι πολίτες μπορούν αποτελεσματικά να βελτιώσουν τη ζωή τους, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλουν στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική αναβάθμιση των κοινοτήτων και των χωρών τους. Έχουν αναγνωρίσει τη συνεταιριστική κίνηση ως ένα διακριτό και σημαντικό εταίρο, τόσο σε εθνικές όσο και σε διεθνείς υποθέσεις.
2. Οι Κυβερνήσεις αναγνωρίζουν ότι η συνεταιριστική κίνηση είναι έντονα δημοκρατική, τοπικά αυτόνομη αλλά διεθνώς διαρθρωμένη, και αποτελεί μια μορφή οργάνωσης συλλόγων και επιχειρήσεων μέσω των οποίων οι ίδιοι οι πολίτες στηρίζονται στην αυτοβοήθεια και στη δική τους ευθύνη για να πετύχουν στόχους που περιλαμβάνουν όχι μόνο οικονομικούς αλλά κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς σκοπούς, όπως η υπέρβαση της φτώχειας, η εξασφάλιση παραγωγικής απασχόλησης και η ενθάρρυνση της κοινωνικής ενσωμάτωσης.
3. Ως εκ τούτων, οι Κυβερνήσεις επιδιώκουν να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον στο οποίο οι συνεταιρισμοί να μπορούν να συμμετέχουν επί ίσοις όροις με τις άλλες μορφές επιχειρήσεων και να αναπτύσσουν μια αποτελεσματική συνεργασία, ώστε να επιτυγχάνουν τους στόχους τους. Τα μέτρα πολιτικής οφείλουν να προστατεύουν και να προάγουν το δυναμικό των συνεταιρισμών στην υποβοήθηση των μελών τους να επιτυγχάνουν τους ιδιαίτερους στόχους τους και με αυτόν τον τρόπο να συμβάλλουν στα ευρύτερα οράματα της κοινωνίας.
4. Όμως, τέτοια μέτρα πολιτικής μπορούν να είναι αποτελεσματικά μόνο εάν παίρνουν υπ’ όψη τους τον ειδικό χαρακτήρα των συνεταιρισμών και της συνεταιριστικής κίνησης, η οποία διαφέρει σημαντικά από τον χαρακτήρα των συλλόγων και των επιχειρήσεων που δεν είναι οργανωμένες με βάση τις συνεταιριστικές αξίες και αρχές.
5. Σκοπός των κατευθυντήριων γραμμών του παρόντος είναι να προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες στις Κυβερνήσεις και να διατυπώσει γενικές αρχές στις οποίες θα μπορούσε κάλλιστα να στηριχθεί η εθνική συνεταιριστική πολιτική, αναγνωρίζοντας ότι πιο ειδικά και λεπτομερειακά μέτρα εθνικής πολιτικής εμπίπτουν στην ευθύνη κάθε Κυβέρνησης. Εξαιτίας των προσδοκιών των κυβερνήσεων από τους συνεταιρισμούς και των ταχέως μεταβαλλομένων παγκοσμίων συνθηκών και των αλλαγών στην ίδια τη συνεταιριστική κίνηση, πολλά μέτρα πολιτικής στα περισσότερα από τα Κράτη Μέλη των Ηνωμένων Εθνών θα είχαν να ωφεληθούν από μια επανεξέταση, και, σε μερικές περιπτώσεις, από μια ουσιαστική αναθεώρηση.


