Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

Mητροπούλου Α., Ερωτοαπαντήσεις για το Νέο Νόμο για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς, Άρθρο δημοσιευμένο στον Αγρότυπο



Ανδριανή –Άννα  Μητροπούλου - Δικηγόρος  τ. Νομικός  Σύμβουλος ΠΑΣΕΓΕΣ, Μέλος Δ.Σ Ινστιτούτου Συνεταιριστικών Ερευνών και Μελετών (ΙΣΕΜ).
ΑΡΘΡΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΑΓΡΟΤΥΠΟ.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1) Πόσα άτομα χρειάζονται για τη δημιουργία ενός συνεταιρισμού και πόσα χρήματα απαιτούνται από τα μέλη ανά περίπτωση .
2) Ποιες είναι κατά τη γνώμη σας, οι πιο σημαντικές αλλαγές που επιφέρει ο νέος Νόμος για τις αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις, σε σχέση με τον προηγούμενο Νόμο;
1) Ποια είναι τα αρνητικά σημεία του νέου Νόμου και πως κρίνετε τη διάταξη που προβλέπει την είσοδο ιδιώτη-επενδυτή;

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

1.  Στις 4 Μαρτίου 2020, ψηφίστηκε ένας ακόμη νόμος για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, ο οποίος δημοσιεύθηκε στο φύλλο 52 της  Εφημερίδας της Κυβέρνησης  με ημερομηνία  11.3.2020  και έλαβε αριθμό 4673 .  Για την ίδρυση ενός αγροτικού συνεταιρισμού, σύμφωνα με τον νέο νόμο, απαιτείται η σύνταξη και υπογραφή καταστατικού από 10 μέλη (ιδρυτικά μέλη)  , τα οποία θα πρέπει να καταβάλουν μετά την έγκριση του καταστατικού από την  Εποπτεύουσα Αρχή , το ποσόν 10.000,00 ευρώ δηλαδή κάθε μέλος θα πρέπει να καταβάλει το ποσόν των  1.000,00 ευρώ  μερίδα, ενδεχομένως και σε δόσεις, κατά τους ορισμούς του καταστατικού, το οποίο υποχρεωτικά αναγράφεται και στην σχετική διάταξη του άρθρου του καταστατικού, που αναφέρεται στην μερίδα. Την μερίδα αυτή ο νόμος στο άρθρο 9  την ονομάζει  συνεταιρική μερίδα και την διακρίνει από τις προαιρετικές μερίδες τις οποίες προφανώς δεν θεωρεί συνεταιρικές.
Το ύψος του συνεταιριστικού κεφαλαίου, για την ίδρυση ενός συνεταιρισμού,  μπορεί να μειώνεται αλλά όχι κάτω του ποσού των 5.000,00 ευρώ, σε δυο περιπτώσεις : α) στην σύσταση γυναικείων συνεταιρισμών και β) στην σύσταση συνεταιρισμών, τα μέλη των οποίων τελούν υπό ειδικές συνθήκες ,οι οποίες αιτιολογούν την σύσταση συνεταιρισμού, με μικρότερο αριθμό μελώνκαι κεφαλαίου ιδίως στις περιπτώσεις ,που η έδρα του συνεταιρισμού βρίσκεται σε ορεινές περιοχές ή νησιά με λιγότερους από 3.500 κατοίκους ή, η δραστηριότητα του συνεταιρισμού, αφορά σε ειδικά προϊόντα. Στις περιπτώσεις αυτές , απαιτείται η έκδοση ειδικά αιτιολογημένης απόφασης της Εποπτεύουσας  Αρχής,η οποία  έχει υποχρέωση να ερευνήσει τις ειδικές συνθήκες, οι οποίες προφανώς επιβάλουν την ίδρυση αγροτικού συνεταιρισμού κατά παρέκκλιση του ύψους του κεφαλαίου των 10.000,00 ευρώ και του αριθμού των μελών σε λιγότερα από δέκα (10).Σημειώνεται ότι ο νομοθέτης , στους μεν γυναικείους συνεταιρισμούς αναφέρει ότι ο αριθμός των ιδρυτικών μελών, δεν μπορεί να είναι κατώτερος των 5 , στην άνω περίπτωση β) όμως,  δεν αναφέρει ελάχιστο αριθμό μελών.

