ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΑΚΤΙΝΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΚΤΙΝΙΔΙΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΚΟΥΦΑ ΑΡΤΑΣ
Ειρήνη- Χριστίνα Παπαχρήστου , Φοιτήτρια, Τμήμα Οικονομίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Ελ. Βενιζέλου 70, 17676 Καλλιθέα, email: hs216076@hua.gr
Ελένη Παστραπά , Mέλος Ε.ΔΙ.Π., Τμήμα Οικονομίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Ελ. Βενιζέλου 70, 17676 Καλλιθέα, email: epastrapa@hua.gr
Δέσποινα Σδράλη , Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Οικονομίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Ελ. Βενιζέλου 70, 17676 Καλλιθέα, email: dsdrali@hua.gr
Ελένη
Θεοδωροπούλου, Καθηγήτρια, Τμήμα Οικονομίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης,
Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο ,Ελ. Βενιζέλου 70, 17676 Καλλιθέα, email: etheodo@hua.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Σκοπός της έρευνας είναι η αποτύπωση των απόψεων των ακτινιδιοπαραγωγών του Δήμου Νικολάου Σκουφά ΄Αρτας σχετικά με τη συμβολή της καλλιέργειας ακτινιδίων στην τοπική ανάπτυξη του Δήμου τους. Για τον σκοπό αυτόν χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο, το οποίο διανεμήθηκε τον Δεκέμβριο του 2019 και συμπληρώθηκε από 110 παραγωγούς ακτινιδίων. Η επεξεργασία των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με μεθόδους περιγραφικής στατιστικής και ανάλυσης κύριων συνιστωσών (PCA). Από τη στατιστική ανάλυση προέκυψε ότι οι περισσότεροι συμμετέχοντες ήταν άνδρες, ηλικίας άνω των 50 ετών και δήλωναν ως κύριο επάγγελμα αγρότης. Η πλειονότητα των συμμετεχόντων συμφωνεί ότι η καλλιέργεια ακτινιδίων συμβάλλει στην ανάπτυξη της περιοχής και αποτελεί μία επιχειρηματική δραστηριότητα με προοπτικές. Ωστόσο, για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας των ακτινιδίων κρίνεται απαραίτητη η δημιουργία μονάδων τυποποίησης στην περιοχή καθώς και η δημιουργία ομάδων παραγωγών.
Λέξεις κλειδιά: καλλιέργεια, ακτινίδια, τοπική ανάπτυξη, απόψεις, παραγωγοί, Δήμος Νικολάου Σκουφά
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η γεωργία αποτελεί έναν τομέα παραγωγής, που συνδέεται με την τοπική ανάπτυξη, ενώ έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες που εξετάζουν τις αντιλήψεις των παραγωγών σχετικά με τη συμβολή των καλλιεργειών τους στην τοπική ανάπτυξη (Aslan et al., 2018, Rai et al., 2019, Tadesse et al., 2019, Guenther et al., 2012). Ωστόσο, αναφορικά με τη συμβολή της καλλιέργειας των ακτινιδίων στην τοπική ανάπτυξη υπάρχει περιορισμένος αριθμός ερευνών που αποτυπώνει τις στάσεις και τις αντιλήψεις των παραγωγών ακτινιδίων (Fairweather et al., 2007).
Το ακτινίδιο είναι ένα φρούτο το οποίο άρχισε να καλλιεργείται συστηματικά τον 20ο αιώνα. Η καλλιέργεια της ακτινιδιάς στην Ελλάδα παρουσίασε μεγάλη εξάπλωση τη δεκαετία του 1980, ενώ από το 1990 έως και το 2003, αν και η καλλιεργούμενη έκταση δεν μεταβλήθηκε, η ακαθάριστη αξία παραγωγής υπερδιπλασιάστηκε (Τζήκας, 2010). Η ανθεκτικότητα του καρπού κατά τη συντήρηση και μεταφορά έχει συμβάλλει στην καθιέρωση του ακτινιδίου σε εξαγώγιμο είδος, αυξάνοντας έτσι την οικονομική σπουδαιότητα της καλλιέργειας για την Ελλάδα.
Η περιφερειακή ενότητα (Π.Ε.) Άρτας αποτελεί τη δεύτερη σε έκταση και παραγωγή ακτινιδίων περιφερειακή ενότητα στην Ελλάδα μετά την Π.Ε. Πιερίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠ.Α.Α.Τ.) (2018) στην Π.Ε. Άρτας το 2018 καλλιεργούνταν 15.040 στρέμματα και η παραγωγή ακτινιδίων ανήλθε στους 58.000 τόνους, ενώ στον Δήμο Νικολάου Σκουφά καλλιεργούνταν 4.997 στρέμματα. Ο Δήμος Νικολάου Σκουφά είναι ένας από τους τέσσερις δήμους του Νομού Άρτας και ο δεύτερος μεγαλύτερος δήμος σε πληθυσμό μετά τον Δήμο Αρταίων. Η γεωργία αποτελεί για τον συγκεκριμένο δήμο τον σημαντικότερο παραγωγικό κλάδο, αφού απασχολεί το 30,84% των εργαζομένων. Οι κυριότερες καλλιέργειες της περιοχής είναι τα εσπεριδοειδή, οι ελιές και τα ακτινίδια (Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), 2011, Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), 2016).