Πολιτική αναφερόμενη στους συνεταιρισμούς και στη συνεταιριστική κίνηση
6. Ο σκοπός της πολιτικής είναι να δώσει τη δυνατότητα αναγνώρισης των συνεταιρισμών ως νομικών προσώπων και να εξασφαλίσει, σε αυτούς και σε όλες τις οργανώσεις και φορείς που ιδρύονται από τη συνεταιριστική κίνηση, πραγματική ισότητα με συλλόγους και άλλα νομικά πρόσωπα. Για την εξασφάλιση ισότητας, οι ειδικές αξίες και αρχές των συνεταιρισμών πρέπει να τύχουν πλήρους αναγνώρισης, ως επιθυμητές και επωφελείς για την κοινωνία και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να είναι βέβαιο ότι τα ειδικά χαρακτηριστικά και οι πρακτικές τους να μην αποτελούν αιτία για οποιαδήποτε διάκριση ή δυσμενή μεταχείριση.
7. Για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός, οι Κυβερνήσεις ασχολούνται με τη δημιουργία, και τη συντήρηση, καθώς οι συνθήκες αλλάζουν, ενός ενθαρρυντικού περιβάλλοντος για τη συνεταιριστική ανάπτυξη. Ως μέρος ενός τέτοιου περιβάλλοντος, θα μπορούσε να εξετασθεί μια αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ Κυβερνήσεων και της συνεταιριστικής κίνησης.
Δημόσια αναγνώριση
8. Είναι ορθό και χρήσιμο οι Κυβερνήσεις να γνωστοποιήσουν δημοσίως την ειδική συμβολή, τόσο σε ποσοτικούς όσο και σε ποιοτικούς όρους, της συνεταιριστικής κίνησης στην εθνική οικονομία και κοινωνία. Ο από κοινού εορτασμός της Παγκόσμιας Ημέρας των Συνεταιρισμών και της Παγκόσμιας Συνεταιριστικής Ημέρας, που οργανώνεται από τη Διεθνή Συνεταιριστική Ένωση, ως επακόλουθο των ψηφισμάτων 47/90, 49/155 και 51/58 της Γενικής Συνέλευσης, μπορούν να αποτελέσουν την ευκαιρία κατά την οποία να παρέχεται δημόσια ενημέρωση για τη συνεταιριστική κίνηση.
Νομικές, δικαστικές και διοικητικές 9.Κατάλληλη πρόβλεψη είναι αναγκαία στη νομική, δικαστική και διοικητική πρακτική, για να μπορούν οι συνεταιρισμοί να συμβάλλουν θετικά στη βελτίωση της ζωής των μελών τους και των κοινοτήτων στις οποίες λειτουργούν. Οι νομικές διατάξεις μπορούν να λάβουν τις διάφορες μορφές που είναι κατάλληλες στα επιμέρους εθνικά νομικά συστήματα. Η θέση, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συνεταιρισμών και της συνεταιριστικής κίνησης γενικότερα, και, εάν απαιτείται, ειδικών κατηγοριών συνεταιρισμών ή ευδιάκριτων στοιχείων του συνεργατισμού, πρέπει να εξετάζονται.
10. Εθνικά συντάγματα: Η νομιμότητα των συνεταιρισμών και της συνεταιριστικής κίνησης θα μπορούσε να αναφέρεται σε αυτά τα νομικά κείμενα, εάν απαιτείται. Διατάξεις που περιορίζουν την ίδρυση και λειτουργία συνεταιρισμών, πρέπει με κατάλληλο τρόπο να τροποποιηθούν.
11. Γενικός νόμος για συνεταιρισμούς ή το γενικό μέρος ενός ενιαίου νόμου για συνεταιρισμού: Ένας γενικός νόμος για τους συνεταιρισμούς ή ειδικοί νόμοι για τους συνεταιρισμούς ή νόμοι στους οποίους υπάγονται οι συνεταιρισμοί, θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι συνεταιρισμοί απολαμβάνουν πραγματική ισότητα με τα άλλα είδη συλλόγων και επιχειρήσεων και να μην υφίστανται δυσμενή μεταχείριση εξαιτίας του ειδικού χαρακτήρα τους. Οι νόμοι οφείλουν να περιλαμβάνουν το ακόλουθο βασικό σύνολο θέσεων, ορισμών και διατάξεων:
- Αναγνώριση ότι η οργάνωση συλλόγων και επιχειρήσεων επί τη βάσει των συνεταιριστικών αξιών και αρχών είναι νόμιμη.
- Αναγνώριση της χρησιμότητας της συνεταιριστικής προσέγγισης στους συλλόγους και στις επιχειρήσεις, της συμβολής της στην εθνική ζωή και τη θέση της συνεταιριστικής κίνησης ως ενός σημαντικού εταίρου στην κοινωνία.
- Ορισμό των συνεταιρισμών, χρησιμοποιώντας τη «Δήλωση για τη συνεταιριστική ταυτότητα», που έχει υιοθετηθεί από τη Διεθνή Συνεταιριστική Ένωση το 1995.
- Αναγνώριση της μοναδικής φύσης των αξιών και των αρχών του συνεργατισμού και ως εκ τούτου της ανάγκης για ξεχωριστή μεταχείριση από το νόμο και στην πράξη.
- Δέσμευση ότι ούτε η ιδιαίτερη φύση τους ούτε η ξεχωριστή και διακριτή μεταχείρισή τους από το νόμο και την πράξη πρέπει να αποτελέσουν την αιτία δυσμενούς μεταχείρισή τους, σκόπιμης ή όχι.
- Δέσμευση ότι δεν θα υπάρξει νόμος ή πρακτική που θα περιορίζει τα δικαιώματα των πολιτών για πλήρη συμμετοχή στη συνεταιριστική κίνηση, με οποιαδήποτε ιδιότητα που είναι συμβατή με τις αξίες και τις αρχές της και δεν θα περιορίζει τη δραστηριοποίηση αυτής της κίνησης.
- Μέριμνα ώστε ένας γενικός νόμος θα ισχύει σε όλες τις κατηγορίες συνεταιρισμών, αλλά για να υπάρξει πρόνοια για την κατάσταση σε ορισμένες κατηγορίες συνεταιρισμών, ειδικοί νόμοι είναι δυνατό να θεσπίζονται, συμβατοί με τον γενικό νόμο.
- Προϋπόθεση είναι ότι όλοι οι δικανικοί και διοικητικοί κανόνες και πρακτικές θα στηρίζονται στον γενικό ή στους ειδικούς νόμους για τους συνεταιρισμούς, ότι όλοι οι κανόνες ευκρινώς θα καθορίζουν τις διατάξεις του νόμου στις οποίες στηρίζονται και τον σκοπό για τον οποίο καθιερώνονται.
- Αναγνώριση της πλήρους αυτονομίας και της δυνατότητας αυτορρύθμισης της συνεταιριστικής κίνησης.
- Διαβεβαίωση ότι παρεμβάσεις από τις Κυβερνήσεις στα εσωτερικά ζητήματα της συνεταιριστικής κίνησης, θα περιορίζονται αυστηρά σε μέτρα που ισχύουν γενικά και εξίσου για όλους τους συλλόγους και τις επιχειρήσεις, με σκοπό να διαπιστωθεί η τήρηση του νόμου.
- Προσαρμογές μπορούν να γίνονται μόνο για να διασφαλισθεί πραγματική ισότητα μεταχείρισης.
- Προσδιορισμό των ευθυνών της συνεταιριστικής κίνησης για αυτορρύθμιση σε όλα τα θέματα που χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα αυτή.
- Πρόβλεψη ώστε τα κείμενα των νόμων και των κανόνων να είναι διαθέσιμα σε όλα τα συνεταιρισμένα μέλη και στους υπαλλήλους.
- Πρόβλεψη ώστε εκπρόσωποι της συνεταιριστικής κίνησης να μετέχουν πλήρως στην προετοιμασία ειδικών νόμων ή δικανικών ή διοικητικών κανόνων και οδηγιών αναφερόμενων στην πρακτική.
- Πρόβλεψη τήρησης δημόσιου μητρώου συνεταιρισμών, ως μέρους της διαδικασίας καταγραφής όλων των ενώσεων προσώπων και επιχειρήσεων.
- Πρόβλεψη για διαδικασίες συνεχούς παρακολούθησης και τακτικής επανεξέτασης του νόμου και της πρακτικής, που πρέπει να περιλαμβάνουν την πλήρη και ισότιμη συμμετοχή εκπροσώπων της συνεταιριστικής κίνησης και για ενθάρρυνση της έρευνας για την επίδραση του νόμου και της πρακτικής στο περιβάλλον για τους συνεταιρισμούς.
- Εδραίωση της ευθύνης των Κυβερνήσεων να διαμορφώνουν και να εφαρμόζουν μια πολιτική για τους συνεταιρισμούς, η οποία να επιδιώκει να διαμορφώσει ένα υποστηρικτικό και ενθαρρυντικό περιβάλλον, ενώ θα αποφεύγεται οποιαδήποτε εμπλοκή στην αυτονομία της συνεταιριστικής κίνησης και οποιοσδήποτε περιορισμός της δυνατότητάς της για υπεύθυνη αυτορρύθμιση και θα επιζητείται επίσης η συμμετοχή σε αποτελεσματική και ισότιμη συνεργασία με την κίνηση σε όλα τα θέματα, όπου μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στη διαμόρφωση και εφαρμογή της κρατικής πολιτικής.
-Αναγνώριση της αξίας της κυβερνητικής υποστήριξης για τη διεθνή συνεταιριστική κίνηση, στην οποία περιλαμβάνεται υποστήριξη μέσω διακυβερνητικών δραστηριοτήτων, και
- καθορισμός των τομέων ευθύνης της συνεταιριστικής κίνησης ως ενός μεγάλου εταίρου στην κοινωνία, στο βαθμό που οι ευθύνες αυτές είναι συμβατές προς την πλήρη της αυτονομία.
12. Ειδικοί νόμοι για ορισμένες κατηγορίες συνεταιρισμών: Σε αρμονία με τις βασικές διατάξεις της γενικής συνεταιριστικής νομοθεσίας, και σε αναγνώριση της ιδιαίτερης φύσης δραστηριοτήτων ορισμένων συνεταιρισμών, ενδέχεται να κρίνεται ορθό να γίνουν ειδικές διατάξεις στο νόμο για ορισμένους τύπους κατηγοριών συνεταιρισμών προς διαφύλαξη της δυνατότητάς τους να απολαμβάνουν πραγματική ισότητα με άλλους τύπους συλλόγων και επιχειρήσεων και να μην υφίστανται δυσμενή μεταχείριση εξαιτίας του ειδικού τους χαρακτήρα.
13. Δικαστική και διοικητική πρακτική αναφερόμενη ειδικά στους συνεταιρισμούς: Οι πρακτικές αυτές οφείλουν να είναι συμβατές με τον γενικό νόμο για τους συνεταιρισμούς και ειδικότερα με τις διατάξεις του που αναφέρονται σε αυτές τις πρακτικές.
14. Άλλοι νόμοι και πρακτικές, που ενδέχεται να επηρεάζουν τους συνεταιρισμούς. Οι Κυβερνήσεις οφείλουν να αποκλείουν ή να αφαιρούν διατάξεις οποιουδήποτε νόμου που κάνουν διακρίσεις εις βάρος των συνεταιρισμών ή είναι προκατειλημμένες ειδικά εναντίον τους. Οι Κυβερνήσεις οφείλουν να δημιουργούν ένα περιβάλλον που να δίνει τη δυνατότητα στους συνεταιρισμούς να εντοπίζουν και να αναφέρουν περιπτώσεις που χρειάζονται τροποποίηση.
15. Παρακολούθηση επανεξέταση και αναθεώρηση νόμων και δικαστικών και διοικητικών πρακτικών: Αυτό είναι αναγκαίο για να διασφαλισθεί ότι η επίπτωση των νόμων και των δικαστικών και διοικητικών πρακτικών για τη συνεταιριστική κίνηση είναι απολύτως θετική. Εφόσον εντοπισθούν, διατάξεις που εισάγουν διακρίσεις πρέπει να καταστούν αδρανείς όσο το δυνατό ενωρίτερα ενόψει ψήφισης αναθεωρημένου νόμου ή έκδοσης αναθεωρημένων κανόνων και κατευθύνσεων εφαρμογής. Η διαδικασία αυτή οφείλει να επιδιώκει έγκαιρη και πλήρη αποσύνδεση της Κυβέρνησης από τα εσωτερικά ζητήματα των συνεταιρισμών και της συνεταιριστικής κίνησης, όπου κάτι τέτοιο ακόμη υπάρχει, και πλήρη λειτουργική εφαρμογή της αρχής ότι οι συνεταιρισμοί, αν και διαφορετικοί, είναι ίσοι με άλλες επιχειρήσεις και αστικές ενώσεις.
16. Για τους σκοπούς αυτούς, επίσημες διαδικασίες διαβούλευσης και συνεργασίας πρέπει να θεσπισθούν και να περιλαμβάνουν τακτική και πλήρη συμμετοχή της συνεταιριστικής κίνησης. (Η συνεταιριστική κίνηση) μπορεί επίσης να επωφεληθεί από τα ειδικά προγράμματα και τις οδηγίες που προσφέρονται από εξειδικευμένους διεθνείς συνεταιριστικούς οργανισμούς και διακυβερνητικές οργανώσεις.
Έρευνα, στατιστική και πληροφόρηση
17. Έρευνα. Με δεδομένη τη σημασία της συνεταιριστικής κίνησης, ίσως είναι εύλογο να προσδοκάται συνεργασία στην έρευνα μεταξύ φορέων της κυβέρνησης και της συνεταιριστικής κίνησης σε θέματα σχετικά με τη δημόσια πολιτική, τη δημοσιότητα, την ευρεία διάδοση των ερευνητικών αποτελεσμάτων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προέρχονται από τη διεθνή συνεταιριστική κίνηση, από διακυβερνητικούς οργανισμούς και τα Ηνωμένα Έθνη. Έμφαση πρέπει να δίδεται σε εφαρμοσμένη έρευνα άμεσης χρησιμότητας για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των συνεταιρισμών, τη διοχέτευση ωφελημάτων στην κοινωνία και στη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ της συνεταιριστικής κίνησης και των Κυβερνήσεων.
18. Στατιστική: Αρκετά μέτρα μπορούν να ληφθούν για να βελτιώσουν τα στατιστικά στοιχεία για τους συνεταιρισμούς και αναφορικά με αυτούς, ενόψει της υπαγωγής των στατιστικών στοιχείων των συνεταιρισμών στα τακτικά προγράμματα της εθνικής στατιστικής υπηρεσίας και συμμετοχής σε διεθνείς προσπάθειες βελτίωσης των στατιστικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης της καθιέρωσης ενός ομοιόμορφου συνόλου ορισμών προς χρήση των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών.
19. Πληροφόρηση. Με δεδομένο ότι οι Κυβερνήσεις ρυθμίζουν και γενικά επηρεάζουν τη διάχυση των πληροφοριών, κάποια μέτρα μπορεί ν’ αποδειχθούν χρήσιμα για τη διεύρυνση της γνώσης της συνεταιριστικής κίνησης και την υπέρβαση προκαταλήψεων και παρανοήσεων:
-επέκταση της τεχνικής και της χρηματοδοτικής βοήθειας σε έκταση ίση με τη διατιθέμενη σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη,
-διασφάλιση ότι δεν υπάρχει διάκριση εξαιτίας της διαφορετικής φύσης των συνεταιρισμών,
- ίση και χωρίς διακρίσεις πρόσβαση από τη συνεταιριστική κίνηση σε όλα τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, κατ’ αναλογία με τη συμβολή της στην εθνική ζωή,
-χρησιμοποίηση θετικών ενεργειών για την υπέρβαση της προκατάληψης και της παραπληροφόρησης όπου ο όρος συνεταιρισμός συνδέεται με προηγούμενη και ακατάλληλη χρήση,
-διάδοση μέσω των δημόσιων μέσων ενημέρωσης υλικού για διακυβερνητικές δραστηριότητες, που αναλαμβάνονται σε συνεργασία με συνεταιρισμούς ή με την υποστήριξη των συνεταιρισμών,
-διάδοση έντυπων ή ηλεκτρονικών πληροφοριών, που προετοιμάζονται από κυβερνητικούς ή διακυβερνητικούς φορείς, με την ίδια προτεραιότητα και τους ίδιους πόρους που διαθέτονται για πληροφόρηση για άλλα ενδιαφερόμενα μέρη.


Εκπαίδευση
20. Δεδομένης της σημαντικής συμβολής της συνεταιριστικής κίνησης στην εκπαίδευση, ένας αριθμός ενθαρρυντικών μέτρων θα μπορούσαν να είναι χρήσιμα, περιλαμβανομένης της χορήγησης δημόσιων πόρων εάν διατίθενται για άλλες μορφές επιχειρήσεων για εκπαιδευτικά προγράμματα. Οι Κυβερνήσεις μπορούν επίσης να εξετάσουν τη υπαγωγή στα εθνικά προγράμματα σπουδών όλων των επιπέδων, των αξιών, των αρχών, της ιστορίας, την σημερινή και την δυνητική συμβολή της συνεταιριστικής κίνησης στην εθνική κοινωνία, και ενθάρρυνση και υποστήριξη εξειδικευμένων σπουδών για συνεταιρισμούς στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Χορήγηση δημόσιων πόρων
21. Χρηματοδοτική αυτο-στήριξη, συνολική υπευθυνότητα και πλήρης ανεξαρτησία αποτελούν ζωτικά χαρακτηριστικά για μια αποτελεσματική συνεταιριστική επιχείρηση.
Η άριστη αντιμετώπιση από απόψεως πολιτικής, είναι εκείνη κατά την οποία οι συνεταιρισμοί απολαμβάνουν την ίδια μεταχείριση όπως οποιαδήποτε άλλη μορφή επιχείρησης. Μερικά άλλα μέτρα έχουν αξία:
-Αναγνώριση και προστασία του ειδικού χαρακτήρα των συνεταιρισμών και αποφυγή, στο νόμο ή στην πρακτική, οποιασδήποτε διάκρισης ως απόρροια του ειδικού χρηματοδοτικού καθεστώτος, την οργάνωση και το μάνατζμεντ των συνεταιρισμών.
-Αποφυγή οποιασδήποτε, άμεσης ή έμμεσης εμπλοκής στα εσωτερικά χρηματοδοτικά ζητήματα των συνεταιρισμών ή της συνεταιριστικής κίνησης και αναγνώριση της πλήρους υπευθυνότητας της κίνησης για τα δικά της χρηματοδοτικά ζητήματα, και
- προώθηση συνεργασιών με συνεταιριστικούς χρηματοδοτικούς φορείς, σε θέματα όπως κοινοτική και περιφερειακή ανάπτυξη, με στήριξη στην εμπειρία τους στην κινητοποίηση και στη διαχείριση κεφαλαίου, με τρόπο και για σκοπούς ενισχυτικούς του δημόσιου οφέλους.


