Τετάρτη 29 Μαΐου 2019

Σέμου Β., Σεργάκη Π. , "Η Οικονομική και Κοινωνική διάσταση των Αγροτικών Συνεταιρισμών στην Ελλάδα: Μια θεωρητική Προσέγγιση"


Η Οικονομική και Κοινωνική διάσταση των Αγροτικών Συνεταιρισμών στην Ελλάδα: Μια θεωρητική Προσέγγιση.

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΕΜΟΥ1 και ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΣΕΡΓΑΚΗ2
1Υποψήφια Διδάκτορας του Τομέα Αγροτικής Οικονομίας του Τμήματος Γεωπονίας του ΑΠΘ
2Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Τομέα Αγροτικής Οικονομίας του Τμήματος Γεωπονίας του ΑΠΘ

1. Περίληψη
Η σημασία των συνεταιρισμών σε όλους τους τομείς της οικονομίας, τεκμηριώνεται από την ευρύτατη διάδοση και αποδοχή τους. Για παράδειγμα οι συνεταιρισμοί προσφέρουν απασχόληση σε πάνω από 100 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Το 2012 σε μια μελέτη που είχε αναλάβει η Διεθνής Συμμαχία των Συνεταιρισμών (International Labour Office, 2014) βρέθηκαν οι 300 μεγαλύτεροι συνεταιρισμοί του κόσμου σε 25 χώρες από όλη την Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και την Ασία. Οι συνεταιρισμοί αυτοί είχαν ετήσιο κύκλο εργασιών πάνω από 1,6 δις $. Το ποσό αυτό ισοδυναμεί με την ένατη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Επιπλέον, στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, διαχειρίζονται το μεγαλύτερο μέρος της γεωργικής παραγωγής και αποτελούν τους φορείς στήριξης και ανάπτυξης των γεωργικών εισοδημάτων.
Κύριος στόχος των αγροτικών συνεταιρισμών στην Ελλάδα είναι η προώθηση των συμφερόντων των μελών τους, δηλαδή η αύξηση για παράδειγμα του εισοδήματος των μελών, η δυνατότητα μείωσης του κόστους παραγωγής, η μείωση δαπανών που αφορούν στο κόστος συναλλαγών καθώς και η καλύτερη ροή πληροφοριών σχετικά με θέματα εμπορίας των αγροτικών προϊόντων τους. Γενικά, οι αγροτικοί συνεταιρισμοί εξασφαλίζουν την παρουσία στην αγορά των μικρών οικονομικών μονάδων, που θα είχαν αδρανοποιηθεί από την ανταγωνιστική δύναμη των μεγάλων επιχειρήσεων εντάσεως κεφαλαίου.