Άποψη μας είναι ότι , η διάταξη, περιέχει αοριστίες και ασάφειες ,  διότι δεν αναφέρει ούτε ποιες θεωρεί ως ορεινές περιοχές, εκτός αν εννοεί την Ενωσιακή οδηγία, η οποία τις καθορίζει  , την οποία όμως όφειλε να αναφέρει,  ούτε ποιες είναι οι ειδικές συνθήκες, οι οποίες δεν πρέπει να αναφέρονται ενδεικτικά αλλά περιοριστικά,  ούτε ποια είναι τα ειδικά  προϊόντα , που πρέπει να συντρέχουν, ώστε να τα λάβει υπόψιν της η Εποπτεύουσα Αρχή, για να επιτρέψει με απόφασή της , την ίδρυση του συνεταιρισμού αυτού.
 Έχει πολλές φορές επισημανθεί, από την θεωρία του διοικητικού δικαίου, ότι ο νομοθέτης δεν θα πρέπει να δημιουργεί προβληματισμούς  στην κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση, όταν παραπέμπει σε αυτή την ρύθμιση θεμάτων, με πράξη της,  είτε ατομικού είτε  κανονιστικού περιεχομένου. Θα πρέπει ο νόμος  να είναι σαφής και ορισμένος , ώστε  να μη οδηγεί σε έκδοση αυθαίρετων αποφάσεωναπό την Διοίκηση  αλλά  και να δημιουργεί  ασφάλεια στον διοικούμενο, για την αληθή  εφαρμογή των κανόνων του δικαίου.
Η εφαρμογή της διάταξης , όπως  παραπάνω διατυπώνεται , θα δημιουργήσει πλήθος   προβλημάτων και θα οδηγήσει μοιραία τις απορριπτικές αποφάσεις της Διοίκησης στην χρονοβόρο διαδικασία των Διοικητικών Δικαστηρίων. Την άποψη αυτή την συνδυάζουμε με την μη ορθή κατά την άποψή μας επιλογή του νομοθέτη, της έγκρισης των καταστατικών  των ΑΣ με διοικητική πράξη. Πιθανή απόρριψη της  αίτησης έγκρισης  του καταστατικού , θα οδηγήσει σε μια χρονοβόρο  δικαστική διαδικασία , η οποία δεν ενδείκνυται για επιχειρηματικά νομικά πρόσωπα.

Σε συνέχει των ανωτέρω επισημαίνουμε ότι, ο επιμελής νομοθέτης, οφείλει να ορίσει ποιες θεωρεί ορεινές περιοχές, ποιες είναι οι ειδικές συνθήκες περιοριστικά   ποια είναι τα ειδικά προϊόντα ,που επιτρέπουν την κατά παρέκκλιση εφαρμογή της διάταξης του μειωμένου αριθμού μελών και κεφαλαίου, για την σύσταση αγροτικού συνεταιρισμού.  Άποψή μας είναι ότι, η τυχόν ερμηνευτική εγκύκλιος, που θα εκδοθεί από την Διοίκηση, για την εφαρμογή του νόμου, δεν μπορεί να συμπληρώσει το κενό.Συνεπώς,  θα οδηγηθούμε μοιραία σε τροποποίηση του νόμου.

Επισημαίνεται ότι στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου, που συζητήθηκε το νομοσχέδιο, είχαν επισημανθεί από τους Φορείς οι ελλείψεις αυτές, οι  οποίες δυστυχώς δεν ελήφθησαν υπόψιν.

2.Θα πρέπει,  πριν απαντήσω στο  δεύτερο  ερώτημά Σας, να προτάξω το γεγονός ότι ο νέος νόμος, δημιουργεί ένα νομικό πρόσωπο, το οποίο δεν είναι ούτε συνεταιρισμός διότι :
α) καταργεί από τον διεθνή ορισμό του συνεταιρισμού, τον οποίο  είχαν υιοθετήσει όλοι οι προηγούμενοι νόμοι, όπως ο ορισμός αυτός αυτός διατυπώνεται  στην  Σύσταση 193/2003 του ΟΗΕ, την οποία αποδέχθηκε και η Ελλάδα, συνεπώς την δεσμεύει. Η κατάργηση αφορά ειδικότερα στον κοινωνικό και πολιτιστικό σκοπό του συνεταιρισμού και β)  συνεπής ο νομοθέτης σε αυτή την ρυθμιστική του επιλογή , διανέμει τα κέρδη του συνεταιρισμού στα μέλη του και επιτρέπει την διανομή της συνεταιριστικής περιουσίας και μάλιστα της αδιανέμητης  στα τελευταία  μέλη, η οποία πρώτη φορά εισάγεται σε συνεταιριστικό νόμο.