Θεσμικές ρυθμίσεις για συνεργασία και συμπόρευση
22. Όλες οι Κυβερνητικές μονάδες και τα όργανα που έχουν επαφές με τη συνεταιριστική κίνηση, πρέπει να έχουν ενημέρωση και να ενεργούν εναρμονισμένα με την εθνική πολιτική για τους συνεταιρισμούς. Για να επιτευχθεί εναρμόνιση, θα απαιτηθούν ορισμένες συντονιστικές δραστηριότητες στο εσωτερικό της Κυβέρνησης καθώς και σύνδεσμος με τη συνεταιριστική κίνηση.
23. Είναι ενδεδειγμένο να υπάρχει ένα ενιαίο τμήμα ή γραφείο υπεύθυνο για τον κεντρικό συντονισμό, με δραστηριότητες σημείου αναφοράς και διασύνδεσης και κυρίως τις ακόλουθες:
-επεξεργασία μιας ενιαίας εθνικής διεξοδικής πολιτικής για τους συνεταιρισμούς,
-διαμόρφωση κατευθύνσεων για συνεπή εφαρμογή από το σύνολο της Κυβέρνησης, συμπεριλαμβανόμενης της παρακολούθησης και επανεξέτασης της εφαρμογής.
-συνεργασία με τα νομικά τμήματα στην προετοιμασία σχεδίων γενικού και ενδεχομένως ειδικών νόμων, και
-λειτουργία ως σύνδεσμος για συμβουλές και συνεργασία με τη συνεταιριστική κίνηση.
24. Η πιο αποτελεσματική οργανωτική τοποθέτηση της εν λόγω οντότητας θα ήταν στο τμήμα που ήδη ευθύνεται για δραστηριότητες στρατηγικής και συντονισμού, όπως το γραφείο του πρωθυπουργού ή του προέδρου ή του υπευθύνου για την οικονομική διαχείριση ή τον αναπτυξιακό σχεδιασμό.
25. Μια θεσμική διάρθρωση η οποία παρέχει τη δυνατότητα τακτικής διαβούλευσης και αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ Κυβερνήσεων και της συνεταιριστικής κίνησης θα ήταν πολύτιμη.
26. Η ύπαρξη ενός συνδέσμου μεταξύ διακυβερνητικών προγραμμάτων και της διεθνούς συνεταιριστικής κίνησης θα πρέπει να υποστηριχθεί.




Παράρτημα 3:

Σύσταση Νο 193 του 2002
της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) για την προώθηση των Συνεταιρισμών


Δ

ΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Σύσταση 193

ΣΥΣΤΑΣΗ ΣΧΕΤΙΚΗ ΜΕ ΤΗΝ
ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ


Η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας

Η οποία συγκλήθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και συνήλθε στη Γενεύη στις 3 Ιουνίου 2002 στην ενενηκοστή -δεύτερη σύνοδο,

Αφού ανεγνώρισε την σημασία των συνεταιρισμών για την δημιουργία θέσεων εργασίας, για την κινητικότητα του ανθρωπίνου δυναμικού και για την ενεργοποίηση των επενδύσεων καθώς επίσης και για την συμβολή τους στην οικονομία,

Αφού ανεγνώρισε ότι οι συνεταιρισμοί υπό τις ποικίλες μορφές τους συμβάλλουν στην πλήρη συμμετοχή ολόκληρου του πληθυσμού στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη,

Αφού ανεγνώρισε ότι η παγκοσμιοποίηση είναι για τους συνεταιρισμούς πηγή πιέσεων, προβλημάτων και προκλήσεων αλλά και πηγή νέων και ποικίλων ευκαιριών και ότι κατ’ αυτήν επικρατούν πιο ισχυρές μορφές ανθρώπινης αλληλεγγύης σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο ούτως ώστε να ευνοείται μια δικαιότερη διανομή των πλεονεκτημάτων της παγκοσμιοποίησης,

Αφού έλαβε υπ’ όψη την Διακήρυξη της Δ.Ο.Ε., η οποία αφορά στις αρχές και στα θεμελιώδη δικαιώματα σχετικά με την εργασία και η οποία υιοθετήθηκε από τη Διεθνή Συνδιάσκεψη Εργασίας στην ογδοηκοστή -έκτη σύνοδό της (1998),

Αφού έλαβε υπ’ όψη τα δικαιώματα και τις αρχές, τα οποία έχουν διατυπωθεί στις διεθνείς συμβάσεις και συστάσεις για την εργασία, ιδιαιτέρως δε : την σύμβαση για την αναγκαστική εργασία (1930), την σύμβαση για την συνδικαλιστική εργασία (1930), την σύμβαση για την συνδικαλιστική ελευθερία και την προστασία της συνδικαλιστικής ελευθερίας (1948), την σύμβαση για την συλλογική οργάνωση και διαπραγμάτευση (1949), την σύμβαση για την ισότητα μισθών και ημερομισθίων (1951), την σύμβαση για την κοινωνική ασφάλιση (ελάχιστο όριο) (1952), την σύμβαση για την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίας (1957), την σύμβαση για την πολιτική της απασχόλησης (1964), την σύμβαση για το ελάχιστο όριο ηλικίας (1973), την σύμβαση και την σύσταση για τις οργανώσεις των εργατών της γης (1975), την σύμβαση και την σύσταση για την αξιοποίηση του ανθρωπίνου δυναμικού (175), την σύμβαση για την πολιτική της απασχόλησης (συμπληρωματικές διατάξεις) (1984), την σύσταση για την δημιουργία θέσεων εργασίας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (1998) και την σύμβαση για τις χειρότερες μορφές παιδικής εργασίας (1999),

Υπενθυμίζοντας την αρχή της Διακήρυξης της Φιλαδελφείας, σύμφωνα με την οποία «η εργασία δεν αποτελεί εμπόρευμα»,
Υπενθυμίζοντας ότι η επίτευξη αξιοπρεπούς εργασίας για τους εργαζομένους, όπου και αν ευρίσκονται αυτοί, αποτελεί πρωταρχικό στόχο της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας,

Αφού αποφάσισε να υιοθετήσει διάφορες διατάξεις για την προαγωγή των συνεταιρισμών, θέμα το οποίο αποτελεί το τέταρτο σημείο της ημερήσιας διάταξης της συνόδου,

Αφού αποφάσισε οι διατάξεις αυτές να λάβουν την μορφή μιας Σύστασης,

Υιοθετεί σήμερα εικοστή ημέρα του Ιουνίου του έτους δύο χιλιάδες -δύο την ακόλουθη Σύσταση η οποία θα αναφέρεται ως Σύσταση για την Προαγωγή των Συνεταιρισμών (2002).

Ι. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ

  1. Αναγνωρίζεται ότι οι συνεταιρισμοί δραστηριοποιούνται σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Η Σύσταση αυτή εφαρμόζεται σε όλες τις κατηγορίες και μορφές συνεταιρισμών.

  1. Στα πλαίσια της Σύστασης αυτής, με τον όρο «συνεταιρισμός» νοείται μια αυτόνομη και εθελοντική ένωση προσώπων με σκοπό την ικανοποίηση κοινών τους οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αναγκών και προσδοκιών διαμέσου κοινής ιδιόκτητης και με δημοκρατικό τρόπο, διοικούμενης επιχείρησης.

  1. Η προώθηση και ισχυροποίηση της συνεταιριστικής ταυτότητας θα πρέπει να γίνει με βάση τα εξής :

(α) τις συνεταιριστικές αξίες της αυτοβοήθειας, της αυτευθύνης, της δημοκρατίας, της ισότητας, της αλληλεγγύης, όπως επίσης και τις ηθικές αξίες της τιμιότητας, της ελευθερίας, της κοινωνικής υπευθυνότητας και της μέριμνας για τους άλλους, και

(β) τις συνεταιριστικές αρχές όπως αυτές διατυπώθηκαν από το διεθνές συνεταιριστικό κίνημα και όπως αυτές αναφέρονται σε προσαρτώμενο Παράρτημα. Οι αρχές αυτές είναι: η προαιρετική και ελεύθερη συμμετοχή των μελών, η αυτονομία και ανεξαρτησία, η οικονομική συμμετοχή των μελών, η εκπαίδευση, κατάρτιση και ενημέρωση, η συνεργασία μεταξύ συνεταιρισμών και η μέριμνα για την περιρρέουσα κοινότητα.

  1. Πρέπει να υιοθετηθούν μέτρα για να προωθηθεί ο συνεταιριστικός θεσμός σε όλες τις χώρες και τούτο ανεξαρτήτως του βαθμού ανάπτυξής τους, με σκοπό να ενισχυθούν οι συνεταιρισμοί και τα μέλη τους για να:
(α) ιδρύσουν και αναπτύξουν οικονομικές δραστηριότητες και βιώσιμη και αξιοπρεπή απασχόληση

(β) αναπτύξουν τις δυνατότητες του ανθρωπίνου δυναμικού και την γνώση των συνεταιριστικών αξιών καθώς και τα πλεονεκτήματα και τα ευεργετικά αποτελέσματα του συνεταιριστικού κινήματος διαμέσου της συνεταιριστικής εκπαίδευσης και κατάρτισης

(γ) αναπτύξουν τις επιχειρησιακές δυνατότητες, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών και διοικητικών δεξιοτήτων,

(δ) ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους και επιτύχουν επίσης την πρόσβασή τους στις αγορές και στους χρηματοδοτικούς θεσμούς,

(ε) αυξήσουν την αποταμίευση και τις επενδύσεις,
(στ) βελτιώσουν την κοινωνική και οικονομική ευημερία, λαμβάνοντας υπ’ όψη την ανάγκη για εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων,

(ζ) συμβάλουν στην αειφόρο ανάπτυξη του ανθρώπου, και

(η) ιδρύσουν και διευρύνουν ένα βιώσιμο και δυναμικό, διακριτό δε, τομέα της οικονομίας ο οποίος να περιλαμβάνει τους συνεταιρισμούς, σε τρόπο που αυτός να ανταποκρίνεται στις κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες της κοινωνίας.

  1. Η υιοθέτηση ειδικών μέτρων, πρέπει να υποστηριχθεί σε τρόπο που να επιτρέψει στους συνεταιρισμούς να ανταποκριθούν, ως αλληλέγγυες επιχειρήσεις και οργανώσεις, στις ανάγκες των μελών της αλλά και στις ανάγκες της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των μη–προνομιούχων ομάδων με σκοπό την κοινωνική τους ένταξη.