Σκοπός της έρευνας είναι η αποτύπωση των απόψεων των ακτινιδιοπαραγωγών σχετικά με τη συμβολή της καλλιέργειάς τους στην τοπική ανάπτυξη του Δήμου Νικολάου Σκουφά Άρτας.
Ακολουθεί η
βιβλιογραφική προσέγγιση όπου περιγράφονται προηγούμενες έρευνες αναφορικά με
τη σύνδεση της τοπικής ανάπτυξης και της αγροτικής παραγωγής, η μεθοδολογία της
έρευνας, τα αποτελέσματα – συζήτηση, τα συμπεράσματα και οι προτάσεις για την
ανάπτυξη της καλλιέργειας ακτινιδίων στην περιοχή και κατά συνέπεια για την
ανάπτυξη της περιοχής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Η σύνδεση της τοπικής ανάπτυξης με την αγροτική παραγωγή είναι εμφανής στη βιβλιογραφία. Ειδικότερα, στην έρευνα των Aslan et al. (2018) η καλλιέργεια φυκιών σε παράκτια περιοχή της Ινδονησίας προσέφερε μεγαλύτερο εισόδημα στους καλλιεργητές σε σύγκριση με τις άλλες αγροτικές ασχολίες της περιοχής και αποτελούσε κύρια πηγή εισοδήματος γι’ αυτούς. Παρόμοιο ήταν και το αποτέλεσμα της μελέτης των Sanginga et al. (1999), καθώς οι καλλιεργητές σόγιας θεωρούσαν ότι αυξήθηκε το εισόδημά τους και δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εργασίας. Επίσης, σύμφωνα με τους Rai et al. (2019) και τους Tadesse et al. (2019), η καλλιέργεια λαχανικών και νέων ποικιλιών συμβάλλει στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των αγροτών και συνεπώς στην ανάπτυξη της περιοχής. Στη μελέτη των Zagaria et al. (2018), έγινε προσπάθεια να διερευνηθούν οι αντιλήψεις των γεωργών σχετικά με την ικανότητα και θέληση να διατηρήσουν τις καλλιέργειές τους. Βάσει των απόψεών τους, οι αγρότες χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες: στους «αδιάφορους αγρότες», οι οποίοι ήταν απρόθυμοι να διατηρήσουν και να εκμεταλλευθούν τις καλλιέργειές τους, στους «δραστήριους ημιαπασχολούμενους», οι οποίοι ήταν πρόθυμοι να διατηρήσουν την καλλιέργεια για πολιτιστικά κίνητρα και στους «επαγγελματίες αγρότες», οι οποίοι ήταν αγρότες με πλήρες ωράριο, πρόθυμοι να διατηρήσουν τις καλλιέργειές τους.
Όσον αφορά στην καλλιέργεια ακτινιδίων, σε έρευνα για τις στάσεις και τις απόψεις παραγωγών ακτινιδίων στη Νέα Ζηλανδία, οι Fairweather et al. (2007) κατέληξαν ότι οι περισσότεροι παραγωγοί ήταν άνδρες με μέσο όρο ηλικίας 58 έτη, η μέση καλλιεργήσιμη έκταση ήταν 105 στρέμματα, ο μέσος χρόνος ενασχόλησης με τα ακτινίδια ήταν 17,8 έτη και περίπου το 45% των αγροτών είχε εισόδημα που προερχόταν από άλλες πηγές. Το 15% ανέφερε ότι υπήρχε διάδοχος που θα αναλάμβανε την εκμετάλλευση, το 77% των παραγωγών δήλωνε ικανοποιημένο με την κατάστασή του και το 60% ήταν αισιόδοξο για το μέλλον της καλλιέργειας, αποτέλεσμα που προέκυψε και στην έρευνα των Zagaria et al. (2018). Σε παρόμοια έρευνα που διενεργήθηκε από τους Guenther et al. (2012) για τη βιωσιμότητα της γεωργίας στη Νέα Ζηλανδία, συμμετείχαν παραγωγοί που ασχολούνταν με διάφορους τομείς της γεωργίας, μεταξύ αυτών και με την καλλιέργεια ακτινιδίων. Οι παραγωγοί πίστευαν ότι η εκμετάλλευσή τους συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στην αναβάθμιση της περιοχής και συνεισφέρει στην τοπική κοινωνία. Επίσης, οι Richardson et al. (2018) και οι Jaeger et al. (2011) έδειξαν ότι το εισόδημα από τα ακτινίδια ήταν ικανοποιητικό και η καλλιέργεια του ακτινιδίου είχε μικρές επιπτώσεις στο περιβάλλον καθώς και υψηλή διατροφική αξία, η οποία συνέβαλλε στην αύξηση της ζήτησης.