2. Ο ρόλος των αγροτικών συνεταιρισμών

Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και στην οικονομική ανάπτυξη μιας περιοχής και στην ευημερία της κοινωνίας γενικότερα επειδή επιτυγχάνουν καλύτερη λειτουργία της αγοράς, αποφεύγονται αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, οι αγρότες απολαμβάνουν δικαιότερες αποδόσεις και μεγαλύτερο μερίδιο στην προστιθέμενη αξία των προϊόντων τους. 
Κατά συνέπεια, οι συνεταιρισμοί, ως οργανώσεις βασισμένες στα μέλη τους, αποτελούν ένα εξαιρετικό παράδειγμα εταιρικής μορφής που μπορεί να εξυπηρετεί ταυτόχρονα, κοινωνικούς, επιχειρηματικούς και περιβαλλοντικούς στόχους με τρόπο αλληλοενισχυτικό. Αναγνωρίζοντας αυτό το χαρακτηριστικό για τη συλλογική επιχειρηματικότητα αυτή συνδυάζει το επιχειρηματικό ρίσκο και τη χρηματική επένδυση με τις κοινωνικές αξίες της συλλογικής δράσης. Είναι ένα γεγονός που λαμβάνει χώρα, όταν η συλλογική δράση αποσκοπεί στη βελτίωση των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών μιας τοπικής κοινωνίας μέσω του μετασχηματισμού των κοινωνικών συνηθειών, αξιών και δικτύων για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών από μια επιχείρηση.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί είναι σε θέση να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην προστασία του περιβάλλοντος με την παράλληλη διασφάλιση των εισοδημάτων των παραγωγών. Επιπρόσθετα, η ταυτόχρονη επίτευξη οικονομικής ανάπτυξης, προστασίας του περιβάλλοντος και εξασφάλισης της κοινωνικής ισότητας δημιουργεί νέες ευκαιρίες ανάπτυξης και ενδυνάμωσης των αγροτικών συνεταιρισμών, μετατρέποντάς τους σε φορείς αειφορικής ανάπτυξης της υπαίθρου.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί στην Ελλάδα ανέπτυξαν διάφορες δραστηριότητες οι οποίες ανταποκρινόταν στις ιδιαίτερες ανάγκες των μελών τους ενώ παράλληλα κάθε δραστηριότητα αποσκοπούσε και στην αναπτυξιακή διάσταση αυτών. Για το λόγο αυτό καθορίστηκαν διάφορες μορφές πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών ανάλογα με τη δραστηριότητά τους. Η διάκριση σε παραγωγικούς αφορά αγροτικούς συνεταιρισμούς οι οποίοι ασχολήθηκαν με την από κοινού καλλιέργεια και παραγωγή αγροτικών προϊόντων και διάφορους άλλους που είναι συναφείς με την παραγωγική διαδικασία όπως, εγγειοβελτιωτικοί, ασφαλιστικοί, ενοικίασης γης ή και αγοράς χωραφιών, η διάκριση σε προμηθευτικούς αφορά τους συνεταιρισμούς που κύριος σκοπός τους είναι η προμήθεια γεωργικών και κτηνοτροφικών εφοδίων στα μέλη τους, όπως λιπάσματα, φυτοφάρμακα, σπόροι, ζωοτροφές, κτλ, από τις βιομηχανίες, τους εισαγωγείς ή τους χονδρέμπορους που παράγουν, εισάγουν ή διακινούν χονδρικά αυτά τα εφόδια και η διανομή τους στους παραγωγούς σε προσιτές τιμές, σε εμπορικούς που αφορά συνεταιρισμούς που αναλαμβάνουν την πώληση αγροτικών προϊόντων. Η διαδικασία αυτή της πώλησης αποτελεί μια σημαντική οικονομική διαδικασία δηλαδή, απαιτεί τη συγκέντρωση των προϊόντων των παραγωγών-μελών του, την τυποποίηση και τη συσκευασία αυτών, τη διακίνηση και την πώληση. Οι πιστωτικοί αγροτικοί συνεταιρισμοί έχουν κύριο σκοπό την προμήθεια κεφαλαίων στα μέλη τους, είτε απ’ ευθείας, εφ’ όσον υπάρχουν κεφάλαια είτε μέσω τραπεζών (κυρίως της ΑΤΕ) με την προσφορά εγγύησης στα μέλη τους. Όπως είναι φυσικό το είδος και το μέγεθος των οικονομικών δραστηριοτήτων των συνεταιρισμών σχετίζονται άμεσα με το είδος και το μέγεθός τους. 
Όλες οι παραπάνω δραστηριότητες σκόπευαν να συμβάλλουν στην αύξηση και βελτίωση της αγροτικής παραγωγής με μικρότερο κόστος και κατά συνέπεια στην αύξηση του εισοδήματος των παραγωγών (Καμινάρη-Κλήμη 2003, Παπαγεωργίου 2015, Καμενίδης, 2016). 