ΙΙ. ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ

  1. Για λόγους κοινωνικής αρμονίας, επιβάλλεται να υπάρχουν ισχυροί δημόσιοι και ιδιωτικοί τομείς (της οικονομίας) καθώς και ισχυρός συνεταιριστικός και αλληλοβοηθητικός τομέας, αλλά και άλλες κοινωνικές και μη-κυβερνητικές οργανώσεις. Οι κυβερνήσεις οφείλουν, στα πλαίσια αυτά, να υιοθετήσουν μια ευνοϊκή πολιτική και ένα νομικό καθεστώς, τα οποία να συμφωνούν με την ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά των συνεταιρισμών, και να έχουν ως βάση τις συνεταιριστικές αξίες και αρχές οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 3, με σκοπό να:

(α) καθιερώσουν ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο να εξασφαλίζει την ταχύτερη, απλούστερη, μη δαπανηρή, και όσο είναι δυνατόν σίγουρη έγκριση των συνεταιρισμών,

(β) προωθήσουν πολιτικές οι οποίες θα έχουν ως σκοπό να επιτρέψουν την δημιουργία καταλλήλων συνεταιριστικών αποθεματικών των οποίων ένα τουλάχιστον μέρος θα πρέπει να είναι αδιαίρετο, καθώς και δημιουργία ταμείου αλληλεγγύης

(γ) προβλέψουν μέτρα εποπτείας των συνεταιρισμών τα οποία να συμβαδίζουν με την ταυτότητα και τις χαρακτηριστικές τους λειτουργίες, να προστατεύουν την αυτονομία τους, να είναι σύμφωνα με την νομοθεσία και την πρακτική του κράτους στο θέμα αυτό και, τέλος, τα μέτρα αυτά να μη είναι λιγότερο ευνοϊκά από εκείνα που εφαρμόζονται σε άλλες κατηγορίες επιχειρήσεων και οργανώσεων κοινωνικού χαρακτήρα.

(δ) διευκολύνουν την προσχώρηση των συνεταιρισμών σε συνεταιριστικές δομές ανταποκρινόμενες στις ανάγκες των μελών τους,

(ε) ενθαρρύνουν την ανάπτυξη των συνεταιρισμών ως αυτονόμων και αυτοδιοικουμένων επιχειρήσεων, ιδίως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι συνεταιρισμοί μπορούν να παίξουν ένα σημαντικό ρόλο ή να προσφέρουν υπηρεσίες τις οποίες δεν μπορούν να προσφέρουν άλλοι φορείς.

  1. (1) Η προώθηση των συνεταιρισμών, βασισμένη στις αξίες και αρχές οι οποίες διατυπώνονται στην παράγραφο 3, πρέπει να θεωρείται ως ένας από τους πυλώνες της εθνικής και παγκόσμιας οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης.

(2) Οι συνεταιρισμοί οφείλουν να επωφεληθούν από εκείνες τις συνθήκες οι οποίες ενώ είναι σύμφωνες με την νομοθεσία και τις εθνικές πρακτικές, δεν είναι λιγότερο ευνοϊκές από αυτές που αφορούν σε άλλες κατηγορίες επιχειρήσεων και κοινωνικών οργανώσεων. Οι κυβερνήσεις οφείλουν να λάβουν, αν τούτο επιβάλλεται, μέτρα στήριξης των συνεταιριστικών δραστηριοτήτων οι οποίες αφορούν σε ορισμένους στόχους κοινωνικής και κρατικής πολιτικής, όπως η προώθηση της απασχόλησης ή η ανάπτυξη δραστηριοτήτων προς όφελος κοινωνικών ομάδων ή περιοχών υποβαθμισμένων. Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να συμπεριλάβουν, μεταξύ άλλων και στο μέτρο του δυνατού, φορολογικές ελαφρύνσεις, δάνεια, δωρεές και διευκολύνσεις για συμμετοχή σε προγράμματα δημοσίων έργων καθώς και ειδικές διατάξεις για θέματα αγορών του Δημοσίου.

(3) Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στο ζήτημα της αυξημένης συμμετοχής των γυναικών σε όλα τα επίπεδα του συνεταιριστικού κινήματος, ιδιαίτερα δε στον τομέα διοίκησης και διεύθυνσης.

8. (1) Η εθνική πολιτική στο θέμα των συνεταιρισμών οφείλει κυρίως :

(α) να προωθήσει τις βασικές νομικές διατάξεις εργασίας της Δ.Ο.Ε. καθώς και την Διακήρυξη της Δ.Ο.Ε. την σχετική με τις βασικές αρχές και τα δικαιώματα εργασίας για όλους τους εργαζομένους των συνεταιρισμών, χωρίς εξαίρεση καμία,

(β) να λάβει μέτρα σε τρόπο που να μη μπορούν να δημιουργηθούν συνεταιρισμοί ή να μη μπορούν να χρησιμοποιηθούν (οι υπάρχοντες) για την καταστρατήγηση της εργατικής νομοθεσίας και για την δημιουργία καμουφλαρισμένων εργασιακών σχέσεων, απαγορεύοντας έτσι τους ψευδο-συνεταιρισμούς οι οποίοι παραβιάζουν τα δικαιώματα των εργαζομένων και φροντίζοντας ούτως ώστε τα εργατικά δικαιώματα να εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις παντός είδους,

(γ) να προωθήσει την ισότητα των φύλων στους συνεταιρισμούς και στις δραστηριότητές τους,

(δ) να λάβει τα κατάλληλα μέτρα ούτως ώστε στον τομέα της οικονομίας οι συνεταιρισμοί να εφαρμόζουν τις καλλίτερες εργασιακές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης και της πρόσβασης στην ενημέρωση επί επικαίρων θεμάτων,

(ε) να αναπτύξει τις τεχνικές και επαγγελματικές δεξιότητες, τις επιχειρησιακές και διευθυντικές ικανότητες, τις γνώσεις για τις δυνατότητες των συναλλαγών και γενικώς την οικονομική και κοινωνική πολιτική επαγγελματικής κατάρτισης των μελών, των εργαζομένων και των διευθυντών των συνεταιρισμών, βελτιώνοντας τους όρους πρόσβασής τους στην τεχνολογία της πληροφόρησης και της επικοινωνίας

(στ) να προωθήσει την διδασκαλία των συνεταιριστικών αρχών και των υφισταμένων πρακτικών εφαρμογής τους καθώς και της επιμόρφωσης που αφορά σε αυτές, σε όλα τα επίπεδα όλων των εθνικών συστημάτων παιδείας και κατάρτισης και σε ολόκληρη την κοινωνία,

(ζ) να προωθήσει την λήψη μέτρων σχετικών με την ασφάλεια και την υγεία στους χώρους εργασίας,

(η) να λάβει μέτρα για την επιμόρφωση και για την βοήθεια κάθε άλλης μορφής σε τρόπο που να βελτιωθεί το επίπεδο της παραγωγικότητας και συναγωνιστικότητας των συνεταιρισμών όπως επίσης και η ποιότητα των αγαθών και υπηρεσιών τα οποία προσφέρουν αυτοί,

(θ) να διευκολύνει την πρόσβαση των συνεταιρισμών στη δανειοδότηση, (ι) να διευκολύνει την είσοδο των συνεταιρισμών στις αγορές,

(κ) να διευκολύνει την ενημέρωση του κοινού για τους συνεταιρισμούς,

(κα) να επιδιώξει να βελτιωθούν τα στατιστικά στοιχεία για τους συνεταιρισμούς με σκοπό την χρησιμοποίησή τους για την μελέτη και εφαρμογή της αναπτυξιακής πολιτικής.

(2) Η εθνική πολιτική θα πρέπει, επίσης :

(α) να αποκεντρώσει τις δομές και την εφαρμογή της πολιτικής ρυθμίσεων και διοίκησης οι οποίες αφορούν στους συνεταιρισμούς, μεταφέροντας αυτές, εάν υπάρχει ανάγκη, στο περιφερειακό και τοπικό επίπεδο,

(β) να προσδιορίσει τις νομικές υποχρεώσεις των συνεταιρισμών σε θέματα όπως η εγγραφή τους σε μητρώο, ο οικονομικός και κοινωνικός έλεγχός τους και η επίτευξη αδειών κάθε μορφής,

(γ) να προωθήσει τις δέουσες πρακτικές σε θέματα αυτοδιοίκησης των συνεταιρισμών.

9. Οι κυβερνήσεις οφείλουν να προωθήσουν τον σημαντικό ρόλο των συνεταιρισμών στην μετατροπή δραστηριοτήτων οι οποίες συχνά είναι βραχύβιες (δραστηριότητες οι οποίες ενίοτε χαρακτηρίζονται με τον όρο «άτυπη οικονομία») σε άλλες μορφές οι οποίες απολαμβάνουν νομικής προστασίας και εντάσσονται πλήρως στην οικονομική ζωή.

ΙΙΙ. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΩΝ
ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ

10. (1) Τα Κράτη – Μέλη οφείλουν να υιοθετήσουν νομοθεσία και ειδικούς κανονισμούς για τους συνεταιρισμούς βασισμένους στις συνεταιριστικές αξίες και αρχές οι οποίες διατυπώνονται στην παράγραφο 3 καθώς και να αναθεωρούν αυτή την νομοθεσία και αυτούς τους κανονισμούς όταν επιβάλλεται τούτο.
(2) Οι κυβερνήσεις οφείλουν να συμβουλεύονται τις συνεταιριστικές οργανώσεις όπως επίσης τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων, σε θέματα εκπόνησης και αναθεώρησης της νομοθεσίας, της πολιτικής και των κανονισμών επί των συνεταιρισμών.

11. (1) Οι κυβερνήσεις οφείλουν να διευκολύνουν την πρόσβαση των συνεταιρισμών σε υπηρεσίες στήριξης με σκοπό να ενισχύσουν και να βελτιώσουν την οικονομική τους βιωσιμότητα και την ικανότητά τους να δημιουργούν θέσεις εργασίας και διαχείρισης εισοδημάτων.

(2) Στο μέτρο του δυνατού, οι υπηρεσίες στήριξης των συνεταιρισμών πρέπει να συμπεριλαμβάνουν τα εξής :

α) προγράμματα αξιοποίησης του ανθρωπίνου δυναμικού

β) έρευνες και συμβουλές για την διαχείριση

γ) συμμετοχή στη δανειοδότηση και στις επενδύσεις

δ) λογιστικά και έλεγχος

ε) ενημέρωση σε θέματα διαχείρισης

στ) πληροφόρηση και δημόσιες σχέσεις

ζ) συμβουλές σε θέματα τεχνολογίας και εκσυγχρονισμού

η) νομικές και φορολογικές συμβουλές

θ) υπηρεσίες στήριξης και εμπορίας

ι) λοιπές υπηρεσίες στήριξης, εάν παρίσταται ανάγκη.

(3) Οι κυβερνήσεις οφείλουν να διευκολύνουν την οργάνωση υπηρεσιών στήριξης. Οι συνεταιρισμοί και οι οργανώσεις τους πρέπει να ενθαρρύνονται να συμμετέχουν στην οργάνωση και στη διαχείριση αυτών των υπηρεσιών και αν τούτο είναι δυνατό και ωφέλιμο, στη χρηματοδότησή τους.

(4) Οι κυβερνήσεις οφείλουν να αναγνωρίζουν το ρόλο των συνεταιρισμών και των οργανώσεών τους, δημιουργώντας το κατάλληλο πλαίσιο και τα μέσα για να ιδρυθούν και να αναπτυχθούν οι συνεταιρισμοί σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.