Σύμφωνα με έρευνες, η παραγωγή ακτινιδίων εξαρτάται από τη χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων (Fairweather et al., 2007). Αξίζει να σημειωθεί ότι αναφορικά με τους κινδύνους που διατρέχει η εν λόγω καλλιέργεια, στο 55% των ερευνών (Duong et al., 2019) οι αγρότες θεωρούν ως κυριότερο κίνδυνο τις καιρικές συνθήκες και την κλιματική αλλαγή και στο 48% τα παράσιτα και τις ασθένειες. Επίσης, στη μελέτη των Rai et al. (2019) η έλλειψη οργάνωσης ομάδων παραγωγών αναφερόταν από τους ίδιους τους παραγωγούς ως σοβαρό πρόβλημα.
Οι Brinia και Papavasileiou (2015) τονίζουν την αναγκαιότητα επιμόρφωσης των αγροτών, ωστόσο στην έρευνά τους το μεγαλύτερο ποσοστό των ακτινιδιοπαραγωγών δεν είχε παρακολουθήσει προγράμματα κατάρτισης ή επιμορφωτικά σεμινάρια, λόγω πιθανόν της μη ικανοποίησής τους από τα προγράμματα και τις δράσεις των κρατικών φορέων (Solomou et al., 2009, Kontogeorgos et al., 2014 και Aslan et al., 2018). Τέλος, οι παραγωγοί συνηθίζουν να συμβουλεύονται σπανιότερα γεωπόνο και συχνότερα άλλες πηγές, όπως το διαδίκτυο και τον κοινωνικό τους περίγυρο (Solomou et al., 2009, Aslan et al., 2018).
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ
Για την υλοποίηση της έρευνας διαμορφώθηκε ειδικό ερωτηματολόγιο, το οποίο διανεμήθηκε τον Δεκέμβριο του 2019 σε ακτινιδιοπαραγωγούς που δραστηριοποιούνταν στον Δήμο Νικολάου Σκουφά Άρτας. Αρχικά διανεμήθηκαν 120 ερωτηματολόγια, από τα οποία επεστράφησαν συμπληρωμένα τα 110.
Η επεξεργασία των στοιχείων περιελάμβανε τη χρήση μεθόδων περιγραφικής στατιστικής και της ανάλυσης κύριων συνιστωσών (Principal Component Analysis-PCA). Η μέθοδος PCA επιλέχθηκε με σκοπό τη δημιουργία μικρότερου αριθμού νέων μεταβλητών/συνιστωσών, οι οποίες διευκρινίζουν τα χαρακτηριστικά μιας ομάδας (Πετρίδης, 2015). Χρησιμοποιώντας την μέθοδο PCA, πραγματοποιήθηκε η κατάταξη των παραγωγών ακτινιδίων σε ομάδες, ανάλογα με τις απόψεις τους για τη συμβολή της καλλιέργειας στην τοπική ανάπτυξη. Η μέτρηση των απόψεων των παραγωγών έγινε με τη χρήση έντεκα μεταβλητών πενταβάθμιας κλίμακας Likert και προέκυψαν τέσσερις συνιστώσες, στις οποίες μπορούν να ενταχθούν οι παραγωγοί, ανάλογα με τις απόψεις τους. Για τον έλεγχο της ποιότητας των δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν οι Δείκτες Keiser-Meyer-Olkin (> 0,50) και Bartlett’s Test of Sphericity (p<0,05).