Μια από τις σημαντικότερες δραστηριότητες των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (ΑΣΟ) είναι αυτή της μεταποίησης των πρωτογενών αγροτικών προϊόντων. Η μεταποιητική δραστηριότητα των συνεταιρισμών άρχισε με την πρώτη οργάνωση αυτών σε δευτεροβάθμιες, κατασκευάζοντας σύγχρονες γεωργικές βιομηχανίες στους περισσότερους κλάδους σε ολόκληρη σχεδόν τη Χώρα, όπως εργοστάσια μεταποίησης φρούτων και λαχανικών, παστερίωσης γάλακτος, τυροκομεία, ελαιουργεία και οινοποιεία. Οι δραστηριότητες αυτές αναλαμβάνονται κυρίως από τις δευτεροβάθμιες και τις τριτοβάθμιες συνεταιριστικές οργανώσεις και μάλιστα σε ορισμένα προϊόντα πχ. ροδάκινα, βερίκοκα, εσπεριδοειδή, ελαιόλαδο κτλ. διακινούν ένα σημαντικό ποσοστό της όλης εθνικής παραγωγής. Σημαντικό ρόλο παίζουν οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις στις εξαγωγές βασικών αγροτικών προϊόντων και συνεπώς στην οικονομική ανάπτυξη της Χώρας (Μαϊστρέλλη, 1999, Καταβούτας και Κορομηλάς, 2002, Σεϊντης, 2018). Σημαντικά παραδείγματα πολύμορφων και σημαντικών δραστηριοτήτων είναι οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις όπως Venus Growers που επεξεργάζεται και μεταποιεί 10.000 τόνους φρέσκων φρούτων, ο Αγροτικός Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Ιωαννίνων που ασχολείται με την παραγωγή ζωοκομικών προϊόντων πτηνοτροφίας, ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Ζαγοράς διακινεί 15.000 τόνους περίπου φρούτων, κυρίως μήλων, με ετήσια αξία πωλήσεων στην εσωτερική και εξωτερική αγορά περίπου 15 εκ. € (Σεϊντης, 2018).
Η είσοδος των αγροτικών συνεταιρισμών στις δραστηριότητες παραγωγής τελικών προϊόντων για την αγορά συνετέλεσε τα μέγιστα στη αξιοποίηση της πρωτογενούς παραγωγής, στη βελτίωση της ποιότητας των παραγόμενων αγροτικών προϊόντων, στην αύξηση της ποσότητας πώλησης των αγροτικών προϊόντων, και στην πώληση αυτών σε καλλίτερες τιμές. Οι υψηλότερες τιμές στα αγροτικά προϊόντα που παράγουν παραγωγοί-μέλη, προκύπτουν από τη σημαντική προστιθέμενη αξία που προστίθεται στο τελικό προϊόν. Το γεγονός αυτό προκαλεί αύξηση των πωλήσεων και των εσόδων των συνεταιριστικών οργανώσεων, του εισοδήματος των παραγωγών, με τη διανομή και των επιστρεφόμενων στα μέλη από τα πλεονάσματα. Παράλληλα, οι δραστηριότητες αυτές των συνεταιρισμών είναι μια πολύ σημαντική πηγή θέσεων εργασίας και επομένως έχουμε αύξηση της απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο που είναι θεωρητικά η κυριότερη οικονομική ωφέλεια (Μήτσιου, 2006, Ανδριανέση, Δριβάκου, 2010, Καρυπίδης, 2015). 
Πέρα από τα παραπάνω οι αγροτικοί συνεταιρισμοί με τις οικονομικές δραστηριότητες που πραγματοποιούν στις αγροτικές περιοχές, προσφέρουν όχι μόνο οικονομικές ωφέλειες αλλά και κοινωνικές και πολιτιστικές ωφέλειες τόσο στα μέλη τους όσο και στην κοινωνία. (Μήτσιου, 2006). Σημαντική είναι συνεισφορά των αγροτικών συνεταιρισμών στην απορρόφηση των πρωτογενών αγροτικών προϊόντων από όλους ανεξαρτήτως τους παραγωγούς-μέλη, η ολική και όχι εκλεκτική αγορά των προϊόντων, οι δίκαιες τιμές, η ίση μεταχείριση των μελών, η παραγωγή και προσφορά αγνών και ανόθευτων προϊόντων, η δικαιότερη κατανομή του εθνικού εισοδήματος ανάμεσα στους πολίτες, η οικονομική ενίσχυση αρρώστων και φτωχών οικογενειών και η συνεχής προσφορά και εγγυημένη ποιότητα προϊόντων στους καταναλωτές (Μήτσιου, 2006). Οι παραπάνω δραστηριότητες των αγροτικών συνεταιρισμών σηματοδοτούν το ενδιαφέρον κάθε συνεταιρισμού για την κοινότητα μέσα στην οποία δρουν και αποτελούν επιβεβαίωση της εφαρμογής της 7ης συνεταιριστικής αρχής, ενδιαφέρον για την κοινότητα, δηλαδή την εξυπηρέτηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αναγκών και επιδιώξεων του κοινωνικού συνόλου με τρόπο που να εξασφαλίζεται βιώσιμη ανάπτυξη. Η κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης συνεπάγεται μέριμνα για την προστασία των φυσικών πόρων, ώστε να μη δαπανώνται πόροι προς το συμφέρον μιας γενεάς εις βάρος των επόμενων γενεών. Παράλληλα, οι συνεταιρισμοί προσφέρουν πολιτιστικό έργο προωθώντας την εκπαίδευση σε όλα τα μέλη τους με σεμινάρια, διαλέξεις και επιμορφωτικά προγράμματα, προστατεύουν το περιβάλλον, διατηρούν την καθαριότητα στους τόπους παραμονής τους, ενισχύουν οικονομικά συνέδρια και χορηγούν υποτροφίες σε παιδιά οικογενειών-μελών τους, πάντα μέσα στα πλαίσια των επιδιώξεών τους σύμφωνα με την 5η βασική Συνεταιριστική Αρχή (Μήτσιου, 2006, Παπαγεωργίου 2015.)