12. Οι κυβερνήσεις οφείλουν να υιοθετούν, σε περίπτωση ανάγκης, κατάλληλα μέτρα για να διευκολύνουν την πρόσβαση των συνεταιρισμών στη χρηματοδότηση των επενδύσεών τους καθώς και στη δανειοδότηση. Τα μέτρα πρέπει κυρίως :

α) να επιτρέπουν την πρόσβαση σε δανειοδοτήσεις και σε άλλες πιστωτικές πηγές
β) να απλοποιούν τις διοικητικές διαδικασίες, να θεραπεύουν σε κάθε επιβαλλόμενη περίπτωση την ανεπάρκεια των κεφαλαίων των συνεταιρισμών και να μειώνουν το κόστος των συναλλαγών δανειοδότησης.

γ) να προτιμούν ένα αυτόνομο σύστημα δανειοδότησης των συνεταιρισμών, συμπεριλαμβανομένων των αποταμιευτικών και πιστωτικών συνεταιρισμών, τις συνεταιριστικές τράπεζες και τους ασφαλιστικούς συνεταιρισμούς.

δ) να προβλέπουν την υιοθέτηση ειδικών διατάξεων για τις λιγότερο ευνοημένες κατηγορίες ατόμων.

13. Για την ανάδειξη του συνεταιριστικού κινήματος, οι κυβερνήσεις οφείλουν να διαμορφώνουν συνθήκες οι οποίες να ευνοούν την ανάπτυξη τεχνικών, εμπορικών και χρηματιστικών δεσμών μεταξύ όλων των κατηγοριών συνεταιρισμών με σκοπό να διευκολυνθούν η μεταξύ τους ανταλλαγή εμπειριών και η συμμετοχή στα πλεονεκτήματα και στους κινδύνους.

IV. ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ, ΤΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

14. Οι οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων, αναγνωρίζοντας τον σημαντικό ρόλο των συνεταιρισμών σε θέματα υλοποίησης των στόχων της αειφόρου ανάπτυξης, οφείλουν να αναζητήσουν, σε συμφωνία με τους συνεταιρισμούς, τις διαδικασίες και τα μέσα περαιτέρω προώθησης των συνεταιρισμών.

15. Οι οργανώσεις εργοδοτών οφείλουν να προβλέπουν, όταν τούτο επιβάλλεται, την διεύρυνση της συμμετοχής σε αυτές των συνεταιρισμών οι οποίοι επιθυμούν να γίνουν μέλη τους, όπως επίσης και να τους προσφέρουν κατάλληλες υπηρεσίες στήριξης, με τους ίδιους όρους που τις προσφέρουν στα μέλη τους.

16. Οι οργανώσεις των εργαζομένων οφείλουν να :

α) συμβουλεύουν και να στηρίζουν τους εργαζομένους των συνεταιρισμών για να γίνουν μέλη τους

β) να βοηθούν τα μέλη τους να ιδρύουν συνεταιρισμούς με στόχο, εκτός των άλλων, να προμηθεύονται αγαθά και να απολαμβάνουν υπηρεσίες πρώτης ανάγκης.

γ) να συμμετέχουν σε επιτροπές και ομάδες εργασίας σε επίπεδο τοπικό, εθνικό και διεθνές, οι οποίες είναι αρμόδιες για θέματα οικονομικής και κοινωνικής σημασίας με συνέπειες για τους συνεταιρισμούς

δ) να βοηθούν και να συμμετέχουν στην ίδρυση νέων συνεταιρισμών με σκοπό την δημιουργία θέσεων εργασίας ή την διατήρηση των υφισταμένων σε περίπτωση διακοπής λειτουργίας επιχειρήσεων

ε) να βοηθούν και να συμμετέχουν σε προγράμματα τα οποία στοχεύουν στην βελτίωση της παραγωγικότητας των συνεταιρισμών στ) να προωθούν την ισότητα ευκαιριών για τους εργαζομένους στους συνεταιρισμούς

ζ) να προάγουν την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων- μελών των συνεταιρισμών

η) να αναλάβουν κάθε άλλη δραστηριότητα για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της εκπαίδευσης και κατάρτισης.

17. Οι συνεταιρισμοί και οι οργανώσεις οι οποίες τους εκπροσωπούν, πρέπει να προσπαθούν :

α) να δημιουργούν δραστήριες σχέσεις με τις εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις καθώς και με τους κυβερνητικούς και μη-κυβερνητικούς φορείς με σκοπό την διαμόρφωση ενός ευνοϊκού κλίματος για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών

β) να διαχειρίζονται τις δικές τους υπηρεσίες στήριξης των συνεταιρισμών, συμβάλλοντας και στη χρηματοδότηση αυτών των υπηρεσιών

γ) να προσφέρουν στους συνεταιρισμούς-μέλη τους εμπορικές και χρηματοδοτικές υπηρεσίες

δ) να βοηθούν και να κάνουν επενδύσεις στην αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού των συνεταιρισμών-μελών τους, των εργαζομένων και των διευθυντών

ε) να βοηθούν στην δημιουργία εθνικών και διεθνών συνεταιριστικών οργανώσεων και να συμμετέχουν σε αυτές ως μέλη

στ) να εκπροσωπούν το συνεταιριστικό κίνημα της χώρας τους εντός αυτής αλλά και διεθνώς

ζ) να αναλαμβάνουν κάθε άλλη δραστηριότητα αναγκαία για την επέκταση των συνεταιρισμών.

V. ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΣΜΟΣ

18. Ο διεθνής συνεργατισμός πρέπει να αναπτυχθεί διαμέσου των εξής ενεργειών :

α) την ανταλλαγή πληροφοριών για την πολιτική και τα προγράμματα τα οποία απεδείχθησαν αποτελεσματικά για την δημιουργία θέσεων εργασίας και την απόκτηση εισοδήματος από τα μέλη των συνεταιρισμών

β) την υποβοήθηση και την προαγωγή των σχέσεων μεταξύ εθνικών και διεθνών συνεταιριστικών φορέων οι οποίοι συμμετέχουν στην ανάπτυξη των συνεταιρισμών, προκειμένου να διευκολύνουν:

i) τις ανταλλαγές προσωπικού και ιδεών, εκπαιδευτικού υλικού και υλικού για την κατάρτιση και μεθοδολογία καθώς και λοιπό σχετικό υλικό.

ii) την συγκρότηση και χρήση υλικού για έρευνες καθώς και άλλων δεδομένων για τους συνεταιρισμούς και την ανάπτυξή τους

iii) την οργάνωση διεθνών ενώσεων και κοινοπραξιών μεταξύ των συνεταιρισμών

iv) την ανάδειξη και την προστασία των συνεταιριστικών αξιών και αρχών (κανόνων)

v) την οργάνωση εμπορικών σχέσεων μεταξύ των συνεταιρισμών

γ) την πρόσβαση των συνεταιρισμών στα εθνικά και διεθνή δεδομένα όπως η πληροφόρηση και οι «αγορές, η νομοθεσία, οι μέθοδοι και οι τεχνικές της κατάρτισης, της τεχνολογίας και της πιστοποίησης των προϊόντων

δ) την εκπόνηση, όταν τούτο επιβάλλεται και είναι δυνατό, περιφερειακών και διεθνών κανονισμών και νομοθεσιών, σε συνεργασία με τις ενδιαφερόμενες συνεταιριστικές, εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις.

VI. ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

19. Η παρούσα Σύσταση αναθεωρεί και αντικαθιστά την προηγούμενη Σύσταση του 1966 για τους συνεταιρισμούς στις αναπτυσσόμενες χώρες.

#

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ Η ΟΠΟΙΑ ΥΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ (ICΑ) ΤΟ 1995.

Οι συνεταιριστικές αρχές αποτελούν κατευθυντήριες διατάξεις οι οποίες επιτρέπουν στους συνεταιρισμούς να θέσουν σε πρακτική εφαρμογή τις συνεταιριστικές αξίες

1η Αρχή: Εθελοντική και ελεύθερη συμμετοχή
Οι συνεταιρισμοί είναι εθελοντικές οργανώσεις, ανοικτές σε όλα τα πρόσωπα που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες τους και επιθυμούν να αποδεχθούν τις ευθύνες του μέλους, χωρίς διακρίσεις φύλου, κοινωνικού επιπέδου, φυλής, πολιτικών πεποιθήσεων ή θρησκείας.

2η Αρχή: Δημοκρατική διοίκηση εκ μέρους των μελών
Οι συνεταιρισμοί είναι δημοκρατικές οργανώσεις ελεγχόμενες από τα μέλη τους, τα οποία συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση της πολιτικής τους και στη λήψη των αποφάσεων. Άνδρες και γυναίκες που προσφέρουν υπηρεσίες ως αιρετοί εκπρόσωποι είναι υπόλογοι στα μέλη. Στους πρωτοβάθμιους συνεταιρισμούς τα μέλη έχουν ίσα δικαιώματα ψήφου (κάθε μέλος μία ψήφο) και στους συνεταιρισμούς ανωτέρου βαθμού οργανώνονται επίσης με δημοκρατικό τρόπο.

3η Αρχή: Οικονομική συμμετοχή των μελών
Τα μέλη συμμετέχουν ισότιμα και διαχειρίζονται δημοκρατικά το κεφάλαιο του συνεταιρισμού. Ένα μέρος τουλάχιστον από το κεφάλαιο αυτό αποτελεί συνήθως την κοινή περιουσία του συνεταιρισμού. Τα μέλη συνήθως απολαμβάνουν περιορισμένη αποζημίωση ή καθόλου για το κεφάλαιο που καταθέτουν για να γίνουν μέλη. Τα μέλη διαθέτουν τα πλεονάσματα για οποιονδήποτε ή για όλους από τους ακόλουθους σκοπούς: α) Ανάπτυξη του συνεταιρισμού, ενδεχομένως με τη δημιουργία αποθεματικών, από τα οποία μέρος τουλάχιστον θα είναι αδιανέμητα, β) Απόδοση στα μέλη ανάλογα με τις συναλλαγές τους με τον συνεταιρισμό και γ) Υποστήριξη άλλων δραστηριοτήτων που εγκρίνονται από τα μέλη.

4η Αρχή: Αυτονομία και ανεξαρτησία
Οι συνεταιρισμοί είναι αυτόνομες οργανώσεις αυτοβοήθειας, διοικούμενες από τα μέλη τους. Εάν συνάπτουν συμφωνίες με άλλους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων, ή αντλούν κεφάλαια από εξωτερικές πηγές, είναι σ’ αυτό ελεύθεροι, ακολουθώντας κανόνες που διασφαλίζουν τη δημοκρατική διοίκηση από τα μέλη και διατηρούν τη συνεταιριστική αυτονομία.

5η Αρχή: Εκπαίδευση, κατάρτιση και πληροφόρηση
Οι συνεταιρισμοί παρέχουν εκπαίδευση και κατάρτιση στα μέλη τους, στα αιρετά μέλη της διοίκησης, στα διευθυντικά στελέχη και στους υπαλλήλους, ώστε να μπορούν να συμβάλλουν αποτελεσματικά στην ανάπτυξη των συνεταιρισμών τους. Παρέχουν πληροφόρηση στο κοινό - ιδιαίτερα στους νέους και στους διαμορφωτές της κοινής γνώμης - σχετικά με τη φύση και τα οφέλη της συνεργασίας.