Να δούμε τι σημαίνει αυτό πρακτικά.

1)Οι συνεταιρισμοί, διεθνώς δημιουργούν δυο είδη  εισοδημάτων : Τα πλεονάσματα, τα οποία προέρχονται από την συναλλαγή του μέλους με τον συνεταιρισμό του. Π. χ παραγωγός μέλος του συνεταιρισμού , παραδίδει το προϊόν του  στον συνεταιρισμό του,  για να το πουλήσει. Μετά την πώληση ο Συνεταιρισμός, αφού κρατήσει τις δαπάνες του αποδίδει στον παραγωγό την αξία του προϊόντος, από την πώληση. Στην περίπτωση αυτή ο συνεταιρισμός δεν έχει κανένα όφελος. Έχουν όμως τα μέλη, τα οποία εισέπραξαν μια καλή τιμή για το προϊόν τους.Αν όμως η γενική συνέλευση αποφασίσει , να παρακρατήσει ο συνεταιρισμός ένα μέρος από την αξία του προϊόντος  του μέλους,  που πούλησε ο συνεταιρισμός, στην περίπτωση αυτή ο συνεταιρισμός αποκτά ένα εισόδημα, το οποίο ονομάζεται πλεόνασμα και συνήθως  ο Συνεταιρισμός  το μεταφέρει σε ένα ειδικό αποθεματικό και το χρησιμοποιεί για οποιονδήποτε λόγο αποφασίσει η γενική συνέλευση. π. χ  για επενδύσεις, για εκπαίδευση των μελών, για δημιουργία ενός κεφαλαίου το οποίο θα βοηθήσει τα μέλη σε περιόδους κρίσης, όπως   π. χ φυσικές καταστροφές ,  ακαρπία κλπ. Το πλεόνασμα, και δικαίως,  δεν φορολογείται, όταν το κρατήσει ο συνεταιρισμός  στα αποθεματικά του,  διότι αποτελεί μέρος από την αξία του προϊόντος του αγρότη παραγωγού, μέλους του συνεταιρισμού, το οποίο  άφησε στον συνεταιρισμό του. Πολλές φορές οι συνεταιρισμοί, αποφασίζουν, δια της γενικής τους συνέλευσης, ένα μέρος των πλεονασμάτων, να το μοιράσουν στα μέλη, διότι μπορεί, για παράδειγμα να έχουν δημιουργήσει μεγάλα πλεονάσματα, όπως συμβαίνει συνήθως στους πολυπληθείς συνεταιρισμούς. Στην περίπτωση, που η γενική συνέλευση, θα αποφασίσειτην διανομή του πλεονάσματος, στα μέλη, τότε  το κάθε  μέλος  θα φορολογηθεί για το πλεόνασμα, που εισέπραξε, από τον Συνεταιρισμό του, με τις διατάξεις, που ισχύουν ,για την φορολογία του αγροτικού εισοδήματος.  Αυτό είναι το σύστημα του πλεονάσματος, που ίσχυε μέχρι σήμερα και ισχύει.

Οι συνεταιρισμοί όμως, μπορούν να συναλλάσσονται και με τρίτα πρόσωπα, μη μέλη. Ο προγενέστερος νόμος  4384/2016, έθετε ένα περιορισμό στο ύψος της συναλλαγής του συνεταιρισμού με τρίτα πρόσωπα, όπως συμβαίνει σε πολλές νομοθεσίες άλλων κρατών (Γαλλία). Το ύψος της συναλλαγής αυτής , ο 4384/2016, το άφηνε να το ορίσει το καταστατικό. Στην Γαλλία για παράδειγμα το ύψος της συναλλαγής με τρίτους δεν ξεπερνά το 20% του ύψους της συναλλαγής, που έχει ο συνεταιρισμός με τα μέλη του. Ο περιορισμός αυτός έχει νόημα, διότι διαφορετικά, δεν υπάρχει πραγματικός συνεταιρισμός. Μετατρέπεται σε μια  συμβατική  κερδοσκοπική εταιρεία.