3. Οικονομική συνεισφορά
Είναι γνωστό ότι μία από τις προτεραιότητες των αγροτικών συνεταιρισμών είναι η προσφορά τροφίμων με υψηλά ποιοτικά χαρακτηριστικά σε λογικές τιμές. Δεδομένου ότι είναι περισσότερο από όλους τους άλλους πιο κοντά στον αγρότη – παραγωγό, έχουν τη δυνατότητα της εφαρμογής των συστημάτων ιχνηλασιμότητας με επιτυχία και αμεσότητα, διασφαλίζοντας την αλυσίδα την ομαλή λειτουργία της διατροφικής αλυσίδας. Αυτός ο ρόλος των συνεταιρισμών πρέπει να αναγνωρισθεί και να ενισχυθεί.
Στην Ελλάδα, η αξία των αγροτικών συνεταιρισμών έχει ίσως υποτιμηθεί τα τελευταία χρόνια, ωστόσο σε παγκόσμιο επίπεδο δεν υπάρχει ούτε μία χώρα με αναπτυγμένο κλάδο τροφίμων και ποτών, στην οποία να μην δραστηριοποιούνται επιτυχημένοι αγροτικοί συνεταιρισμοί με σημαντικό ρόλο στην παραγωγή και εμπορία τροφίμων και ποτών. Αυτό συμβαίνει, επειδή έχει αναγνωριστεί ο ρόλος τους στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες που υπάρχουν στην αγορά εξαιτίας της έντονης τμηματοποίησης της, των ανταγωνιστικών πιέσεων για προσθήκη επιπλέον αξίας στα προϊόντα και της μείωσης του κόστους, η πρωταρχική συνεισφορά των αγροτικών συνεταιρισμών στην οικονομία, είναι ο ρόλος τους στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. 