6η Αρχή: Συνεργασία μεταξύ των συνεταιρισμών
Οι συνεταιρισμοί υπηρετούν με τη μέγιστη αποτελεσματικότητα τα μέλη τους και ισχυροποιούν τη συνεταιριστική κίνηση όταν συνεργάζονται μεταξύ τους δια μέσου οργανώσεων τοπικού, εθνικού, περιφερειακού και διεθνούς επιπέδου.

7η Αρχή: Ενδιαφέρον των συνεταιρισμών για την κοινότητα
Οι συνεταιρισμοί εργάζονται για τη βιώσιμη ανάπτυξη των κοινοτήτων τους, με πολιτικές που εγκρίνονται από τα μέλη τους.

Το πιο πάνω κείμενο είναι το αυθεντικό κείμενο της Σύστασης, δεόντως υιοθετημένο από την Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας κατά την ενενηκοστή σύνοδο η οποία έλαβε χώρα στη Γενεύη και η οποία επερατώθη στις 20 Ιουνίου 2002. Προς πιστοποίηση υπέγραψαν τούτο την εικοστή πρώτη Ιουνίου 2002, οι Jean – Jacques ELMIGER

Ο Πρόεδρος της Συνδιάσκεψης

Juan SOMAVIA
Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.

Το δημοσιευόμενο εδώ κείμενο της Σύστασης αποτελεί ακριβές αντίγραφο του αυθεντικού, το οποίο υπεγράφη από τον Πρόεδρο της Διεθνούς Συνδιάσκεψης Εργασίας και από το Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.

Πλήρες και ακριβές αντίγραφο του επικυρωμένου πρωτοτύπου κατ’ εξουσιοδότηση του Γενικού Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.

Ινστιτούτο Συνεταιρισμών Ελλάδος
Δρ Διόνυσος Μαυρόγιαννης
Γενικός Γραμματέας

Βιβλιογραφία


Η βιβλιογραφία περιέχει τα βιβλιογραφικά δεδομένα που αναφέρονται στις υποσημειώσεις. Μια πιο περιεκτική βιβλιογραφία μπορεί να διατεθεί από τον συγγραφέα.

Alexy, Robert. 1985. “Rechtsregeln und Rechtsprinzipien”, in D. Neil MacCormick et al. (eds.) Conditions of validity and cognition in modern legal thought (Stuttgart, Steiner).
Alianza Cooperativa Internacional. 2009. Ley marco para las cooperativas de America Latina/Framework law for the cooperatives in Latin America/Lei marco para as cooperativas de America Latina, (San José, Costa Rica).
Arranz, Alejandro; Garcia de la Cruz, José Manuel. 1996. “Trabajo autónomo, generación de empleo y economía social”, in CIRIEC (ed.) Economía Social y Empleo, Revista de debate sobre economía pública, social y cooperativa, Julio, pp.96 ff.
Assier-Andrieu, Louis. 1996. Le droit dans les sociétés humaines (Paris, Nathan).
Barnes, William S. 1951. “La société coopérative. Les recherches de droit compare comme instruments de définition d’une institution économique”, in Revue internationale de droit comparé, pp.569 ff.
Barreto, Thomas. 2011. “Penser l´entreprise coopérative: au-delà du réducionnisme du mainstream”, in Annals of Public and Cooperative Economics, Vol 82, Issue 2, pp.187 ff.
Bauchmüller, Michael. “Ein grenzenloses Problem”, in Süddeutsche Zeitung, 17/18.7.2010, p.23.
Becerra, Santiago Niño. 2009. El crash del 2010. Toda la verdad sobre la crisis (Barcelona, Los libros del Lince).
Bernardi, Andrea. 2007. “The Cooperative Difference: Economic, organizational and policy issues”, in Cooperative Management, Vol. 3/no. 2, pp.11 ff.
Birchall, Johnston. 2011. People-centred businesses. Cooperatives, mutuals and the idea of membership (London, Palgrave Macmillan).
Birchall, Johnston and Hammond Ketilson, Lou. 2009. Resilience of the cooperative business model in times of crisis (Geneva, ILO), p.38.
Blackburn, Nadine. 1999. “Desarollo de nuevas herramientas para asegurar la continuidad de las entidades cooperativas financieras”, in Revista de la Cooperación
Internacional, Vol. 32, no. 2/1999, pp.39 ff.
Bogdandy, Armin von. 1999. “Gubernative Rechtsetzung. Eine Neubestimmung der Rechtsetzung und des Regierungssystems unter dem Grundgesetz”, in der Perspektive gemeineuropäischer Dogmatik, (Tübingen, Mohr Siebeck).
—. 2004. “Democrazia, globalizzazione e il futuro del diritto internazionale”, in Rivista di diritto internazionale, pp.317 ff.
Boletín de la Asociación Internacional de Derecho Cooperativo. International Association of Cooperative Law Journal. Nos. 22, 1995; 25, 1996; 29, 1997-II: series of articles on cooperative legislation in European countries. Nos. 23/24, 1995: series of articles on the realization of cooperative principles in different national legislations. Nos. 26-27, 1996; No. 37, 2003: series of articles on new financing instruments.
Burghof, Hans-Peter. 2010. “Vielfältiges Bankensystem besteht die Krise”, in Wirtschaftsdienst, 2010/7, pp.435 ff.
del Burgo, Unai. 2002. “La desnaturalización de las cooperativas”, in Boletín de la Asociación Internacional de Derecho Cooperativo. International Association of Cooperative Law Journal, pp.51 ff.
Chuliá, Francisco Vicent. 2002. “El futuro de la legislación cooperativa”, in CIRIEC España (ed), Revista Jurídica de Economía Social y Cooperativa, Vol. 13/2002, pp.9 ff.
Cid, Mikel. 2004. “Making the social economy work within the global economy”, in: Review of International Co-operation, Vol.97, No.1/ 2004, pp.80 ff.
CIRIEC España. 2002. Revista Jurídica de Economía Social y Cooperativa, No. 13/2002, pp.9 ff.
Communication to the Council and the European Parliament, the European Economic and Social Committee and the Committee of Regions. Communication 23/2/2004 on the promotion of cooperative societies in Europe, COM/2004/0018 final.
Cracogna, Dante. 2006. “Conclusiones sobre normas internacionales de contabilidad”, and “Conclusiones de la red de universidades”, in Revista de la cooperación internacional, Vol. 39, No.1-2006, pp.99 ff.
Cuevas, Carlos E.; Fischer, Klaus P. 2006. Cooperative financial institutions. Issues in governance, regulation, and supervision, World Bank Working Paper No. 82.
Defourny, J. 1992. “Origins, forms and roles of a third major sector”, in J. Defourny and J.-L. Monzon Campos (eds): Économie sociale - The third sector, (Bruxelles, De Boeck).
Defourny, J.; Develtere P. 2001. “The social economy: The worldwide making of a third sector”, in J. Defourny et al. (eds): The worldwide making of the social economy: Innovations and changes, (Leuven, ACCO).
Defourny, J.; Nyssens M. 2009. “Social enterprise: The shaping of a new concept in a comparative regional perspective”, in J. Defourny et al. (eds): Social economy. The worldwide making of a third sector, (Leuven, ACCO).
de Poorter. M. 2011. “Theoretical and empirical arguments to support greater recognition of social economy enterprises and organizations – An international outlook”, Ignire. Available at: http://www.ignire.cl/articulos/theoretical-and-empirical-arguments.html .
Dix ans d’organisation internationale du travail. 1931. Préface par Albert Thomas. (Genève, BIT), pp. 21-64.
Egger, A. 1925. “The cooperative movement and cooperative law”, in International Labour Review, Vol. XII, No. 5, pp.609 ff.
Geissler, Heiner, “Wo bleibt euer Aufschrei?“, in: Die Zeit, 11.11.2004, p.26
“Gemeinwohldemontage”, in: Frankfurter Allgemeine Zeitung, 21.9.2010, p.7; report on the 2010 Meeting of the German Lawyers´ Association (Deutscher Juristentag).
Gervereau, Laurent. 2008. “Pour une écologie culturelle”, in Le Monde, 3 October.
Gide, Charles. 1905. Economie sociale, (Paris, Larose).
Glanz, Stephan; Krügel René; Wyss Andreas, “Lancierung eines internationalen Rechnungslegungsstandards für KMU”, in: Neue Zürcher Zeitung, 17/18.2.2007, p.3
Göler von Ravensburg. 2010. Economic and other benefits of the entrepreneurs´ cooperative as a specific form of enterprise cluster, (Dar es Salaam, International Labour Office).
Gruzinski, Serge. 1999. La pensée métisse, (Paris, Editions Fayard).
Hart, Herbert L.A.1961. The concept of law, (Oxford, Oxford University Press).
Henrÿ, Hagen. 1993. “Structural changes in cooperative movements and consequences for cooperative legislation in western Europe – Finland”, in Ashish Shah (ed): Structural changes in cooperative movements and consequences for cooperative legislation in different regions of the world, (Geneva, International Labour Office), pp.91 ff.
—. 1994. “Cooperative law and human rights”, in The relationship between the state and cooperatives in cooperative legislation, (Geneva, International Labour Office), pp.21 ff.
—. 1997. “Co-operation in cooperative legislation – Some provisional remarks”, in Bernd Harms and Adelheid Kückelhaus (eds): Cooperative development and adjustment in anglophone Africa (Feldafing, German Foundation for International Development), pp.208 ff.
—. 2000. “Genossenschaften als juristische Personen – Konsequenzen für die internationale Beratung bei der Genossenschaftsgesetzgebung in Afrika”, in Michael Kirk, Jost W. Kramer, Rolf Steding (eds): Genossenschaften und Kooperation in einer sich wandelnden Welt. Festschrift für Prof. Dr. Hans-H. Münkner zum 65. (Münster u.a.: LIT Verlag 2000), pp.417 ff.
—. 2001. “Guidelines for cooperative legislation”, in Review of International Co-operation, Vol. 94, no. 2/2001, pp.50 ff.
—. 2002. “Aktuelne tendencije u uporednom zadruznom pravu (Zakon o zadrugama, aktuelne tendencije, idealni sadrzaji)”, in Pravo. Teorija i praska (Novi Sad), Vol 8/2002, pp.48 ff.
—. 2004. Kulturfremdes Recht erkennen. Ein Beitrag zur Methodenlehre der Rechtsvergleichung, (Helsinki, Hakapaino).
—. 2004. Wartosci I zasady spóldzielcze w legislacjach spóldielczych. Panstw Czlonkowskich Unii Europejskiej dotyczacym Statutu Spóldzielni Europejskiej [Cooperative values and principles in the cooperative legislations of the EU Member States and in the EU Regulation on the Statute for a European Cooperative Society (SCE)], in Miedzynarodowy Zwiazek Spóldzielczy Miedzynarodowa Organizacja Pracy, (Warsaw, National Cooperative Council of Poland), pp.3 ff.
—. 2005. Guidelines for cooperative legislation, 2nd revised edition (Geneva, International Labour Organization).
—. 2005. Política y legislación cooperativa (Bogotá, Asociación Colombiana de Cooperativas ASCOOP).
. 2007. Guide de législation coopérative, 2ième éd., revue et corrigée (Genève, Organisation internationale du travail).
—. “The legal structure of cooperatives: Does it matter for sustainable development?”, in Hans Jürgen Rösner und Frank Schulz-Nieswandt (eds): Beiträge der genossenschaftlichen Selbsthilfe zur wirtschaftlichen und sozialen Entwicklung (Berlin: LIT Verlag), Bd.1, pp.199 ff.
—. 2009. Cooperatives, crisis, cooperative Law, paper presented at Expert Group Meeting organized by the Department of Economic and Social Affairs (DESA) of the United Nations “Cooperatives in a world in crisis”, 28-30 April 2009 in New York. Available at: http://www.un.org/esa/socdev/egms/docs/2009/cooperatives/Hagen.pdf
—. “Zur Ent-Rechtlichung sozialer Beziehungen. Das Beispiel der Boden -rechtsgesetzgebungen in Afrika südlich der Sahara: 20 Thesen”, in Erwin Hepperle and Hans Lenk (eds.): Land development strategies: Patterns, risks and responsibilities. Strategien der Raumentwicklung: Strukturen, Risiken und Verant wortlichkeiten (Zürich, vdf Hochschulverlag), pp.221 ff.
—. 2012. “Basics and new features of cooperative law - The case of public international cooperative law and the harmonisation of cooperative laws”, in: Uniform Law Review. Revue de droit uniforme, Vol. XVII, pp.197 ff.
—. “Sustainable development and cooperative law: CSR or CoopSR?”, available at: http://www.ssrn.com/abstract=2103047
—. 2012. Forthcoming. The contribution of the International Labour Organization to the formation of the public international cooperative law, (London, Palgrave).
Herce, Jose A.; Domínguez, Ana Maria; Romereo, Maria. “El cauce ancho de la internacionalización”, in: El País, 1.5.2010, p.29.
International Cooperative Alliance, Asia Pacific. 1997. Soedjono, Ibnoe; Cordero, Mariano. Critical study on cooperative legislation and competitive strength (New Delhi, Document Press).
International Labour Organization (ILO). 1991. 2000. Promotion of cooperatives, Report V(1), International Labour Conference, 88th Session, Geneva, 2000 (Geneva).
—. 1993. Meeting of Experts on Cooperatives, Final Report ,(Geneva).
—. 2007. “The informal economy: Enabling transition to formalization”. Background document to the ILO Tripartite Interregional Symposium on the Informal Economy: Enabling Transition to Formalization, Geneva, 27 – 29 November 2007 (ISIE/207/1).
Israel, Liora. 2009. L´arme du droit (Paris, Presses de Sciences Po).
Jahn, Joachim. “Selbst die Gesetzgebung wird manchmal ‘outgesourct’”, in: Frankfurter Allgemeine Zeitung, 29.9.2010, p.21.
Javillier, Jean-Claude. Forthcoming. “Responsabilité sociétale des entreprises et droit: des synergies indispensables pour un développement durable”, in : Gouvernance, droit international et responsabilité sociétale des entreprises (Genève, OIT), pp.54 ff.
Jeantet, Thierry. 2001. “Die französische Idee der économie sociale: Grundansatz und unternehmerische Umsetzung, in die Zukunft der Genossenschaften” in Wolfgang Harbrecht (ed.): Der Europäischen Union an der Schwelle zum 21. Jahrhundert (Nürnberg), pp.83 ff.
Jessup, Philip C. 1956. Transnational law (New Haven, Yale University), p. 113.
Kemmerer, Alexandra. “Ordnungskraft”, in : Frankfurter Allgemeine Zeitung, 11.1.2007, p.40.
Kennedy, David. 1987. International legal structure (Baden-Baden, Nomos).
Kohler, Berthold. “Im Schatten der Krise”, in: Frankfurter Allgemeine Zeitung, 11.5.2010, p.1.
Koizumi, Tetsunori. 1991. “Cultural diffusion, economic integration and the sovereignty of the nation-state”, in Rechtstheorie, Beiheft 12, pp.313 ff.
Laville, Jean-Louis. 2001. “Un projet d’intégration social et culturel”, in Le monde diplomatique, Octobre, supplément, p. I.
Luttermann, Claus. 1994. “Rechnungslegung ist ein Rechtsakt, kein Marketing”, in: Frankfurter Allgemeine Zeitung, 26.2.2007, p.20.
Meadows, D.H.; Meadows, D.L.; Randers, Jørgen; and Behrens III, W.W. 1972. The limits of growth (New York, Universe Books).
Le monde diplomatique. 2001. “Les promesses de l’économie solidaire” (supplement), Octobre.
. 2002: “Avec l’économie sociale et solidaire, une autre façon de créer et de produire” (supplement), Novembre.
Marti, Félix; Ortega, Paul; Idiazabal, Itziar et al. “Palabras y mundos, Informe sobre las lenguas del mundo “, in El País, Babelia, 24.2.2007, p.12.
Montesquieu, 1758. De l´esprit des lois.
Montolío, José María. 1990. Legislación cooperativa en América Latina (Madrid, Ministerio de Trabajo y Seguridad Social).
. 2011. “Legislación cooperativa mundial. Tendencias y perspectivas en América Latina”, in Boletín de la Asociación Internacional de Derecho Cooperativo. International Association of Cooperative Law Journal, 45/2011, pp.225 ff.