Η συναλλαγή με τρίτους έχει την έννοια ότι, ο συνεταιρισμός αγοράζει προϊόντα από τρίτους και τα πουλάει σε τρίτους. π. χ αγοράζει λιπάσματα από μια Εμπορική εταιρεία και τα πουλάει σε μη μέλη του. Στην περίπτωση αυτή ο συνεταιρισμός δημιουργεί κέρδη, όπως ακριβώς μια κοινή εμπορική εταιρεία (αγορά-μεταπώληση = κέρδος ).

Με βάση την προγενέστερη νομοθεσία, ο συνεταιρισμός φορολογείτο για τα κέρδη, που δημιουργούσε, από την  συναλλαγή αυτή με μη μέλη του , σε ποσοστό 13% ή 10%. Το κέρδος όμως αυτό απαγορευόταν να διανεμηθεί στα μέλη και ο συνεταιρισμός μετά την φορολόγησή του το μετέφερε σε ειδικό αποθεματικό  και το χρησιμοποιούσε για τις κάθε είδους ανάγκες του. Για το λόγο αυτό ο συνεταιρισμός χαρακτηρίζεται  μη κερδοσκοπικός οργανισμός.

Η ανωτέρω ρύθμιση με τον νέο νόμο άλλαξε. Ο συνεταιρισμός μπορεί να συναλλάσσεται με τρίτους μη μέλη, απεριόριστα, τα δε κέρδη που  δημιουργεί, με απόφαση πάντοτε της γενικής συνέλευσης μοιράζονται στα μέλη και φορολογούνται στα μέλη με τον χαμηλό συντελεστή του 5% ,ως εισόδημα του μέλους από μέρισμα.Ο δε συνεταιρισμός, για τα κέρδη αυτά  φορολογείται με μειωμένο συντελεστή 13% ή 10%, όπως προαναφέρθηκε.

Συνεπώς,  η γενική συνέλευση κάθε χρόνο ,  θα πρέπει να ζητάει από το Διοικητικό Συμβούλιο, να την ενημερώνει για τα κέρδη, που πραγματοποίησε ο συνεταιρισμός, και να αποφασίζει την διανομή των κερδών στα μέλη  του συνεταιρισμού ,  ανεξάρτητα από την οποιαδήποτε εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου.

Ο νόμος μάλιστα στο άρθρο  26  αναφέρει , όπως άλλωστε και ο προηγούμενος, ότι οι συνεταιρισμοί έχουν υποχρέωση να κρατούν ξεχωριστούς λογαριασμούς για τα πλεονάσματα  και ξεχωριστούς για τα κέρδη. Συνεπώς καθίσταται ευχερής η διαπίστωση των κερδών,  ώστε να διανέμονται στα μέλη.

Εδώ όμως καλλιεργείται μια κερδοσκοπική νοοτροπία στα μέλη των συνεταιρισμών, τα οποία με την νοοτροπία αυτή  είναι δυνατόν , να αποφασίσουν και την μη παρακράτηση πλεονασμάτων από τον Συνεταιρισμό  αλλά και την διανομή των κερδών, με αποτέλεσμα την παρεμπόδιση δημιουργίας συνεταιριστικής περιουσίας και ανάπτυξης του συνεταιρισμού. Δηλαδή ο συνεταιρισμός χάνει τον πραγματικό σκοπό του και μετατρέπεται σε μια κοινή  εμπορική κεφαλαιουχική εταιρεία.
 Όλα αυτά αν συνδυαστούν με την είσοδο των μελών- επενδυτών, με τους όρους, που προβλέπει ο νέος νόμος,  στα όργανα διοίκησης και εποπτείας του συνεταιρισμού, με συμμετοχή μάλιστα σε αυτά σε ποσοστό 35%, τότε μπορούμε να είμαστε βέβαιοι, ότι ο συνεταιρισμός, ως θεσμός, που λειτουργεί διεθνώς, παύει να υπάρχει στην χώρα μας. Και όλα αυτά σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη συνεταιριστικής παιδείας και εκπαίδευσης των συνεταιριστών στην χώρα μας , μετά το κλείσιμο των συνεταιριστικών  σχολών, θα οδηγήσουν μαθηματικά στη πλήρη αλλοτρίωση του θεσμού.