1. Ένας υγιής και λειτουργικός συνεταιρισμός μπορεί να βοηθήσει τους παραγωγούς να αποκτήσουν πρόσβαση στις αγορές των προϊόντων τους μέσω διαφόρων καναλιών. Ένας μεμονωμένος παραγωγός μπορεί να προσεγγίσει τις διάφορες μορφές της αγοράς για τα προϊόντα του μέσω της συνεργασίας του παραγωγού με τοπικό ηγέτη γνώμης-γεωργό ή μέσω ενός μεσάζοντα. Άλλοι τρόποι είναι είτε απευθείας σύμβαση με κάποια μεταποιητική βιομηχανία είτε μέσω ενός χονδρέμπορου-εξαγωγέα. Όλοι αυτοί οι τρόποι εμφανίζουν ως μειονεκτήματα για τον παραγωγό την ανισομερή κατανομή του ρίσκου και την πιθανή καιροσκοπική συμπεριφορά απέναντι του. Ο άλλος τρόπος δηλαδή η συνεργασία και η ενεργός συμμετοχή σε συλλογικές δράσεις όπως είναι οι συνεταιρισμοί ή οι ομάδες παραγωγών. Ο συνεταιρισμός αποτελεί το όχημα που μεταφέρει με ασφάλεια τον παραγωγό στις αγορές και τον βοηθάει να μεταποιήσει τα προϊόντα του και να τα πουλήσει σε καλύτερες τιμές και για τον ίδιο και για τον καταναλωτή λόγω του ανταγωνισμού που αναπτύσσεται στην αγορά. 
2. Οι ραγδαίες αλλαγές στις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των γειτονικών κρίκων της παραγωγικής αλυσίδας πηγάζουν κυρίως από τις δραματικές ανακατατάξεις στο παγκόσμιο σύστημα παραγωγής και εμπορίας των αγροτικών προϊόντων, την παγκοσμιοποίηση των αγορών, την έντονη βιομηχανοποίηση της γεωργικής παραγωγής, τη μείωση έως και κατάργηση των επιδοτήσεων (και των προγραμμάτων στήριξης του εισοδήματος και των τιμών των γεωργικών προϊόντων) καθώς και από τις συνεχείς τεχνολογικές και δημογραφικές αλλαγές. Στην Ελλάδα, οι διανομείς τροφίμων είναι οι μεγάλοι νικητές της εφοδιαστικής αλυσίδας τροφίμων (οι πέντε μεγαλύτερες εταιρείες λιανικού εμπορίου έχουν μερίδιο που ξεπερνάει το 50% του συνόλου της αγοράς). Στο άλλο άκρο της εφοδιαστικής αλυσίδας, ο πιο αδύναμος κρίκος είναι ο παραγωγός, η θέση του οποίου δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο, καθώς εντείνεται η μεγάλη ανισορροπία μεταξύ των μικρών παραγωγών και των μεγάλων λιανέμπορων που συμμετέχουν στην αλυσίδα παραγωγής και εμπορίας τροφίμων. Η ύπαρξη δυνατών συνεταιρισμών εξασφαλίζει καλύτερες προϋποθέσεις συνεργασίας των παραγωγών με τους υπόλοιπους κρίκους της παραγωγικής αλυσίδας.
3. Το κόστος μεταφοράς των προϊόντων των μικρών παραγωγών στην αγορά είναι σημαντικό και αποτελεί συνηθισμένη αιτία αποκλεισμού τους. Ιδίως στις περιπτώσεις εξυπηρέτησης απομακρυσμένων αγορών, η συνεργασία των παραγωγών για την από κοινού μεταφορά των προϊόντων τους μέσω ενός συνεταιρισμού μπορεί να διευκολύνει την είσοδο στην αγορά. Επιπλέον, οι μικροί παραγωγοί μέσω του συνεταιρισμού μπορούν να οργανωθούν και να σχηματίσουν μια ομάδα που να μπορεί να εξυπηρετήσει συγκεκριμένες/ιδιαίτερες προτιμήσεις των καταναλωτών (π.χ. για τοπικά προϊόντα), που δεν βρίσκονται εύκολα μέσω των λιανέμπορων ή που το κόστος μεταφοράς τους σε μικρές ποσότητες είναι απαγορευτικό. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι συνεταιρισμοί με τις υποδομές τους μπορούν να εξασφαλίσουν την παρουσία αυτών των προϊόντων στην αγορά και κατ’ επέκταση των παραγωγών τους.
4. Η σημασία της συνύπαρξης συνεταιρισμών και ιδιωτικών επιχειρήσεων στην αγορά έχει μελετηθεί διεξοδικά από πολλούς οικονομολόγους. Ο Galbraith (1997) εξέτασε τον μηχανισμό των συναλλαγών που γίνεται μεταξύ μεμονωμένων ατόμων ή/και συνεταιρισμών με τρίτους, είτε είναι πωλητές είτε αγοραστές αγαθών και υπηρεσιών. Η προσέγγισή του στηρίζεται στη θεωρία του ανταγωνισμού (τέλειος ανταγωνισμός, μονοπώλιο-μονοψώνιο, διμερές μονοπώλιο). Όταν σε μια συναλλαγή το ένα μέρος συναλλάσσεται ως μονοπώλιο ή μονοψώνιο, τότε κατέχει τη δεσπόζουσα δύναμη και μπορεί να καθορίσει τις τιμές των προϊόντων και τις ποσότητες που θα διακινήσει στην αγορά. Το άλλο μέρος που συναλλάσσεται υπό καθεστώς τέλειου ανταγωνισμού, έχει μηδαμινή διαπραγματευτική δύναμη. Σ’ αυτή την περίπτωση οι παραγωγοί-πωλητές ενός προϊόντος, για να αυξήσουν τη διαπραγματευτική τους δύναμη και να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις μονοψωνιακές πιέσεις που ασκεί ο μοναδικός αγοραστής, δημιουργούν μια συλλογική οργάνωση (π.χ. συνεταιρισμό). Αυτός ο συνεταιρισμός, επειδή αντιπροσωπεύει πολλούς παραγωγούς, έχει αυξημένη διαπραγματευτική δύναμη και διαδραματίζει ρυθμιστικό ρόλο στην αγορά. Συγκεκριμένα, ο συνεταιρισμός έχει τη δύναμη να μετατρέψει την αγορά σε διμερές μονοπώλιο προς όφελος των παραγωγών-μελών του. Κατά συνέπεια, μειώνεται η διαπραγματευτική δύναμη των λιανέμπορων και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις ανάπτυξης βραχειών αλυσίδων προς όφελος τόσο των παραγωγών όσο και των καταναλωτών.