Montt Balmaceda, Manuel. 1998. Principios de derecho internacional del trabajo. La OIT, 2ª edición (Santiago de Chile: Editorial Jurídica de Chile).
Müller, Alberto García. 1995. “Articulación de empresas de economía solidaria: Integración horizontal”, in: Anuario de Estudios Cooperativos, pp.167 ff.
Münkner, Hans-H. 1972. “Cooperative law as an instrument of state sponsorship of cooperative societies”, in: Cooperative information (Geneva, ILO), 1/72, pp.27 ff.
. 1979. The legal status of pre-cooperatives / Le statut de la pré-coopérative (Bonn, Friedriech Ebert Stiftung).
. 1992. “Panorama d’une économie sociale qui ne se reconnaît pas comme telle: Le cas de l’Allemagne”, in : Revue des études coopératives, mutualistes et associatives, pp.101 ff.
—. 1993. “Structural changes in cooperative movements and consequences for cooperative legislation in western Europe”, in: Structural changes in cooperative movements and consequences for cooperative legislation in different regions of the world (Geneva, ILO), pp.57 ff.
—. 2000. Reform des Genossenschaftsrechts als Reaktion auf die Herausforderungen des wirtschaftlichen und sozialen Wandels. Paper presented at the DG Bank Social Science Fund meeting of experts, Frankfurt, 3-4 February.
—. 2009. “Bilan sociétal - ein neuer Ansatz zur Messung des Erfolgs von Genossen -schaften in Frankreich”, in: Zeitschrift für das gesamte Genossenschaftswesen, 4/2009, pp.271ff.
—. 2010. “Wege zu einer Vereinfachung des französischen Genossenschaftsrechts”, in: Zeitschrift für das gesamte Genossenschaftswesen, 1/2010, pp.64 ff.
Münkner, Hans-H. (ed). 1984. “Towards adjusted patterns of cooperatives in developing countries.” Results of a Symposium on “Ways towards an African cooperative” (Bonn, Friedrich Ebert Stiftung).
—. 2005. 100 Years Cooperative Credit Societies Act, India 1904. A worldwide applied model of cooperative legislation (Marburg).
Münkner, Hans-H.; Vernaz, Catherine. 2005. Annotiertes Genossenschaftsglossar. Annotated cooperative glossary. Glossaire coopératif annoté. (Marburg, Marburg Consult für Selbsthilfeförderung). The Glossary is also available in Portuguese and in Spanish. A Russian version is forthcoming.
OECD, 2007. The Social Economy - Building Inclusive Economies (OECD Local Economic and Employment Development (LEED) Programme, Paris).
Orizet, Jean. 1969. “The cooperative movement since the first World War”, in: International Labour Review, Vol. 6/1969, pp.25 ff.
Ost, François. 2001. “Mondialisation, globalisation, universalisation: S’arracher, encore et toujours, à l’état de nature”, in Ch.-A. Morand (ed.): Le droit saisi par la mondialisation (Bruxelles, Bruylant), pp.5 ff.
Partant, François. 1976. La guérilla économique. Les conditions du développement (Paris, Seuil).
Pastorino, Roberto Jorge. 1993. Teoría general del acto cooperativo (Buenos Aires, Intercoop Editora), p. 192.
Paul, James C.N.; Dias, Clarence J. 1980. Law and legal resources in the mobilization of the rural poor for self-reliant development (New York, International Center for Law in Development), p. 33.
Preiswerk, Yvonne ; Vallet, Jacques (eds). 1990. “La pensée métisse: Croyances africaines et rationalité occidentale en questions”, in Cahiers de l´Institut Universitaire d´Etudes du Développement, No. 19 (Paris, Presses Universitaires de France), p. 264.
Politakis, George P. et Markov, Kroum. 2004. “Les recommandations internationales du travail: instruments mal exploités ou maillon faible du système normatif ?”, in Les normes internationales du travail : un patrimoine pour l’avenir. Mélanges en l´honneur de Nicolas Valticos (Genève, Bureau International du Travail), pp. 497 ff.
Posner, Richard, 1972. Economic Analysis of Law (Boston, Little, Brown and Company).
Resolution and Conclusions concerning decent work and the informal economy, International Labour Conference 2002, Geneva: International Labour Office 2002.
Rosanvallon, Pierre. 2011. La société des égaux (Paris, Seuil), p. 432.
Schanze, Erich. “Rechtsökonomik im Wirtschaftsrecht. Ein erfolgreicher Brückenschlag zweier Studiengänge”, in: Neue Zürcher Zeitung, 11/12.3.2006, p.13
Schiedt, Hans-Ulrich. 2002. Die Welt neu erfinden. Karl Bürli (1823-1901) und seine Schriften, (Zürich: Chronos).
Schiffer, Hans-Wilhelm. “Auf dem Weg zum globalen Vorbild”, Frankfurter Allgemeine Zeitung , 23.4.2012, Verlagsbeilage, B1
Schnorr, Gerhard. 1960. Das Arbeitsrecht als Gegenstand internationaler Rechtsetzung (München, Beck), p. 342.
Seiser, Michaela. “Wissensbilanzierung erhöht die Kreditwürdigkeit.” Bericht über das Humankapital gewinnt an Bedeutung/Imagevorteil für Unternehmen, in: Frankfurter Allgemeine Zeitung, 21.7.2004, p.18.
Serres, Michel, 2009. Temps des crises (Paris, Le Pommier), p. 78.
Seuster, Horst. 1994. “Financing cooperatives”, in Eberhard Dülfer and Juhani Laurinkari (eds.): International handbook of cooperative organizations (Göttingen, Vandenhoeck & Ruprecht), pp.376 ff.
Shaw, Malcolm N. 1997. International law, 4th ed., (Cambridge: University Press).
Snaith, Ian. 1995. “Cooperative law reform in the United Kingdom”, in: The world of cooperative enterprise 1995, pp.201 ff.
Supiot, Alain. 2010. L’esprit de Philadelphie. La justice sociale face au marché total (Paris, Seuil), p. 184.
. 2010. “Contribution à une analyse juridique de la crise économique de 2008”, Revue internationale du travail, 2010/2, pp.165 ff.
Tamanaha, Brian Z. 2000. “A non-essentialist version of legal pluralism”, in: Journal of Law and Society, pp.296 ff.
Theron, Jan. 2010. Cooperative policy and law in east and southern Africa: A review, CoopAfrica Working Paper No.18 (Dar es Salaam, ILO).
Troberg, Eliisa. 2000. “Asiantuntijaosuuskunnat. Joustavia verkostoja tietoyhteiskunnassa.” [Professional Cooperatives. Flexible networks in the information society], in: Hallinnon Tutkimus, Volume 19, Number 1, pp.76 ff.
Verdross, Alfred; Simma Bruno. 1984. Universelles Völkerrecht. Theorie und Praxis, 3.
Auflage (Berlin, Duncker & Humblot).
Verhoeven, Joe. 2000. Droit international public (Bruxelles, Larcier).
Vienney, Claude. 1994. “Economie sociale”, in Eberhard Dülfer and Juhani Laurinkari (eds.): International handbook of cooperative organizations (Göttingen,
Vandenhoeck & Ruprecht), pp.287 ff.
Villeneuve, Jean-Patrick. “L’état ne suffit plus pour réguler les jeux d’argent. La mondialisation des jeux de hazard et d’argent et les pressions exercées par les sociétés de jeux en ligne fragilisent les legislations traditionelles”, in Le Temps, 13.4.2010, p.16.
Virally, Michel. 1956. “La valeur juridique des recommandations des organisations internationales”, in Annuaire français de droit international, Vol. II, pp.66 ff.
Wassermann, Rudolf. 1981. “Sprachliche Probleme in der Praxis von Rechtspolitik und Rechtsverwirklichung”, in Zeitschrift für Rechtspolitik, 11/1981, pp.257 ff.
Watkins, William Pascoe. 1965. “The promotion and role of cooperation in the developing regions”, in International Labour Review, pp.85 ff.
—. 1986. Cooperative principles today and tomorrow, (Manchester, Holyoake Books).
Οι συνεταιρισμοί συμβάλλουν σημαντικά στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη σε όλες σχεδόν τις χώρες του κόσμου. Η τεκμηριωμένη ανθεκτικότητά τους σε κρίσεις και, συνεπώς, η βιωσιμότητά τους και η ιδιαιτερότητά τους, που συνίσταται στο ότι αποτελούν επιχειρήσεις στηριζόμενες σε αρχές και ελεγχόμενες και κατευθυνόμενες από τα μέλη τους, προσελκύουν όλο και περισσότερο την προσοχή των κυβερνήσεων, των φορέων χάραξης πολιτικής και των πολιτών σε όλο τον κόσμο. Το γεγονός ότι οι συνεταιρισμοί εξυπηρετούν τα μέλη τους και ως εκ τούτου αντισταθμίζουν την ανάγκη για κερδοφορία με τις ανάγκες των μελών τους, τους καθιστά διαφορετικούς από τις κεφαλαιουχικές εταιρείες και ως εκ τούτου απαιτούνται νόμοι που αναγνωρίζουν τις ιδιαιτερότητές τους.