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ - ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Οι περισσότεροι ερωτώμενοι ήταν άνδρες (69,1%), ηλικίας άνω των 50 ετών (61,9%), απόφοιτοι Δημοτικού (30,9%), με κύριο επάγγελμα αγρότης (55,8%). Ο μέσος χρόνος ενασχόλησης με τη γεωργία ήταν 21,5 έτη και με την καλλιέργεια ακτινιδίων 12,5 έτη. Η μέση καλλιεργήσιμη έκταση ήταν 14 στρέμματα και την τελευταία πενταετία για το 60,9% των ερωτηθέντων υπήρξε αύξηση αυτής. Στην καλλιέργεια ακτινιδίων απασχολούνταν κατά μέσο όρο από κάθε οικογένεια 2 άτομα και το 77,3% των καλλιεργητών χρησιμοποιούσε εργάτες. Οι λόγοι για τους οποίους επέλεξαν να ασχοληθούν με την καλλιέργεια ακτινιδίων ήταν κυρίως η βελτίωση του εισοδήματός τους (71,6%), η μη ύπαρξη καλύτερης εναλλακτικής επιλογής (33%) και η οικογενειακή παράδοση (21,1%). Εκτός από την παραγωγή ακτινιδίων ασχολούνταν και με άλλες γεωργικές δραστηριότητες (60,9%), κυρίως με την καλλιέργεια εσπεριδοειδών (70,2%) και την καλλιέργεια ελιάς (67,2%). Το 72,7% είχε εισόδημα από άλλες πηγές, όπως αμοιβή από εργασία και σύνταξη, ωστόσο η κύρια πηγή του ετήσιου οικογενειακού τους εισοδήματος (65,5%) και γεωργικού εισοδήματος (98,2%) ήταν η παραγωγή ακτινιδίων. Το καθαρό ετήσιο εισόδημα του δείγματος που προερχόταν από την καλλιέργεια και παραγωγή ακτινιδίων κυμαινόταν από 5.000€ έως 20.000€ για το 60% και από 20.000€ και άνω για το 28,19%. Η διάθεση της παραγωγής για το 90% των ερωτώμενων γινόταν εξ ολοκλήρου σε μεσίτη.
Οι καλλιεργητικές πρακτικές που δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν οι ακτινιδιοπαραγωγοί του δείγματος ήταν παρόμοιες με εκείνες των παραγωγών ακτινιδίων στη Νέα Ζηλανδία (Fairweather et al., 2007), δηλαδή χρήση λιπασμάτων και άρδευση από ιδιόκτητη γεώτρηση. Ειδικότερα, το 95,5% των παραγωγών χρησιμοποιούσε λιπάσματα, το 40% ορμόνες και φυτοφάρμακα και το 31,8% κοπριά. Για την άρδευση των καλλιεργειών τους χρησιμοποιούσαν νερό από ιδιόκτητη γεώτρηση (96,4%). Αντίθετα με προηγούμενες έρευνες (Solomou et al., 2009, Aslan et al., 2018) οι παραγωγοί του δείγματος δήλωσαν ότι συμβουλεύονται συχνά γεωπόνο (77%) και λιγότερο άλλες πηγές. Σε γενικές γραμμές, για αγροτικά θέματα το 86,4% ανέφερε ότι, μεταξύ άλλων, ενημερώνεται από γεωπόνο, το 31,8% από το διαδίκτυο, το 30% από τον κοινωνικό τους περίγυρο και μόλις το 7,3% από δημόσιες υπηρεσίες. Στην έρευνα των Solomou et al. (2009) μόνο το 20,7% των συμμετεχόντων ενημερωνόταν από τον γεωπόνο και το 43,4% από φίλους. Επίσης, σύμφωνα με τους Aslan et al. (2018), η ενημέρωση γινόταν κυρίως από φίλους και συγγενείς. Επιπλέον, το 50% είχε παρακολουθήσει κάποιο επιμορφωτικό πρόγραμμα. Την αναγκαιότητα επιμόρφωσης των αγροτών τονίζουν οι Brinia και Papavasileiou (2015), σύμφωνα με τους οποίους, οι γεωργοί πρέπει να διαθέτουν τις γνώσεις και τις δεξιότητες, που απαιτούνται όχι μόνο για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων υψηλής ποιότητας, αλλά και για να προσαρμόζονται στις συνεχώς μεταβαλλόμενες απαιτήσεις της αγοράς, καθώς και για το ενδεχόμενο λήψης καλά υπολογισμένου επιχειρηματικού ρίσκου. Πολύ χαμηλό εμφανίζεται το ποσοστό συμμετοχής σε συνεταιρισμό ή γεωργική ομάδα, καθώς μόνο το 9,1% των ερωτώμενων ήταν μέλη, παρά το γεγονός ότι η πλειονότητα του δείγματος αναγνώριζε την ανάγκη οργάνωσης ομάδων παραγωγών (63,6%) και για τον λόγο αυτόν ήταν υψηλή η πρόθεση συμμετοχής (61,8%). Για την καλλιέργεια ακτινιδίων δεν είχαν λάβει δάνειο, ούτε επιδότηση (90%). Το 60,9% ήταν αρκετά ικανοποιημένο από τις τιμές πώλησης των ακτινιδίων και το 17,3% ήταν πολύ ικανοποιημένο. Σχετικά με τα διάφορα προβλήματα που αντιμετωπίζει η καλλιέργεια ακτινιδίων, ως σημαντικότερα προβλήματα αναφέρθηκαν οι κακές καιρικές συνθήκες (57,2%) (Duong et al., 2019) και η έλλειψη ψυκτικών θαλάμων (66,4%).
