Σάββατο 1 Ιουλίου 2017

Πρ. Καλαϊτζής, «Κατευθύνσεις ανασυγκρότησης και στρατηγικής ανάπτυξης για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς»



Με δεδομένο το περιοριστικό πλαίσιο ανάπτυξης της εγχώριας αγοράς τόσο για λόγους πτωτικής ζήτησης όσο και αδυναμίας για χρηματοδότηση επενδύσεων, οι στρατηγικές επιλογές για την επιχειρηματική ανάπτυξη των Αγροτικών Συνεταιρισμών, είναι μεν περιορισμένες, αλλά παρ’ όλα αυτά υπαρκτές.
Ο οικονομικός ρόλος των συνεταιρισμών είναι να προσφέρουν μέσω της συνεργασίας μεταξύ των μελών, τις αναγκαίες οικονομίες κλίμακας και τις συνέργειες που απαιτούνται για την αποδοτικότητα των επιχειρηματικών λειτουργιών και για τις επενδύσεις.
Ωστόσο, η χάραξη και υποστήριξη επιχειρηματικής Στρατηγικής για κάθε είδους επιχείρηση, όπως και για έναν Αγροτικό Συνεταιρισμό, βασίζεται στην επιλογή της κύριας κατεύθυνσης και τοποθέτησης στην αγορά μεταξύ των ανταγωνιστών στο συγκεκριμένο τμήμα της αγοράς.
Προκειμένου όμως να καταστεί δυνατή η επιλογή της κατάλληλης ανταγωνιστικής θέσης, πρέπει να υπάρχει γνώση του πλαισίου ανταγωνισμού, δηλαδή της συμπεριφοράς των καταναλωτών, των πελατών, των άλλων συνεργατών σε όλα τα στάδια της αγρο-διατροφικής αλυσίδας και της συμπεριφοράς των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων.
Είναι επίσης γενικά αποδεκτό ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις καθώς και οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί που δραστηριοποιούνται στη διεθνή αγορά, έχουν σταδιακά, με την πάροδο δεκαετιών, χτίσει ισχυρές ανταγωνιστικές θέσεις και εμπορική αξία. Η εμπορική ανταγωνιστικότητά τους, πέρα από την οποιαδήποτε ποιότητα των τροφίμων που παράγουν, βασίζεται στις επενδύσεις σε άυλα αγαθά (επωνυμίες-brand names), στα εκτεταμένα δίκτυα διανομής, στους ισχυρούς δεσμούς κατανόησης και ανταπόκριση στις ανάγκες των καταναλωτών και πελατών (marketing) και στην ικανότητα για καινοτομία.
Τα στατιστικά στοιχεία (COGECA: https://goo.gl/Q4tfyd , ICA: https://goo.gl/Oxgb82 ), καταδεικνύουν το βαθμό συγκέντρωσης και οικονομικού μεγέθους των συνεταιρισμών ανά τον κόσμο. Ιστορικά οι Συνεταιρισμοί πέτυχαν τέτοια υψηλή συγκέντρωση κυρίως μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών και λιγότερο μέσω οργανικής ανάπτυξης.

Στις προαναφερθείσες διεθνείς αναφορές, μπορούμε μεταξύ άλλων να εντοπίσουμε τα παραδείγματα ορισμένων από τους μεγαλύτερους συνεταιρισμούς, όπως ο ΟλλανδικόςFrieslandCampina” και o Δανέζικος “Arla” στον τομέα των γαλακτοκομικών, αλλά και ο Ισπανικός “DCOOP” στον τομέα κυρίως του ελαιολάδου και δευτερευόντως του κρασιού.

Το κοινό χαρακτηριστικό αυτών των συνεταιρισμών είναι ότι έχουν δισεκατομμύρια ευρώ κύκλου εργασιών (εκατοντάδες εκατομμύρια στην περίπτωση του DCOOP), με τη δραστηριοποίησή τους σε δεκάδες χώρες, μετά από πολλαπλές συγχωνεύσεις και εξαγορές, στοχεύοντας σε επιχειρηματική και εμπορική ανάπτυξη που θα τους καθιστά απολύτως ανταγωνιστικούς στην παγκόσμια αγορά.
Κατά συνέπεια η εξωστρέφεια αποτελεί την κύρια στρατηγική επιλογή για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή τροφίμων, εάν θέλουν να έχουν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης.
Βέβαια δεν πρέπει να παραγνωρίζονται τα περιθώρια ανάπτυξης συνεργασιών σε βραχείες αλυσίδες εφοδιασμού, όταν δηλαδή ο εφοδιασμός φθάνει μέχρι τον καταναλωτή, ή όσο το δυνατό πιο κοντά σε αυτόν. Η συνεργασία με τον κλάδο του τουρισμού και με τμήματα της αγοράς που αφορούν την υψηλότερη δυνατή ποιότητα, εμφανίζουν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης και στην Ελλάδα επίσης, αλλά αφορούν βέβαια περιορισμένη κλίμακα δραστηριοτήτων.
Η ανταγωνιστικότητα των Αγροτικών Συνεταιρισμών στην Ελλάδα είναι ιδιαιτέρως αδύναμη, όπως καταδεικνύεται από την σύγκριση ορισμένων βασικών στοιχείων σε διεθνές επίπεδο.
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία από τα μέλη της Cogeca, όπως φαίνεται στον Πίνακα 1, ενώ το μέσο μέγεθος (ο κύκλος εργασιών) ενός συνεταιρισμού στη Δανία είναι 893 εκατομμύρια ευρώ, το αντίστοιχο μέσο μέγεθος ενός Ελληνικού συνεταιρισμού περιορίζεται στο ένα εκατομμύριο ευρώ. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ενώ στη Δανία, το μέσο ύψος του κύκλου εργασιών είναι 547 χιλιάδες ευρώ ανά μέλος ενός συνεταιρισμού, στην Ελλάδα, το αντίστοιχο μέγεθος είναι μόλις περί τα 1000 ευρώ ανά μέλος συνεταιρισμού.