Η ΔΟΕ έχει διαδραματίσει καίριο ρόλο στην παροχή καθοδήγησης και συμβουλών σχετικά με τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος για την συνεταιριστική ανάπτυξη σε εθνικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 είχε πρώτη αναθέσει την επεξεργασία κατευθυντήριων γραμμών για την συνεταιριστική νομοθεσία, για να καλυφθεί το κενό πληροφόρησης σχετικά με το πώς να συντάσσεται ένας συνεταιριστικός νόμος και πολιτική. Το 2005 μια δεύτερη έκδοση παρήχθη για να παράσχει πληροφορίες σχετικά με δύο νέα διεθνή μέσα για τους συνεταιρισμούς – τις Κατευθυντήριες Γραμμές των Ηνωμένων Εθνών με στόχο τη δημιουργία ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών, και τη Σύσταση Νο 193 της ΔΟΕ του 2002 για την προώθηση των συνεταιρισμών.

Η παρούσα νέα τρίτη έκδοση έχει παραχθεί για να ενσωματώσει περισσότερες νέες εξελίξεις που επηρεάζουν τον τρόπο που εξελίσσεται η συνεταιριστική νομοθεσία. Οι νέες αυτές εξελίξεις είναι πολλαπλές και περιλαμβάνουν μια γενική τάση όσον αφορά την εναρμόνιση της νομοθεσίας, την εμφάνιση διεθνών κανονισμών που επηρεάζουν άμεσα τις επιχειρήσεις, νέα περιφερειακή συνεταιριστική νομοθεσία και περιφερειακούς νόμους-πλαίσια, καθώς και την καινοτομία στην ίδια τη συνεταιριστική μορφή επιχείρησης.

Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές αποτελούν συμβολή στην εκπλήρωση των σκοπών του Διεθνούς Έτους των Ηνωμένων Εθνών για τους Συνεταιρισμούς, που γιορτάσθηκε το 2012, και της συνέχειάς του.

Για περισσότερες πληροφορίες, παρακαλούμε επικοινωνήστε με:


International Labour Office (ILO)
Cooperative Branch
4 Route des Morillons
CH-1211 Geneva 22, Switzerland
E-mail: coop@ilo.org
Website: www.ilo.org/coop 

Committee for the Promotion and
Advancement of Cooperatives (COPAC)
150 Route de Ferney, PB 2100
1211 Geneva 2, Switzerland
Tel: + 41 22 929 8825
Website: www.copac.coop




1 Όσα ακολουθούν είναι μόνο παρατηρήσεις, οι οποίες χρειάζονται περισσότερο προβληματισμό. Σήμερα, εκτός από την βαθιά αλλαγή των παραγωγικών προτύπων, η παγκοσμιοποίηση αναστατώνει επίσης τις έννοιες του δικαίου και τις διαδικασίες κατάρτισης νόμων. Οι τεχνολογικές καινοτομίες των τελευταίων δεκαετιών έχουν σηματοδοτήσει έναν επαναπροσανατολισμό στα νέα χρονοδιαγράμματα και χωρική αναδιοργάνωση της κοινωνικής ζωής, με σημαντικές επιπτώσεις στο νόμο. Ενώ στο παρελθόν, οι συνθήκες του χώρου και χρόνου προκάλεσαν ένα πλήθος από γεωγραφικά χωρισμένες διακανονιστικότητες, η παγκοσμιοποίηση φέρνει σήμερα την εμπειρία της «διαπολιτισμικότητας». Αυτό συνεπάγεται μια ολοένα πιο συχνή και εντατική ανάμιξη ριζικά διαφορετικών πολιτισμών και, ως εκ τούτου, διαφορετικές διακανονιστικότητες, όπου η θέση του νόμου χρειάζεται συνεχή επαλήθευση. Η χωρική αναδιοργάνωση της κοινωνικής ζωής μέσω τεχνολογικών αλλαγών δεν έχει επηρεάσει μόνο το νόμο, αλλά και της κατάρτιση νόμων και τις πηγές του δικαίου. Το κράτος, το οποίο οι νομικοί συνεχίζουν να θεωρούν ως τον κύριο θεματοφύλακα του νόμου, έχει γίνει πολύ μικρή οντότητα για τους παγκόσμιους παράγοντες (actors), και πολύ μεγάλη για να διαχειριστεί τη διαπολιτισμικότητα. (Βλέπε Koizumi, Ost, σ.15. Villeneuve). Εθνικό, διεθνές, υπερεθνικό και διακρατικό επίπεδο αναμιγνύονται και συναντούν ένα σύνολο προτύπων που ορίζονται από ιδιωτικούς φορείς, οι οποίοι έχουν διαφορετικούς τρόπους να διαμορφώνουν κανόνες και να τους επιβάλλουν. Μια σαφής διάκριση μεταξύ αυτών των διαφορετικών κανόνων δεν είναι πλέον δυνατή. (Βλέπε Bogdandy, “Gubernative Rechtsetzung. Eine Neubestimmung der Rechtsetzung und des Regierungssystems unter dem Grundgesetz”; idem, “Democrazia, globalizzazione e il futuro del diritto internazionale”; Herce: “…dichas empresas gloables dominan el panorama corporativo mundial”. Οι νόμοι, με την υλική έννοια γίνονται παγκόσμιοι. Αυτή η τάση ήταν ήδη ευδιάκριτη κατά τη δεκαετία του 1950. (Βλ. για παράδειγμα Jessup and Schnorr. Βλ. επίσης Henrÿ, “Zur Ent-Rechtlichung sozialer Beziehungen. Das Beispiel der Bodenrechtsgesetzgebungen in Afrika südlich der Sahara: 20 Thesen”, Point 15.)
Άλλα παραδείγματα που επηρεάζουν άμεσα τη συνεταιριστική νομοθεσία είναι, όπως έχει λεχθεί, η οιονεί πρότυπο-ρύθμιση από το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB- International Accounting Standards Board ), το Συμβούλιο Προτύπων Χρηματοοικονομικής Λογιστικής (FASB- the Financial Accounting Standards Board) και η Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία (Basel Committee on Banking Supervision), καθώς επίσης και οι κανόνες της χρηματοπιστωτικής αγοράς, στην οποία η παγκοσμιοποίηση της εντάσεως κεφαλαίου παραγωγής γνώσης υποτάσσει τους παραγωγούς και η οποία, η ίδια, λόγω της παγκοσμιότητάς της, ξεφεύγει από την εμβέλεια του κράτους δικαίου. Να σημειωθεί στο πλαίσιο αυτό η μετατροπή των χρηματιστηρίων, από τη μορφή των ενώσεων προσώπων σε ανώνυμες εταιρείες.
Επιπλέον, η κατάρτιση νόμων μετατοπίζεται σε πολύπλευρες και πολύπλοκες διαδικασίες από τα κοινοβούλια στις κυβερνήσεις, από τις κυβερνήσεις στα δικαστήρια (για το τελευταίο, δείτε το Ισραήλ) και από το εθνικό στο περιφερειακό, διεθνές και διακρατικό επίπεδα. Όσο για μια αυξανόμενη ανησυχία σε σχέση με αντιδημοκρατικά νομιμοποιημένη κατάρτιση νόμων, βλ. "Gemein – wohldemontage". Ένα άλλο φαινόμενο είναι το "outsourcing" της εκπόνησης των νόμων των υπουργείων και των κοινοβουλίων από επιχειρήσεις ιδιωτικού δικαίου (βλ Jahn).

2 Βλ. Paul, Dias. Δείτε επίσης Μέρος 1, Τμήμα 3, Η βιωσιμότητα των συνεταιρισμών στην παγκόσμια οικονομία και θέματα πολιτικής για τη νομοθεσία.
3 Βλέπε επίσης Μέρος 2, Τμήμα 4.4.5, Γλώσσα του συνεταιριστικού νόμου.

4 Όσον αφορά τρόπους για την εναρμόνιση δείτε Henry, Henrÿ, “Basics and New Features of Cooperative Law - The Case of Public International Cooperative Law and the Harmonisation of Cooperative Laws”.
5 Για τη διάκριση αυτή, βλέπε Montesquieu, Première Partie, Chapitre I, 3.