Όσον αφορά τη δυνητική κοινωνικοοικονομική και περιβαλλοντική επίδραση της καλλιέργειας στην περιοχή, το 44,5% συμφωνούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό ότι η καλλιέργεια ακτινιδίων συνέβαλλε στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη και το 52,7% ότι η καλλιέργεια έχει προοπτική ως επιχειρηματική δραστηριότητα στην περιοχή, αποτέλεσμα όμοιο με εκείνο της έρευνας των Rai et al. (2019) σχετικά με τη συμβολή της καλλιέργειας λαχανικών στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Επίσης, το 53,6% συμφωνούσε σε μεγάλο και πολύ μεγάλο βαθμό ότι η καλλιέργεια βοηθά στη μείωση της ανεργίας και στη συγκράτηση των νέων στην περιοχή. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα θεωρούσαν ότι το εισόδημα από τα ακτινίδια ήταν αρκετά ικανοποιητικό σε σχέση με τις ώρες εργασίας. Επίσης, το 75% περίπου των παραγωγών πίστευε ότι οι καλλιεργητικές τεχνικές που χρησιμοποιούσαν είχαν μικρές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Με την άποψη ότι η υψηλή διατροφική αξία του ακτινιδίου συμβάλλει στην αύξηση της ζήτησης, συμφωνούσε σε μεγάλο βαθμό το 37,3% και σε πολύ μεγάλο βαθμό το 35,5% των ερωτηθέντων, αποτελέσματα που συμφωνούν με τα ευρήματα των μελετών των Richardson et al. (2018) και Jaeger et al. (2011).
Το 80% των παραγωγών συμφωνούσε λίγο έως καθόλου με την πρόταση ότι η αγροτική πολιτική που εφαρμόζεται από την Ε.Ε. και την Πολιτεία είναι ευνοϊκή προς τους αγρότες. Παρόμοιες, αλλά με ποσοστό που φτάνει το 95% ήταν οι απόψεις των συμμετεχόντων για την αποτελεσματικότητα των πολιτικών του δήμου. Από τα παραπάνω αποτελέσματα γίνεται φανερό πως υπάρχει μια δυσπιστία απέναντι στους κρατικούς φορείς, όπως έχουν δείξει και στις μελέτες τους οι Solomou et al. (2009), Kontogeorgos et al. (2014) και Aslan et al. (2018). Επίσης, το 63,6% έκρινε αναγκαία την οργάνωση ομάδων παραγωγών, αποτέλεσμα όμοιο με εκείνο της έρευνας των Rai et al. (2019), όπως και με τη δημιουργία μονάδων τυποποίησης, καθώς το 72,7% των ερωτηθέντων συμφωνούσε πολύ έως πάρα πολύ, με την άποψη ότι η έλλειψη μονάδων τυποποίησης έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην περιοχή. Όσον αφορά τη διαδοχή από τα παιδιά τους στην καλλιέργεια ακτινιδίων το 65,5% δήλωσε πως δεν γνωρίζει, ενώ το 22,7% ήταν θετικό. Τέλος, αναφορικά με το μέλλον της καλλιέργειας ακτινιδίων στην περιοχή, το 89,1% πίστευε ότι θα υπάρξει αύξηση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων και το 5,5% ότι θα γίνει αναδιάρθρωση της καλλιέργειας.