2) Ο νέος νόμος επιτρέπει, αντίθετα προς τους προηγούμενους αλλά και το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συνεταιρισμού, την διανομή της συνεταιριστικής περιουσίας στα μέλη του συνεταιρισμού, μετά την λύση και εκκαθάριση του συνεταιρισμού.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η γενική συνέλευση του συνεταιρισμού, μπορεί να συνέλθει οποιαδήποτε στιγμή και να αποφασίσει την λύση και εκκαθάριση του συνεταιρισμού και την περιουσία, που θα υπάρχει μετά την εκκαθάριση να την μοιράσουν τα μέλη μεταξύ τους.
Όμως στην χώρα μας έχουμε περιουσιακά στοιχεία των συνεταιρισμών, τα οποία έχουν δημιουργηθεί από αφορολόγητα και αδιανέμητα αποθεματικά (πλεονάσματα- κέρδη ) από πολλές γενεές συνεταιριστών και ο  νέος νόμος επιτρέπει να την μοιραστούν τα τελευταία μέλη. Διερωτώμεθα αν οι συνεταιριστές συμφωνούν με αυτές τις ρυθμίσεις και ειδικά με την τελευταία.

Αναφέρουμε ένα παράδειγμα:Ένας συνεταιρισμός, έχει δημιουργήσει μια αξιόλογη συνεταιριστική περιουσία,΄ χωρίς να έχει  οφειλές  προς τρίτους,  την οποία διαχειρίζονται διαχρονικά τα μέλη του, για περισσότερο από 50 χρόνια. Να υποθέσουμε ότι η περιουσία αυτή ανέρχεται σήμερα σε 1.000.000 ευρώ. Τα μέλη κατά την είσοδό τους   στον συνεταιρισμό, έχουν καταβάλει μόνο  την αξία της συνεταιριστικής τους μερίδας, η οποία είναι γνωστό ότι, σχεδόν στο σύνολο των περιπτώσεων   είναι  μικρή , της τάξεως, κατά μέσον όρο των 100-300 ευρώ. Και να υποθέσουμε επίσης ότι ο συνεταιρισμός αυτός αριθμεί σήμερα, 50 μέλη, 5 εκ των οποίων,  έγιναν μέλη το πριν από δυο χρόνια. Σύμφωνα με τον νέο νόμο , η γενική συνέλευση των μελών έχει δικαίωμα να αποφασίσει την λύση και εκκαθάριση του συνεταιρισμού . Αν η γενική συνέλευση αποφασίσει την λύση του συνεταιρισμού αυτού, η  εκκαθάρισή του  θα τελειώσει άμεσα, αφού δεν υπάρχουν ούτε οφειλές προς τρίτους  ούτε απαιτήσεις από τρίτους, συνεπώς τα 50 μέλη του συνεταιρισμού θα μοιραστούν 1.000.000, ενώ έδωσαν μερίδα 200 ευρώ. Σε αυτά τα μέλη συμπεριλαμβάνονται και τα μέλη, που ενεγράφησαν προ διετίας, με μερίδα επίσης 200 ευρώ.

 Αυτό κατά την άποψή μας είναι  από τα μελανότερα σημεία του νόμου, διότι περιουσίες,που δημιούργησαν πολλές γενεές συνεταιριστών, ο νόμος επιτρέπει να τις οικειοποιούνται τα τελευταία μέλη. Επιπρόσθετα είναι δυσμενές  και προς τους Έλληνες φορολογουμένους, διότι η περιουσία αυτή δημιουργήθηκε από αφορολόγητα αποθεματικά και απόδωρεές του κράτους  προς τους συνεταιρισμούς, συνεπώς αποτελεί κοινωνική περιουσία, η οποία πρέπει  να  παραδίδεται στις επόμενες γενεές. Η άποψή μας αυτή ενισχύεται όχι μόνο από την διεθνή συνεταιριστική θεωρία αλλά και από το καταστατικό του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού (Κανονισμός 1435/2003), το οποίο δεν επιτρέπει την διανομή της συνεταιριστικής περιουσίας στα μέλη.