Παρ’ όλα αυτά, η διαφορά των αντίστοιχων οικονομικών μεγεθών μεταξύ των Ελληνικών συνεταιρισμών και των συνεταιρισμών σε άλλες χώρες, παραμένει σε δυσθεώρητο ύψος και συνιστά τη σημαντικότερη στρατηγικής σημασίας, διαρθρωτική αδυναμία για τα οικονομικά συμφέροντα των Ελλήνων αγροτών.



Χρηματοδότηση και επενδύσεις
Οι μέχρι σήμερα κύριοι στόχοι για ποιότητα και εξωστρέφεια, όπως σωστά τίθενται από όλους σχεδόν τους φορείς που έχουν την ευθύνη χάραξης στρατηγικής για τον αγρο-διατροφικό τομέα, αποτελούν βέβαια αναγκαίες προϋποθέσεις αλλά δεν επαρκούν.
Το στοιχείο που μέχρι σήμερα λείπει, είναι η επιχειρηματική ανταγωνιστικότητα.
Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός απαιτούνται επενδύσεις για την επεξεργασία, μεταποίηση προϊόντων αλλά και για όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics, marketing, κλπ.).
Ο επενδυτικός σχεδιασμός πρέπει να γίνεται με τρόπο που να εξασφαλίζει περισσότερες συνέργειες, προκειμένου να εξασφαλιστούν οικονομίες κλίμακας, οι οποίες με τη σειρά τους, θα δημιουργούν συνθήκες σωστής και επαρκούς υποστήριξης των προϊόντων στις αγορές.
Πρέπει να αποφευχθεί η κατασπατάληση πόρων για την μεμονωμένη και αποσπασματική τοποθέτηση προϊόντων στις αγορές. Αντίθετα πρέπει να επικεντρωθούν οι προσπάθειες σε συγκεκριμένες τοποθετήσεις, βασιζόμενες σε βιώσιμα επιχειρησιακά σχέδια.
Η νέα ΚΑΠ μέσω κυρίως του δεύτερου πυλώνα προσφέρει πλέον περισσότερα εργαλεία και δυνατότητες χρηματοδότησης σε συνεταιρισμούς και σε άλλες συλλογικές μορφές δράσης. 
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί αντιμετωπίζουν ζωτικές προκλήσεις, αφού αφ’ ενός διαβλέπουν μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης στη διεθνή αγορά (που αποτελεί και μοναδική επιλογή, όσο η εσωτερική αγορά βρίσκεται σε ύφεση) , αλλά αφ’ ετέρου αντιμετωπίζουν ένα εξαιρετικά περιοριστικό περιβάλλον πρόσβασης σε χρηματοδότηση (τουλάχιστον όσο διαρκεί η πολιτική ελέγχου κεφαλαίου/ capital controls).
Προκειμένου να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση και υποστήριξη των αναγκαίων επιχειρησιακών και επενδυτικών σχεδίων (business plans), είναι απαραίτητη η χρησιμοποίηση της πολιτικής ενίσχυσης της συγκέντρωσης που προβλέπει η ΚΑΠ, στα επιμέρους μέτρα που αφορούν τις Οργανώσεις Παραγωγών και τις Ομάδες Παραγωγών.
Η αναγνώριση των Αγροτικών Συνεταιρισμών και Ομ. Παραγωγών σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του αντίστοιχου κανονισμού (Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 http://www.opengov.gr/ypaat/?p=1647 ), προσφέρει δυνατότητες επιλεξιμότητας και ένταξης στα επενδυτικά μέτρα (μεταποίησης του ΠΑΑ: https://goo.gl/BT0R1b) και κατά συνέπεια πρόσβαση επίσης στα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία που διατίθενται μέσω των επενδυτικών τραπεζών (COSME, ΕΤΕπ, κ.ά.).
Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αναγνώρισης των Οργανώσεων Παραγωγών, συμβάλλει επίσης στην αξιοποίηση των επιχειρησιακών συνεργασιών των ΑΣ, στα πλαίσια δυνητικής συμβολαιοποίησης των συμφωνιών, προκειμένου να διευκολυνθεί η χρηματοδότησή τους.
Με άλλα λόγια, όλοι οι ΑΣ μπορούν να προχωρήσουν σε καταγραφή των εμπορικών τους συναλλαγών και των συμφωνιών με τους πελάτες τους, προκειμένου να εντάξουν τους παραγωγούς μέλη τους σε αντίστοιχα προγράμματα συμβολαιακής παραγωγής και χρηματοδότησης. Τα προγράμματα αυτά μπορούν να γίνουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με διαφορετικές εμπορικές τράπεζες, προκειμένου να επιτευχθούν οι καλύτεροι δυνατοί όροι συναλλαγών (προκαταβολή ή προεξόφληση, με το χαμηλότερο δυνατό επιτόκιο της αγοράς).
Απαραίτητη όμως προϋπόθεση για την εξασφάλιση υγιούς χρηματοδότησης, είναι η ανασυγκρότηση και ο επιχειρησιακός σχεδιασμός, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η αποδοτικότητα των επενδύσεων και κατά συνέπεια η μακροχρόνια βιωσιμότητα των συνεταιρισμών.
Την ώρα που η Ελλάδα είναι αντιμέτωπη με την οικονομική κρίση, εναπόκειται πλέον στους παραγωγούς, τους φορείς και τις ηγεσίες τους να αναλάβουν την ευθύνη της παραγωγικής και επιχειρηματικής ανασυγκρότησης.
Η ανάληψη ενός τέτοιου ηγετικού ρόλου, αποτελεί πρόκληση ιστορικών διαστάσεων, αλλά είναι και αναπόφευκτη, προκειμένου οι Έλληνες αγρότες να αποκτήσουν τα απαραίτητα επιχειρηματικά σχήματα, που θα τους οδηγήσουν σε πιο ανταγωνιστική θέση στην αγορά και τελικά σε ένα μεγαλύτερο μερίδιο προστιθέμενης αξίας στην αλυσίδα αξίας.
Παρά τις τραγικές συνθήκες που χαρακτηρίζουν το σημερινό περιβάλλον, τόσο σε θεσμικό επίπεδο, όσο και σε ότι αφορά την οικονομική πολιτική, υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης. Η επίλυση βέβαια των δομικών προβλημάτων, θα επιτευχθεί υπό τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Παρ’ όλα αυτά, είναι εφικτό αλλά και απολύτως αναγκαίο, να αναληφθούν άμεσα πρωτοβουλίες στα πλαίσια των προαναφερθέντων μέτρων.
Απαραίτητη όμως προϋπόθεση είναι μεταξύ άλλων και η ενότητα όλων των Αγροτικών Συνεταιρισμών, οι ο οποίοι καλούνται να παραμερίσουν τις όποιες προσωπικές διαφορές του παρελθόντος, προκειμένου να καταβάλουν από κοινού κάθε δυνατή προσπάθεια για την επίτευξη του κοινού τους στόχου, που δεν είναι άλλος από την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των Αγροτικών Συνεταιρισμών.