Χρησιμοποιώντας την ανάλυση των κύριων συνιστωσών (PCA), πραγματοποιήθηκε η κατάταξη των παραγωγών ακτινιδίων σε ομάδες, ανάλογα με τις απόψεις τους για τη συμβολή της καλλιέργειας στην τοπική ανάπτυξη. Προέκυψαν τέσσερις κύριες συνιστώσες, που ερμηνεύουν το 61,8% της συνολικής διακύμανσης. Επιπλέον, για την ερμηνεία των κύριων συντελεστών συσχέτισης των μεταβλητών με τις συνιστώσες, θεωρήθηκε ως οριακό σημείο το 0,50.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης PCA, δημιουργήθηκαν τέσσερις συνιστώσες, που αφορούν στις απόψεις των ακτινιδιοπαραγωγών (Πίνακας 1). Στον πρώτο τύπο ανήκουν οι παραγωγοί που πιστεύουν ότι αφενός η καλλιέργεια ακτινιδίου επηρεάζει θετικά την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της περιοχής και αφετέρου ότι έχει προοπτικές ως επιχειρηματική δραστηριότητα. Ο δεύτερος τύπος παραγωγού θεωρεί ότι η παρέμβαση του κρατικού μηχανισμού είναι υποστηρικτική, ευνοϊκή και μείζονος σημασίας. Στον τρίτο τύπο ανήκουν τα άτομα που εστιάζουν αποκλειστικά στο οικονομικό όφελος, χωρίς να ενδιαφέρονται για την ευρύτερη συμβολή της καλλιέργειας στην περιοχή. Τέλος, στην τέταρτη κατηγορία εντάσσονται οι παραγωγοί, που παραβλέπουν τη δυνητική κοινωνικοοικονομική συνεισφορά της καλλιέργειας ακτινιδίων στην περιοχή και ασχολούνται με λιγότερο ουσιώδη ζητήματα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Η καλλιέργεια ακτινιδίου είναι μία καλλιέργεια με προοπτικές και το ακτινίδιο της περιοχής ένα αγροτικό προϊόν με αυξημένη παραγωγικότητα και ζήτηση. Όπως αποτυπώθηκε στην έρευνα, οι γενικότερες αντιλήψεις των παραγωγών, αναφορικά με τη συμβολή της καλλιέργειας ακτινιδίων στην τοπική ανάπτυξη, ήταν θετικές, καθώς βοηθά στη μείωση της ανεργίας και στη συγκράτηση των νέων στην περιοχή. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, τα χαρακτηριστικά των καλλιεργητών ακτινιδίων δεν διαφέρουν από τα χαρακτηριστικά των αγροτών: είναι άνδρες, μεγάλης σχετικά ηλικίας, χωρίς υψηλό μορφωτικό επίπεδο και κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Επίσης, ασχολούνται με την καλλιέργεια ακτινιδίων περισσότερο από μία δεκαετία και η συγκεκριμένη καλλιέργεια αποτελεί γι’ αυτούς την κύρια πηγή τόσο του γεωργικού όσο και του οικογενειακού τους εισοδήματος, ενώ αποφάσισαν να ασχοληθούν με την καλλιέργεια ακτινιδίων μειώνοντας την ενασχόλησή τους με τις παραδοσιακές καλλιέργειες της περιοχής (εσπεριδοειδή και ελιές) για να βελτιώσουν το εισόδημά τους.
Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την υφιστάμενη κατάσταση, καθώς και τα αποτελέσματα της έρευνας, θα πρέπει να γίνουν ορισμένες παρεμβάσεις ώστε η καλλιέργεια των ακτινιδίων να συμβάλλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της περιοχής.
Αρχικά από την πλευρά της Πολιτείας κρίνεται αναγκαίος ένας μακροπρόθεσμος στρατηγικός σχεδιασμός, σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα, ώστε να προωθούνται ελεγχόμενα καλλιέργειες με ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για κάθε περιοχή. Ο σχεδιασμός αυτός θα συνδράμει στην αποφυγή προβλημάτων του παρελθόντος, όπου η ανεξέλεγκτη παραγωγή εσπεριδοειδών και η αδυναμία διάθεσής τους οδήγησε τελικά στην απαξίωση της συγκεκριμένης καλλιέργειας.
Η ορθολογική χρήση των υδάτινων πόρων αποτελεί επίσης ένα ζήτημα υψίστης σημασίας. Για τον λόγο αυτό θεωρείται πολύ σημαντική η παρέμβαση της τοπικής αυτοδιοίκησης, ώστε να εκσυγχρονιστεί το απαρχαιωμένο δίκτυο άρδευσης-στράγγισης και να πάψει το φαινόμενο της ανεξέλεγκτης διάνοιξης γεωτρήσεων.
Ένα άλλο σημείο που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη, είναι η σύνδεση του πρωτογενή τομέα με τον δευτερογενή. Η δημιουργία δηλαδή μονάδων τυποποίησης στην περιοχή θα συμβάλλει στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του ακτινιδίου, θα ενισχυθεί η επιχειρηματικότητα με τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων και κατ’ επέκταση θα υπάρξει δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για την ενίσχυση του τοπικού πληθυσμού. Η δημιουργία των μονάδων τυποποίησης θα δώσει, επίσης, τη δυνατότητα στα τοπικά προϊόντα να ενταχθούν σε κατηγορία ποιότητας, π.χ. Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ), και να γίνουν πιο ανταγωνιστικά. Απαραίτητη είναι επίσης η δημιουργία αποθηκευτικών χώρων-ψυγείων, καθώς η έλλειψή τους δυσχεραίνει τη συντήρηση και τη μακρά διάθεση του ακτινιδίου.
Σημαντική κρίνεται επίσης η δημιουργία ομάδων παραγωγών, καθώς η συμμετοχή σε αυτές δίνει τη δυνατότητα για μείωση του κόστους παραγωγής μέσω της από κοινού αγοράς εισροών, καθώς και για προώθηση των προϊόντων με ευνοϊκότερους όρους, χωρίς την ύπαρξη μεσαζόντων.