Το Ινστιτούτο  Συνεταιριστικών Ερευνών και Μελετών  στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου στο Κοινοβούλιο, επεσήμανε τους κινδύνους, που  εσωκλείουν οι άνω διατάξεις , (διανομή κερδών-διανομή περιουσίας) όσον αφορά στις φοροαπαλλακτικές διατάξεις του ιδίου του νόμου. Η άποψη αυτή υποστηρίχθηκε και από την Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής, η οποία ζήτησε, πριν από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών να ερωτηθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επικαλούμενη μάλιστα την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, την οποία επικαλέστηκε και τον Ινστιτούτο στην Βουλή. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι, ο νέος τρόπος νομοθέτησης, μπορεί να  οδηγήσει  στον χαρακτηρισμό  είτε των   αφορολόγητων πλεονασμάτων, είτε της μειωμένης φορολογίας των κερδών, σε κρατικές ενισχύσεις και να κληθούν οι συνεταιρισμοί να επιστέψουν  τις διαφορές, που θα προκύψουν, εντόκως.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί  ευρίσκονται ήδη σήμερα , υπόλογοι στην Ευρωπαϊκή  Επιτροπή , για επιστροφές ύψους άνω των 400 εκατομμυρίων ευρώ, λόγω χαρακτηρισμού ρυθμίσεων του παρελθόντος ,οι οποίες ρυθμίσεις είχαν γίνει επίσης με νόμο ,  ως κρατικών ενισχύσεων.

Αυτή τη φορά όμως δεν θα έχουν καμία δικαιολογία. Συνεπώς ασφαλής δρόμος είναι η γνωστοποίηση στην  Ευρωπαϊκή Επιτροπή των ρυθμίσεων αυτών. Άποψή μας είναι ότι η Ε.Ε, δεν θα δώσει την συναίνεσή  της, διότι ο  νέος νόμος παρεκκλίνει της εφαρμογής των συνεταιριστικών αρχών  στους αγροτικούς συνεταιρισμούς.

Φοβούμεθα ότι η χαμηλή φορολογία στα κέρδη των συνεταιρισμών, σε ποσοστό 10%, θα δημιουργήσει ,άνιση μεταχείριση    σε σχέση με τις συμβατικές επιχειρήσεις. Συνέπεια, η εκ νέου τροποποίηση του νόμου.


3. Σχετικά με το  τελευταίο ερώτημά Σας.

Με λύπη μας, θα πρέπει να πούμε  ότι ο νέος  νόμος είναι ο μόνος νόμος , για τον οποίο δεν μπορούμε  να βρούμε  ούτε ένα θετικό στοιχείο και θέλουμε  να είμεθα  συγκεκριμένοι:

Ο νέος νόμος αντιγράφει τον ν.4384/2016 και παρεμβαίνει σε όλα τα σημεία, που έχουν συνεταιριστικό χαρακτήρα, με σκοπό να τα αλλοιώσει , προκειμένου να μετατρέψει τον συνεταιρισμό σε κεφαλαιουχική εταιρεία. Υπενθυμίζω ότι στον 4384/2016, είχαμε ασκήσει δριμύτατη κριτική, για δευτερεύοντες λόγους, πλην της παραβίασης της 6ης συνεταιριστικής αρχής : με τον τίτλο  «Συνεργασία μεταξύ συνεταιρισμών» σύμφωνα με την οποία οι συνεταιρισμοί υπηρετούν με τη μέγιστη αποτελεσματικότητα τα μέλη τους και ισχυροποιούν τη συνεταιριστική κίνηση, όταν συνεργάζονται μεταξύ τους δια μέσου οργανώσεων τοπικού, εθνικού, περιφερειακού και διεθνούς επιπέδου. Είναι περιττό να πούμε ότι ο νέος νόμος διατηρεί την κατάργηση αυτή.

Για όλους τους άνω λόγους,  δεν μπορεί ο νόμος αυτός να κριθεί με κριτήρια συνεταιριστικά, διότι δεν αφορά τον θεσμό. Αφορά κάτι άλλο, που θα μπορούσαμε να το βαφτίσουμε«ιδιότυπη αγροτική κερδοσκοπική  εταιρεία». Σε καμία περίπτωση όμως συνεταιρισμό. Ο νόμος  καταργεί  τις  βασικές αρχές, που διέπουν τον θεσμό, όπως η αυτοβοήθεια, η αλληλεγγύη, η αυτευθύνη, η υπευθυνότητα, η φροντίδα για το κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν και δραστηριοποιούνται τα μέλη των συνεταιρισμών. Καταργείται η συνεταιριστική συνεργασία  και  ειδικά  η εκπαίδευση, που αποτελεί ανάγκη για τον συνεταιριστή αλλά κυρίως καταργεί την   δημοκρατική λειτουργία του θεσμού.
Θα αναφέρω δυο παραδείγματα,  τα οποία  είτε έχουν τεθεί από άγνοια , είτε από σκοπιμότητα. Αυτό να αφήσουμε τον αναγνώστη να το εκτιμήσει :