Πρόδρομος Καλαϊτζής
Σύμβουλος πολιτικής




Πίν. 1 Συγκρότηση των Αγροτικών Συνεταιρισμών στην ΕΕ
ΕΕ
Χώρα Μέλος
Συνολικός αριθμός Συνεταιρισμών
Συνολικός αριθμός μερίδων
(πολλαπλές συμμετοχές )
Κύκλος εργασιών (εκατ. €)
Κύκλος εργασιών (εκατ. €)/ συνεταιρισμό
Κύκλος εργασιών (‘000 €)/ μέλος
Βέλγιο
301
3 257
10.82
 :
Βουλγαρία
900
 :
 :
Τσεχική Δημοκρατία
548
524
1 327
2.42
 :
Δανία
28
45 710
25 009
893.18
547
Γερμανία
2 400
1 440 600
67 502
28.13
47
Εσθονία
21
2 036
512
56.87
251
Ιρλανδία
75
201 684
14 149
188.65
70
Ελλάδα
550
690 000
711
1.29
1
Ισπανία
3 844
1 179 323
25 696
6.68
22
Γαλλία
2400
858 000
84 350
35.15
98
Κροατία
613
10 734
167
0.27
16
Ιταλία
5 834
863 323
34 362
5.89
40
Κύπρος
14
24 917
62
4.43
2
Λετονία
49
1 111
22.68
Λιθουανία
402
12 900
714
1.77
55
Λουξεμβούργο
55
:
 :
Ουγγαρία
1 116
31 544
1 058
0.95
34
Μάλτα
18
1 815
204
11.31
112
Κάτω Χώρες
215
140 000
32 000
454.79
273
Αυστρία
217
306 300
8 475
39.06
28
Πολωνία
136
15 311
112.58
Πορτογαλία
735
2 437
3.32
 :
Ρουμανία
68
204
3.00
 :
Σλοβενία
368
16 539
705
1.92
43
Σλοβακία
597
1 151
1.93
Φινλανδία
35
170 776
13 225
377.86
77
Σουηδία
30
160 350
7 438
297.52
196
Ηνωμένο Βασίλειο
200
138 021
6 207
23.43
34
Σύνολο
(μέσος όρος ΕΕ)
21 769
6 172 746
347 342
16.06
56
Πηγή: Cogeca, 2015