Η πλειονότητα των παραγωγών ακτινιδίων είναι άτομα μεγάλης ηλικίας και απόφοιτοι Δημοτικού, οπότε θεωρείται βασική η παροχή επαγγελματικής κατάρτισης για τον ορθολογικό τρόπο παραγωγής, τους κώδικες ορθών γεωργικών και περιβαλλοντικών πρακτικών, την ορθολογική χρήση των υδάτινων πόρων, καθώς και την παραγωγή προϊόντων πιστοποιημένης ποιότητας.
Καταλήγοντας, θα ήταν σκόπιμο να ειπωθεί ότι για να είναι ορατά τα αποτελέσματα της συμβολής μιας καλλιέργειας στην πραγματική βιώσιμη ανάπτυξη μιας περιοχής, θα πρέπει να υπάρχει πρόθεση συνεργασίας από όλους τους εμπλεκόμενους (παραγωγοί, τοπική αυτοδιοίκηση και Πολιτεία).
ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΥΝΙΣΤΩΣΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ |
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ |
Υποστηρικτές (% Διακύμανση: 26,570) |
|
Η καλλιέργεια του ακτινιδίου επηρεάζει την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη του δήμου Νικολάου Σκουφά. |
0,646 |
Η καλλιέργεια του ακτινιδίου ως επιχειρηματική δραστηριότητα έχει προοπτικές στην περιοχή. |
0,755 |
Η ενασχόληση με την καλλιέργεια ακτινιδίου βοηθάει στη μείωση της ανεργίας και στη συγκράτηση των νέων στον τόπο τους. |
0,707 |
Η υψηλή διατροφική αξία του ακτινιδίου έχει συμβάλλει στην αύξηση της ζήτησης. |
0,562 |
Υπάρχει ανάγκη για οργάνωση ομάδων παραγωγών στην περιοχή. |
0,585 |
Η έλλειψη μονάδων τυποποίησης και μεταποίησης ακτινιδίων έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην περιοχή. |
0,652 |
Παραγωγοί που θεωρούν σημαντική και ευνοϊκή την παρέμβαση της Πολιτείας (% Διακύμανση: 13,005) |
|
Η αγροτική πολιτική (Κ.Α.Π.) που εφαρμόζεται από την Ε.Ε. και κατ’ επέκταση από την ελληνική πολιτεία είναι ευνοϊκή προς τον αγρότη. |
0,769 |
Οι πολιτικές του δήμου για τη στήριξη των καλλιεργητών είναι αποτελεσματικές. |
0,780 |
Παραγωγοί που ενδιαφέρονται για το οικονομικό όφελος (% Διακύμανση: 11,611) |
|
Το εισόδημα από την καλλιέργεια ακτινιδίου, είναι ικανοποιητικό σε σχέση με τις ώρες απασχόλησης και τα στρέμματα που καλλιεργούνται. |
-0,596 |
Παραγωγοί που επικεντρώνονται σε κάποια θέματα που σχετίζονται με την τοπική ανάπτυξη και δεν τη βλέπουν ολιστικά (% Διακύμανση: 11,612) |
|
Οι καλλιεργητικές τεχνικές που χρησιμοποιείτε έχουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις (στάθμη και ποιότητα των νερών, φυτοπροστατευτικά). |
0,816 |
Το ακτινίδιο, ως τοπικό προϊόν, αντιμετωπίζει δυσμενείς επιπτώσεις από τον ανταγωνισμό άλλων εγχώριων ή εισαγόμενων προϊόντων. |
-0,594 |
Πίνακας 1: Βασικές συνιστώσες παραγωγών, βάσει των απόψεών τους για τη συμβολή της καλλιέργειας ακτινιδίων στην τοπική ανάπτυξη
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Aslan, L.O.M., Supendy, R., Taridala, S.A.A., Hafid, H., Sifatu, W.O.,
Sailan, Z. and Niampe, L. (2018) 'Income of Seaweed Farming Households: A Case
Study From Lemo of Indonesia', in IOP Conference Series: Earth and
Environmental Science, 175, 012221. doi:10.1088/1755-1315/175/1/012221
Brinia, V. and Papavasileiou, P. (2015) 'Training of Farmers in Island
Agricultural Areas: The Case of Cyclades Prefecture', Journal of
Agricultural Education and Extension, 21(3), pp. 235–247. doi:
10.1080/1389224X.2014.928223
Duong, T.T., Brewer, T., Luck, J. and Zander, K. (2019) 'A Global Review
of Farmers’ Perceptions of Agricultural Risks and Risk Management Strategies', Agriculture
(Switzerland), 9(1), pp. 1-16. doi:10.3390/agriculture9010010