Παράδειγμα   1ο : Αναφέρει το άρθρο 1 παράγραφος 4 :
« Σύμφωνα με το καταστατικό τους και για την εκπλήρωση των σκοπών τους, οι ΑΣ μπορούν να παρέχουν, οι ίδιοι ή μέσω τρίτων νομικών προσώπων, στα μέλη – συνεταιριστές του άρθρου 6, χρηματοδοτήσεις με τη μορφή πιστώσεων μέχρι του ποσού των είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ συνολικά για κάθε μέλος – συνεταιριστή».
Με την ισχύουσα μέχρι σήμερα νομοθεσία, τα μέλη μπορούσαν να δανείζονται από τον συνεταιρισμό τους , με επιτόκιο, που δεν υπερβαίνει το νόμιμο, οποιοδήποτε ποσόν ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα του κάθε συνεταιρισμού. Γιατί ο νόμος περιορίζει το ποσόν αυτό  στα  25.000 ευρώ μόνο;    Μήπως θέλει να υποχρεώσει τα μέλη να  στραφούν σε εξωτερικό δανεισμό;  Ακολούθως , ποια  είναι η έννοια της διάταξης  , που αναφέρεται σε δανεισμό του συνεταιρισμού  μέσω τρίτων νομικών προσώπων ; Μήπως  ο νομοθέτης υπονοεί ότι ο συνεταιρισμός μπορεί να χορηγεί στα μέλη δάνεια , τα οποία  να δανείζεται  από τρίτα νομικά πρόσωπα ( π.χ Τράπεζες) και στην συνέχεια να δανείζει τα μέλη του ;  Ο νόμος σιγεί για όλα τα τιθέμενα ερωτήματα. Όμως ιδρύουμε συνεταιρισμούς, για να αποφύγουμε τα υψηλότοκα δάνεια των τραπεζών. Οι συνεταιρισμοί δανείζουν τα μέλη τους και τα μέλη δανείζουν τους συνεταιρισμούς, διεθνώς, ώστε να εξασφαλίζουν αμφότεροι καλλίτερους όρους χρηματοδότησης. Το αντίστροφο, που επιβάλει ο νομοθέτης , παραδίδει μέλη και συνεταιρισμούς στην διάθεση των τρίτων , που επιδιώκουν να τους χρηματοδοτήσουν . Οι κατευθυντήριες γραμμές των νομικών της διεθνούς οργάνωσης εργασίας, του ΟΗΕ,  για τους συνεταιρισμούς,  συνιστούν στους συνεταιρισμούς, να προσφεύγουν σε εξωτερικούς χρηματοδότες, μόνο σε έσχατη ανάγκη.
Αυτά, δεν κατανόησε, κατά την άποψή μας ο νομοθέτης.
Όμως είναι ποτέ δυνατόν ο νομοθέτης να παρεμβαίνει στην εσωτερική λειτουργία της συνεταιριστικής επιχείρησης, με την παραπάνω διάταξη;  Ο νόμος θα καθορίσει τον τρόπο διαχείρισης των κεφαλαίων των μελών του συνεταιρισμού;

Αν αυτό δεν είναι κρατισμός τότε τι είναι; 

Όμως οι συνεταιρισμοί ,για να λειτουργήσουν σωστά, θα πρέπει να κινούνται μακριά από το κράτος. Κρατισμός και Συνεταιρισμός είναι έννοιες ασύμβατες.

Για το λόγο αυτό ισχυριζόμαστε  ότι ο νόμος αυτός είναι ένα μείγμα διατάξεων διαφορετικών νομοθετημάτων, που δίνει την εντύπωση ότι,  δεν ιδρύει το θεσμό με σκοπό την λειτουργία του για την υποβοήθηση των μελών των συνεταιρισμών αλλά με σκοπό να ικανοποιήσει κάποια πελατειακά αιτήματα ατόμων, τα οποία ούτε γνωρίζουν,  ούτε έχουν οργανική σχέση με τον συνεταιριστικό θεσμό.