5. Οι παραγωγοί, ως μικροί επιχειρηματίες, σπάνια γνωρίζουν τι συμβαίνει στην αγορά. Δεν έχουν τον χρόνο ή τη δυνατότητα να ακολουθήσουν τις τάσεις της αγοράς και γι’ αυτό συνήθως δεν γνωρίζουν τι ζητούν οι αγοραστές από τους παραγωγούς. Επιπλέον, δεν γνωρίζουν τι αξίζει το προϊόν τους ή δεν γνωρίζουν εάν η αγορά είναι πληροφορημένη για τα χαρακτηριστικά των προϊόντων που μπορούν να διαθέσουν. Δηλαδή, υπάρχει ασυμμετρία πληροφόρησης, ιδίως σε θέματα τιμής και ποιότητας προϊόντος. Μία εφικτή λύση είναι πολλοί μαζί παραγωγοί να προσλάβουν έναν ειδικό ή να δημιουργήσουν μια μικρογραφία της αγοράς, στην οποία να έχουν αυξημένη διαφάνεια (π.χ. δημοπρατήρια). Επειδή, όμως, αυτές οι λύσεις απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, συνήθως αδυνατούν οι παραγωγοί από μόνοι τους να το κάνουν. Αντίθετα, ο συνεταιρισμός έχει τους πόρους και τα εξειδικευμένα άτομα που μπορούν να υλοποιήσουν τέτοιες δράσεις, που είναι ευπρόσδεκτες από τους καταναλωτές και αυξάνουν τον βαθμό ικανοποίησής τους από την αγορά.
6. Ένας από τους λόγους που οι παραγωγοί συμμετέχουν σε συνεταιρισμούς είναι για να μειώσουν τον επιχειρηματικό κίνδυνο που αναλαμβάνουν. Υπάρχουν πολύ σημαντικές διαφορές μεταξύ των παραγωγών, που μπορεί να σχετίζονται με το μέγεθος, τις καλλιεργητικές τακτικές, τις ικανότητες τους κ.λπ. Αυτές οι διαφορές δημιουργούν πολλαπλά επίπεδα ρίσκου για τους μεμονωμένους παραγωγούς. Μέχρι έναν βαθμό, κάθε συλλογική δράση μπορεί να θεωρηθεί ως πηγή «διασποράς κινδύνου». Κατά συνέπεια, οι συνεταιρισμοί συντελούν στο να αποφεύγονται διακυμάνσεις στις τιμές και στις ποσότητες των προϊόντων που διοχετεύονται στην αγορά και να μειώνονται τα φαινόμενα αισχροκέρδειας εις βάρος των καταναλωτών. 
7. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί έχουν σημαντική συνεισφορά και στην τοπική ανάπτυξη. Κυρίως στην απομονωμένες περιοχές συμβάλλουν στη συγκράτηση του πληθυσμού στην ύπαιθρο, στην εξάλειψη κοινωνικών ανισοτήτων και στην οικονομική βοήθεια των κατοίκων, χωρίς να μετακινούν την παραγωγική βάση της περιοχής. Για παράδειγμα, οι γυναικείοι συνεταιρισμοί που δημιουργήθηκαν, για να ενσωματώσουν στην αγορά τον γυναικείο πληθυσμό της υπαίθρου, αποτελούν έναν ενδιαφέροντα τύπο κοινωνικής οικονομίας, που συντελεί στην αξιοποίηση των τοπικών πόρων, στη διατήρηση και προβολή της πολιτισμικής κληρονομιάς μιας περιοχής και στη διατήρηση παραδοσιακών προϊόντων που διαφορετικά θα εξαφανίζονταν μαζί με την παράδοση που τα συνοδεύει από την αγορά .
Για την επιτυχία όλων των παραπάνω είναι σημαντικό η λειτουργία του κάθε αγροτικού συνεταιρισμού να είναι αποδοτική και προς όφελος των παραγωγών μελών του. Αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει ισχυρή και ευέλικτη διοίκηση. Κατά τη διαδικασία άσκησης της διοίκησης ενός συνεταιρισμού θα πρέπει μέσω συγκεκριμένων διαδικασιών της οργάνωσης να αξιοποιούνται αποδοτικά και αποτελεσματικά οι περιορισμένοι πόροι του συνεταιρισμού (π.χ. χρηματικό διαθέσιμο, το ανθρώπινο δυναμικό, ο εξοπλισμός, κ.λ.π.) για την επίτευξη των στόχων του συνεταιρισμού, που δεν θα πρέπει να είναι άλλος από τη μεγιστοποίηση των ωφελειών των μελών του. 
Ο σημαντικός αυτός στόχος επιτυγχάνεται με πλήθος ενεργειών που συγκροτούν την «αποτελεσματική οργάνωση των συνεταιρισμών» (Κοντογεώργος και Σεργάκη 2015). 
Εξετάζοντας το παραπάνω σχήμα, επιτυχημένος συνεταιρισμός θεωρείται αυτός που είναι βιώσιμος οικονομικά και επιχειρηματικά και διατηρεί ή βελτιώνει τον συνεργατικό χαρακτήρα του και τα χαρακτηριστικά του. Ένας συνεταιρισμός μπορεί να επιτύχει ως επιχείρηση δεν πρέπει όμως να χάνει τον συνεργατικό του χαρακτήρα σχετικά με τον έλεγχο των μελών, με την εξυπηρέτηση των αναγκών των μελών, καθώς και τη διανομή ή το μοίρασμα καθαρών περιθωρίων. Οι συνεταιριστικές αρχές και οι στόχοι παρουσιάζουν σαφέστατα μια διαφορετική διαχειριστική προσέγγιση στη διοίκηση ενός συνεταιρισμού οι οποίες και μπορεί να είναι οδηγοί για την ομαλή πορεία της φυσιογνωμίας του συνεταιρισμού. 