Fairweather, J., Hunt, L., Cook, A., Rosin, C., Benge, J. and Campbell, H. (2007) New Zealand Farmer and Grower Attitude and Opinion Survey: Kiwifruit Sector, Agricultural Research Group On Sustainability, Research Report No 07/08, pp. 1-45. Διαθέσιμο στο: https://researcharchive.lincoln.ac.nz/bitstream/handle/10182/448/argos_rr_2007_07.pdf?sequence=1&isAllowed=y (Ανακτήθηκε: 13 Απριλίου 2020)
Ferguson, A.R. (2004) '1904—the year that kiwifruit (Actinidia
deliciosa) came to New Zealand', New Zealand Journal of Crop and
Horticultural Science, 32(1), pp. 3-27. doi:10.1080/01140671.2004.9514276
Guenther, M., O’ Neill, P., Marquet, M. and Hunt, L. (2012) The ARGOS New Zealand Farm Sustainability Survey, Agricultural Research Group On Sustainability, Research Report No 12/10, pp. 1-58. Διαθέσιμο στο: https://researcharchive.lincoln.ac.nz/bitstream/handle/10182/5341/ARGOS_Survey_12_10.pdf?sequence=1 (Ανακτήθηκε: 13 Απριλίου 2020)
Jaeger, S.R., Harker, R., Triggs, C.M., Gunson, A., Campbell, R.,
Jackman, R. and Jackman – Requejo, C. (2011) 'Determining Consumer Purchase
Intentions: The importance of dry matter, size, and price of kiwifruit', Journal
of Food Science, 76(3), pp. 177-184. doi: https://doi.org/10.1111/j.1750-3841.2011.02084.x
Kontogeorgos, A., Tselempis, D. and Aggelopoulos, S. (2014) 'Measuring
service quality of the Greek Ministry of Agriculture', Measuring Business
Excellence, 18(4), pp. 54-64. doi: https://doi.org/10.1108/MBE-05-2013-0030
Rai, M.K., Paudel, B., Zhang, Y., Khanal, N.R., Nepal P. and Koirala,
H.L. (2019) 'Vegetable Farming and Farmers’ Livelihood: Insights from Kathmandu
Valley, Nepal', Sustainability, 11(889), pp. 1-17.
doi:10.3390/su11030889
Richardson, D.P., Ansell, J. and Drummond, L.N. (2018) 'The nutritional
and health attributes of kiwifruit: a review', European Journal of Nutrition,
57(8), pp. 2659–2676. doi: https://doi.org/10.1007/s00394-018-1627-z
Sanginga, P.C., Adesina, A.A., Manyong, V.M., Otite, O. and Dashiell,
K.E. (1999) Social impact of soybean in Nigeria’s southern Guinea savanna.
Ibadan, Nigeria: International Institute of Tropical Agriculture. Διαθέσιμο
στο: http://www.hubrural.org/IMG/pdf/iita_soybean.pdf (Ανακτήθηκε: 13 Απριλίου
2020)
Solomou, A., Tsogia, S., Mousxoudi, K., Fragia, T., Sfougaris, A. and
Tzortzios, S. (2009) 'Farmers’ views and attitudes towards the reformed common
agricultural policy in Greece', International Journal of Sustainable
Development and Planning, 4(3), pp. 265–276. doi: 10.2495/SDP-V4-N3-265-276
Tadesse, Y., Almekinders, C.J.M., Schulte, R.P.O. and Struik, P.C.
(2018) 'Potatoes and livelihoods in Chencha, southern Ethiopia', Journal of
Life Sciences, 88(1), pp. 105–111. doi: 10.1016/j.njas.2018.05.005
Zagaria, C., Schulp, C.J.E., Kizos, Th. and Verburg, P.H. (2017)
'Perspectives of farmers and tourists on agricultural abandonment in east
Lesvos, Greece', Regional Environmental Change, 18 (5), pp. 1467–1479.
doi: https://doi.org/10.1007/s10113-017-1276-4
Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) (2011) Στατιστικές: Πληθυσμός και κοινωνικές συνθήκες. Διαθέσιμο στο: https://www.statistics.gr/el/statistics/-/publication/SAM03/2011 (Ανακτήθηκε: 30 Αυγούστου 2019)
Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) (2016) Στατιστικές: Γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία. Διαθέσιμο στο: https://www.statistics.gr/el/statistics/-/publication/SPG32/2016 (Ανακτήθηκε: 30 Αυγούστου 2019)
Πετρίδης, Δ. (2015) Ανάλυση πολυμεταβλητών τεχνικών. Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών.
Τζήκας, Κ. (2010) 'Διεθνής καριέρα για το Ελληνικό ακτινίδιο', Αγρόκτημα, 72, σ. 42.