Παράδειγμα 2ο: Ο νόμος δεν μας ξεκαθαρίζει πόσες υποχρεωτικές μερίδες και πόσες ψήφους έχει κάθε μέλος-συνεταιριστής, όπως αποκαλεί τα μέλη κατά πλεονασμό. Διότι  στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 9   αναφέρει  ότι κάθε μέλος - συνεταιριστής συμμετέχει στον ΑΣ με μία (1) υποχρεωτική μερίδα, η οποία έχει μία (1) ψήφο.Ακολούθως στην παράγραφο  7   του άρθρου  9 επίσης , αναφέρει ότι κάθε μέλος που αποκτά μερίδα άλλου μέλους από οποιαδήποτε αιτία, υποχρεούται να αναγγέλλει εγγράφως στον ΑΣ την απόκτηση της μερίδας αυτής, ώστε να καταχωρισθεί στο βιβλίο μελών. Αν η μεταβίβαση δεν καταχωρισθεί στο βιβλίο μητρώου μελών , το μέλος που την απέκτησε δεν μπορεί να συμμετάσχει σε γενική συνέλευση του συνεταιρισμού με την μερίδα αυτή.
 Και στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 12  αναφέρει ,ότι   στη Γενική Συνέλευση κάθε μέλος έχει μία (1) ψήφο για κάθε μία υποχρεωτική μερίδα.

Συνεπώς παραβιάζεται η αρχή της δημοκρατικής λειτουργίας του συνεταιρισμού « κάθε μέλος μια ψήφος» .
Διότι ένα μέλος μπορεί να αγοράσει την αξία της μερίδας 5 άλλων μελών, που θέλουν να αποχωρήσουν  από τον συνεταιρισμό  και να έχει το μέλος αυτό, 5 ψήφους, αφού έχει αποκτήσει 5 υποχρεωτικές μερίδες.
Λόγος άλλωστε για τον οποίο, διαλαμβάνει ο νόμος  στο άρθρο 9 παράγραφος 2  ρύθμιση, την οποία πρώτη φορά συναντάμε σε συνεταιριστικό νομοθέτημα, η οποία έχει ως εξής :

«Το ύψος, οι προϋποθέσεις κτήσης, ο τρόπος και χρόνος καταβολής της αξίας των υποχρεωτικών μερίδων, καθώς και το αναλογούν σε κάθε μερίδα δικαίωμα απόληψης κερδών, ορίζονται από το καταστατικό».

Που σημαίνει διανομή κερδών ανάλογα με τον αριθμό των υποχρεωτικών  μερίδων .

Κάθε σχόλιο είναι περιττό.

Ο νόμος βρίθει αντιφάσεων και ασαφειών και η εφαρμογή του θα είναι εξαιρετικά δυσχερής .

Τέλος για τα μέλη επενδυτές. Είναι θεσμός ο οποίος θεσπίστηκε μεν από το έτος 1993 σε ορισμένα κράτη, με διαφορετικό βεβαίως περιεχόμενο, διότι τα κράτη σέβονται τον συνεταιριστικό θεσμό, και ο οποίος απέτυχε, όπως τονίστηκε και στην Επιτροπή παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής  κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου, από αρμόδιους συνεταιριστικούς εκπροσώπους και επιστημονικούς φορείς. Επίσης η αποτυχία του θεσμού των μελών επενδυτών επισημαίνεται και σε πρόσφατες ευρωπαϊκές συνεταιριστικές μελέτες (PrinciplesofEuropeanCooperativeLaw, intersentia,2017),   οι οποίες καταλήγουν στο ακόλουθο συμπέρασμα :

« Οι συνεταιρισμοί θα πρέπει πάντα να έχουν ως γνώμονά τους την ακόλουθη προτεραιότητα για την άντληση κεφαλαίων απαραίτητων για τη λειτουργία και την ενδυνάμωσή τους, εάν δε θέλουν να απωλέσουν την αυτονομία-ανεξαρτησία και τη δημοκρατική τους λειτουργία:

1ον : Από τα ίδια τα μέλη του συνεταιρισμού.
2ον: Από άλλους συνεταιρισμούς και από συνεταιριστικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
3ον:  Από κοινωνικά ομόλογα και «κοινωνικούς επενδυτές» (socialinvestors) και , ως τελευταία επιλογή :
4ον: Από τρίτους εμπορικούς δανειστές και από χρηματοπιστωτικές αγορές.

Άποψή μας είναι, ότι όσο ποιο γρήγορα αποσυρθεί ο νέος νόμος 4673/2010, τόσο ποιο γρήγορα να διασωθεί ο συνεταιριστικός θεσμός στην χώρα μας.