4. Η συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη

Οι συνεταιρισμοί διαφέρουν από τις άλλες μορφές επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, επειδή οργανώνονται σύμφωνα με ειδικές θεμελιώδεις αρχές και αξίες. Επιπλέον, οι συνεταιρισμοί βασίζονται στις αξίες της αυτοβοήθειας, αυτονομίας, δημοκρατίας, ισότητας, ισότητας και αλληλεγγύης. Παραδοσιακά οι ιδρυτές των συνεταιρισμών και τα συνεταιριστικά μέλη πιστεύουν στις ηθικές αξίες την ειλικρίνεια, την ανοχή, την κοινωνική υπευθυνότητα και τη φροντίδα για άλλους. Οι συνεταιρισμοί φέρνουν τους ανθρώπους κοντά για να ικανοποιήσουν μια κοινή ανάγκη μέσω της επιχείρησης, μιας δημοκρατικά ελεγχόμενης επιχείρησης. Επίσης εξασκούν και εκπαιδεύουν τα μέλη τους, για να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις ατομικές και στις ανάγκες της κοινωνίας. Παράλληλα δημιουργούν σημαντικό αριθμό θέσεων εργασίας (Fairbairn et al., 1995, Majee & Hoyt, 2009).
Μια άλλη οικονομική δραστηριότητα που αναλαμβάνουν οι αγροτικοί Συνεταιρισμοί είναι αυτή της δημιουργίας Αγροτικών Εταιρειών Μάρκετινγκ. Η ίδρυση των συνεταιριστικών εταιρειών μάρκετινγκ ενθαρρύνονται να παρέχουν εγκαταστάσεις μάρκετινγκ σε μικρούς αγρότες. Τα αναμενόμενα πλεονεκτήματα είναι η αύξηση της δύναμης διαπραγμάτευσης των αγροτών, η απομάκρυνση των μεσαζόντων και η άμεση αλληλεπίδραση με τους καταναλωτές. Υπάρχουν επίσης περιθώρια για αξιοποίηση πιστώσεων και φθηνότερων μεταφορών, αποθηκευτικών εγκαταστάσεων, ταξινόμησης και μεταποίησης γεωργικών προϊόντων για την επίτευξη καλύτερων τιμών. Η μορφή αυτή της δραστηριότητας προωθεί τη συνεταιριστική εμπορία των γεωργικών προϊόντων, άλλα και τη συνεταιριστική προμήθεια από τους αγρότες, μέσω του δικτύου συνεργατών της σε επιλεγμένες περιοχές, σε αγρότες και σε άλλες κοινωνικές ομάδες αγροτικά προϊόντα –τρόφιμα άλλων περιοχών μιας χώρας (Majee, and Hoyt, 2011). Τα κύρια πλεονεκτήματα του συνεταιριστικού μάρκετινγκ είναι η αυξημένη διαπραγματευτική δύναμη των αγροτών, η άμεση αντιμετώπιση των καταναλωτών, η διαθεσιμότητα πίστωσης, οι φθηνότερες μεταφορές, η αποθήκευση, οι εγκαταστάσεις ταξινόμησης και επεξεργασίας και η σωστή γνώση της αγοράς (Kumar, et all,2015).
Μια άλλη σημαντική δραστηριότητα μπορεί να αναφέρεται σε συνεταιρισμούς Αγροτικών Υπηρεσιών: Οι συνεταιρισμοί διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη βοήθεια των αγροτών για την διεκπεραίωση διοικητικών υπηρεσιών. Για παράδειγμα στην εκταμίευση των αγροτικών πιστώσεων οι οποίες στοχεύουν στην αύξηση της γεωργικής παραγωγής μέσω της προσφοράς πιστώσεων στους γεωργούς, στους αγρότες, στην προμήθεια γεωργικών πρώτων υλών, στην αποθήκευση, στην εμπορία και στη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων, στην οργάνωση πρώτων υλών για βιομηχανίες και στην παροχή τεχνικής καθοδήγησης. Η δημιουργία συνεταιριστικών τραπεζών παρέχουν μακροπρόθεσμα δάνεια στους καλλιεργητές για την ανάπτυξη γης και επενδύσεις κεφαλαίου.
Οι παραπάνω αναφερθείσες δραστηριότητες αλλά και πλήθος άλλων συμβάλλουν τα μέγιστα στη διαδικασία της ανάπτυξης του αγροτικού τομέα της οικονομίας και της κοινωνικής ευημερίας.


5. Συμπεράσματα


Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας και της αειφόρου ανάπτυξης σε αγροτικές περιοχές. Παρέχουν πραγματικά οικονομικά οφέλη με την ενίσχυση της σταθερότητας της παραγωγής, επιτρέποντας στην πρόσβαση της αγοράς των προϊόντων και υπηρεσιών και στην απόκτηση ισχυρής θέσης στην τροφική αλυσίδα, συμβάλλοντας στην αύξηση της τοπικής ανάπτυξης και του βιοτικού επιπέδου στις αγροτικές κοινότητες(Wanyama, 2014). Το υπόβαθρο πίσω από τους παρακινητικούς παράγοντες περιλαμβάνει την υπερνίκηση των εμποδίων που συναντούν οι παραγωγοί και οι επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και αξιοποιούν νέες ευκαιρίες στην αγορά. Πολλές εμπειρικές έρευνες έχουν αποκαλύψει τους κύριους λόγους και τα οφέλη από την ένταξη σε έναν συνεταιρισμό, δηλαδή: 
-ευκολότερη πρόσβαση στην αγορά και δημιουργία μιας αγοράς με προστιθέμενη αξία, 
-μείωση των κινδύνων πωλήσεων,
-μεγαλύτερη παραγωγή και μεγαλύτερη παραγωγικότητα εισοδήματος. 

Επιπλέον, άλλα οφέλη είναι, το χαμηλότερο κόστος εισαγωγής και εμπορίας, οι υψηλότερες τιμές των προϊόντων, οι μεγαλύτερες δυνατότητες πρόσβασης σε νέες τεχνολογίες, πληροφορίες και τις γνώσεις, καθώς και τη μεγαλύτερη ικανότητα να βοηθούν και να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη της τοπικής κοινότητας, η οποία αποτελεί παράδειγμα των συμφερόντων των μελών με τον καλύτερο τρόπο. Επίσης πολλά συμπεράσματα μελετών καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το κύριο κίνητρο των αγροτών είναι τόσο οικονομικό, πολύ περισσότερο από κοινωνικούς λόγους, όπως η επικοινωνία ή το καλύτερο εργασιακό περιβάλλον, τουλάχιστον, κυβερνητική και θεσμική στήριξη. Η πλειοψηφία των αγροτών πρέπει να καταλάβει και να συνειδητοποίηση τα πλεονεκτήματα της ένταξης στον συνεταιρισμό και να αποκτήσουν την ευκαιρία να μειώσουν το κόστος παραγωγής και της πώλησης, να αυξήσουν και να σταθεροποιήσουν την τιμή λιανικής πώλησης, για να γίνουν καλύτεροι στην προώθηση προϊόντων και την κάλυψη τεχνικών γνώσεων και υπηρεσιών (Nedanov, and Zutinic, 2018).


Ενδεικτική βιβλιογραφία
Fairbairn, B. J., Bold, M., Fulton, L., Ketilson, H., & Ish, D. (1995). Co-operatives and community development: Economics in social perspective. Saskatchewan, Canada: Center for the Study of Co-operatives, Diefenbaker Centre, University of Saskatchewan.

Galbraith,J.K.: Η καλή κοινωνία, Αθήνα, 1997
International Labour Office (ILO)(2014) The Role of Cooperatives in Achieving the Sustainable Development Goals- the economic dimension - The Role of Cooperatives in Sustainable Development for All: Contributions, Challenges and Strategies 8 – 10 December 2014 Nairobi, Kenya Jόrgen Schwettmann, PARDEV, ILO
Kumar,V., Wankhede, K. G., Gena, H. C. (2015) Role of Cooperatives in Improving Livelihood of Farmers on Sustainable Basis. American Journal of Educational Research. Vol. 3, No. 10, 2015, pp 1258-1266. http://pubs.sciepub.com/education/3/10/8

Majee, W., & Hoyt, A. (2009). Building community trust through cooperatives: A case study of a worker-owned homecare cooperative. Journal of Community Practice, 17, 444–463.

Majee, W. and Hoyt, A.(2011) Cooperatives and Community Development: A Perspective on the Use of Cooperatives in Development, Journal of Community Practice, 19:48–61, 2011

Nedanov, A., Zutinic, D. (2018) A correspondence analysis of motivational factors for joining agricultural cooperatives in Croatia – New Medit, A Mediterranean Journal of Economics, Agriculture and Environment, 2018 n. 3

Ανδριανέση Γ. Ε., Δριβάκου, Ε. Α. (2010) Διοικητικά και Οικονομικά στοιχεία της ΠΑΣΕΓΕΣ, Πτυχιακή Εργασία, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας Τμήμα ΑΙ.Κ.Σ.Ε.Ο. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ.

Καμενίδης, Θ, Χ. (2016) Συνεταιρισμοί, Εκδόσεις Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη.

Καμινάρη-Κλήμη Ο. (2003)Σχέσεις Κράτους και Συνεταιρισμών στην Ελλάδα, για την Ανάπτυξη του Αγροτικού Πληθυσμού (Συμβολή στην ιστορική εξέλιξη του θεσμού μέχρι σήμερα) Διδακτορική Διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης.

Καρυπίδης, Ι. Φ.(2015) Συνεταιριστική Εμπορία Γεωργικών Προϊόντων και Αναξιοποίητες Δυνατότητες στην Ελλάδα, Κοινωνική Οικονομία Τεύχος 4, Ινστιτούτο Συνεταιριστικών Ερευνών και Μελετών (Ι.Σ.Ε.Μ.)

Καταβούτας, Ν., και Κορομηλάς, Χ., (2002) Ανάπτυξη και Αλλοίωση των Συνεταιρισμών, Διπλωματική Εργασία, ΤΕΙ Μεσολογγίου, Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας, Τμήμα Στελεχών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Εκμεταλλεύσεων.

Κοντογεώργος, Α. και Σεργάκη Π. (2015) Αρχές Διοίκησης Αγροτικών Συνεταιρισμών, Εκδόσεις «Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα (WWW.Kallipos.gr)

Μαϊστρέλλη, Ε., (1999) Ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων των αγροτικών επιχειρήσεων, Πτυχιακή Διατριβή, ΤΕΙ Καβάλας ΣΔΟ, Τμήμα Λογιστικής.

Μήτσιου, Κ-Μ., (2006) Το νομικό καθεστώς των αγροτικών συνεταιρισμών στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση ιδίως όσον αφορά τη διοίκηση και τη συμμετοχή των εργαζομένων στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, Μεταπτυχιακή Εργασία, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης.

Παπαγεωργίου Κ. (2015) Βιώσιμη Συνεταιριστική Οικονομία (Θεωρία και πρακτική) Εκδόσεις Σταμούλης Γ’ Έκδοση Αθήνα.

Σεϊντης Λ. Π., (2018) Ικανοποίηση και Εμπιστοσύνη Συνεταιρισμένων Μελών του Αγροτικού Ελαιουργικού Συνεταιρισμού Στυλίδας, Μεταπτυχιακή Εργασία, ΓΠΑ, Τμήμα Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης.